Τα τηλέφωνα του Λευκού Οίκου και των υπουργείων «άναψαν» το προηγούμενο 24ωρο, καθώς ηγέτες από όλο τον κόσμο, όπως και παράγοντες από τον κόσμο των επιχειρήσεων επεδίωκαν εξαιρέσεις από τους δασμούς που θα ανακοινώσει σήμερα ο Ντόναλντ Τραμπ στα εισαγόμενα προϊόντα στις ΗΠΑ,  κηρύσσοντας παράλληλα την «απελευθέρωση της Αμερικής» από τα εμπορικά «δεσμά» που υποτίθεται ότι της έχουν επιβάλει εταίροι, αντίπαλοι, και ο προκάτοχός του Τζο Μπάιντεν.

Τουλάχιστον αυτήν την εικόνα έδιναν αξιωματούχοι στην Ουάσιγκτον, καλλιεργώντας από τη μια κλίμα αγωνίας και από την άλλη την εικόνα ενός Τραμπ που είναι έτοιμος να φέρει τα πάνω κάτω στην παγκόσμια οικονομία, προκειμένου να «ξανακάνει πλούσια την Αμερική».

Σε μια χειρονομία πολιτικής ευθυγράμμισης με τον Λευκό Οίκο, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου ανακοίνωσε την κατάργηση των λιγοστών δασμών που είχαν απομείνει στις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων. Το Ισραήλ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των ΗΠΑ, με τον συνολικό ετήσιο τζίρο να ανέρχεται σε 34 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ οι δυο χώρες έχουν υπογράψει πριν από τέσσερις δεκαετίες συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, με αποτέλεσμα το 98% των αμερικανικών αγαθών να εισάγονται ατελώς στο Ισραήλ. Οι δασμοί που καταργεί ο Νετανιάχου, αφορούν κυρίως τον αγροτικό τομέα και ήταν στο επίπεδο των 11 εκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, δηλαδή έχουν μικρό κόστος για την ισραηλινό προϋπολογισμό, σε σχέση με την υψηλού συμβολισμού κίνηση της κυβέρνησης του Τελ Αβίβ.

Ένα από τα σενάρια θέλει τον Τραμπ να έχει αποφασίσει οριζόντιους δασμούς 20% σε όλες τις εισαγωγές προς τις ΗΠΑ, ενώ ένα άλλο προβλέπει δασμούς ανά χώρα και ανά προϊόν. Σύμφωνα με το περιβάλλον του προέδρου, στο στόχαστρο βρίσκονται οι «βρώμικες 15», δηλαδή οι χώρες με το μεγαλύτερο εμπορικό πλεόνασμα έναντι των ΗΠΑ (από την Κίνα, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, μέχρι τη Γερμανία, το Μεξικό και τον Καναδά). Ανεξάρτητα από τις σημερινές ανακοινώσεις, ο Τραμπ έχει ήδη αναγγείλει την επιβολή, από αύριο, δασμών 25% σε όλα τα εισαγόμενα αυτοκίνητα και ανταλλακτικά, ενώ επέβαλε ήδη δασμούς σε χάλυβα και αλουμίνιο.

Οι περισσότεροι ειδικοί προεξοφλούν ότι θα υπάρξουν αντίποινα εναντίον των ΗΠΑ, ότι οι δασμοί θα περάσουν – με τον έναν ή τον άλλον τρόπο – στους καταναλωτές και θα εντείνουν τις πληθωριστικές πιέσεις, αδειάζοντας τις τσέπες και των Αμερικανών πολιτών. Ο Τραμπ καλεί τις ξένες επιχειρήσεις να μεταφέρουν τα εργοστάσιά τους στις ΗΠΑ και να δίνουν δουλειά σε αμερικανούς εργάτες, αν θέλουν να αποφύγουν τους δασμούς, όμως αυτό δε γίνεται από τη μια ημέρα στην άλλη. Διακινδυνεύει όμως να συσπειρώσει εναντίον των ΗΠΑ εμπορικούς αντιπάλους, ακόμα και σε ετερόκλητες συμμαχίες, λ.χ στην Ασία, όπου η Κίνα προσεγγίζει την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα.

Ασκήσεις επί χάρτου

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η άσκηση εμπορικού πολέμου που έγινε πριν από ένα μήνα στη δεξαμενή σκέψης Center for a New American Security στην Ουάσιγκτον, με τη συμμετοχή αμερικανών και ξένων εμπειρογνωμόνων, καθώς και πρώην αξιωματούχων των κυβερνήσεων Μπάιντεν και Τραμπ. Σύμφωνα με την εφημερίδα New York Times, η προσομοίωση έγινε με βάση τις μέχρι τότε εξαγγελίες του αμερικανού προέδρου και δεν αποσκοπούσε στο να προβλέψει το μέλλον, αλλά να εξετάσει τη δυναμική που θα αναπτυσσόταν, εφόσον ο Τραμπ προχωρούσε στα σχέδιά του.

Αρχικά, το τραπέζι κοκκίνησε από τις ενδείξεις διεθνούς έντασης, όμως μέσα σε λίγες ώρες και υπό την πίεση για ανεύρεση λύσεων, εντός της ημέρας, οι αντίπαλες ομάδες προχώρησαν σε συμβιβασμούς. Για παράδειγμα, η «ευρωπαϊκή ομάδα» απέσυρε ορισμένους εμπορικούς περιορισμούς και η αμερικανική πήρε πίσω τους δασμούς σε ορισμένα προϊόντα, οι Αμερικανοί έκαναν ανάλογες κινήσεις με τον Καναδά και το Μεξικό, και στο τέλος οι περισσότερες κυβερνήσεις επέλεξαν να κρατήσουν σε απόσταση τους Κινέζους, προκειμένου να έχουν καλές σχέσεις με την Ουάσιγκτον (με την προϋπόθεση ότι καλύπτονταν από διμερείς συμφωνίες). Δηλαδή, στα χαρτιά, η πολιτική Τραμπ απέδωσε καρπούς και επιβεβαίωσε την αμερικανική κυριαρχία.

Στον πραγματικό κόσμο, θα πρέπει να αποδειχθεί ότι ο Τραμπ θέλει να προχωρήσει σε συμφωνίες και όχι μόνο να αυξήσει τους δασμούς, με μια επίδειξη ισχύος κατά φίλων και εχθρών. Ιδιαίτερα, όταν οι διακηρύξεις του περί προσαρτήσεων του Καναδά ή της Γροιλανδίας, ο χωρισμός του πλανήτη σε οικόπεδα, επιδεινώνουν την εικόνα των ΗΠΑ στον υπόλοιπο κόσμο και δένουν τα χέρια κυβερνήσεων, που ίσως θα ήθελαν να πετύχουν διακανονισμό για μια σειρά από θέματα, όμως εξωθούνται σε έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο, όπου οι πλούσιοι θα γίνουν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι.