Ο Κάρλος Αλκαράθ παραλαμβάνει το επιβλητικό τρόπαιο από τα χέρια της Κέιτ Μίντλετον. Δέχεται τις φιλοφρονήσεις της πριγκίπισσας της Ουαλίας και -μ’ έναν κόμπο στον λαιμό του- ανταπαντά μερικά λόγια. Προφανώς την ευχαριστεί για τα συγχαρητήριά της.

Κάνει έναν ολόκληρο κύκλο γύρω από τον εαυτό του. Οι 180 μοίρες μιας απροσδιόριστης συστολής. Και σύγχυσης ταυτόχρονα.

Η αμηχανία του είναι ξεκάθαρη, χάνει λίγο τον βηματισμό του ενόσω απευθύνεται, με τα χέρια στην ανάταση, στο κοινό του κεντρικού κορτ που τον αποθεώνει παρατεταμένα.

Δεν χαμογελά καν. Το πρόσωπό του είναι σφιγμένο, το σώμα του σχεδόν άκαμπτο. Παλεύει να αντιληφθεί πού βρίσκεται και τι έχει μόλις συμβεί.

Λίγο πιο πίσω, στο φόντο του πλάνου, ο Νόβακ Τζόκοβιτς τον χειροκροτά μειδιώντας. Μπορεί να μπει στο μυαλό του και να καταλάβει πως ο μικρός κολυμπά σε βαθιά πελάγη σκέψεων, έχει περικυκλωθεί από αναρίθμητα συναισθήματα και, χαμένος, δεν γνωρίζει πώς ακριβώς ν’ αντιδράσει.

Είναι παντελώς παραδομένος στη μεγαλοσύνη του επιτεύγματός του. Αν και ο απόλυτος ήρωας της ημέρας, έχει αναπόφευκτα υψώσει λευκή σημαία. Η ηλικία και η έλλειψη εμπειριών τον προδίδoυν.

Ο χρόνος που θα κυλήσει έως ότου ορθώσει μια ολοκληρωμένη κουβέντα θα τον βοηθήσει να συνειδητοποιήσει το τι έχει καταφέρει. Έχει ολοκληρώσει το γρήγορο ταξίδι του στον χωροχρόνο, έχει επιστρέψει από το παράλληλο σύμπαν που βρέθηκε προηγουμένως και πατά ξανά στη γη.

Είναι εδώ, ανάμεσα σε χιλιάδες κόσμου, και ξυπνά από τη χειμερία νάρκη του.

Ο Αλκαράθ, μόλις 20 ετών από την 5η Μαΐου του τρέχοντος, είναι ένα παιδί που του άρεσε πάντα να ονειρεύεται και να πλάθει νοητές εικόνες από το μέλλον.

Μια τέτοια ήταν η μεγαλειώδης νίκη του στο τελικό του Wimbledon επί του Τζόκοβιτς, το απόγευμα της Κυριακής (16/7), ύστερα από μια συγκλονιστική μάχη σχεδόν πέντε ωρών που δεν είχε να ζηλέψει από εκείνες της Αγίας Τριάδας του σύγχρονου τένις (Τζόκοβιτς, Ναδάλ, Φέντερερ).

Ως «το όνειρο μιας ζωής» άλλωστε περιέγραψε ο ίδιος τη στιγμή αυτή κι ας είχε ήδη στο παλμαρέ του το τρόπαιο του US Open από τον Σεπτέμβριο του 2022 – το πρώτο του σε τουρνουά major. Πρόκειται για την ονείρωξη των τενιστών.

Πλέον και σε λιγότερα από τέσσερα χρόνια επαγγελματικής σταδιοδρομίας οι τίτλοι του συμπλήρωσαν μια ντουζίνα. Ασύλληπτο.

«Πρέπει πάντα να πιστεύεις. Είμαι μόνο 20 ετών, όλα γίνονται πολύ γρήγορα, αλλά είμαι περήφανος με τον τρόπο που δουλεύουμε καθημερινά», συμπλήρωσε περιχαρής πια στην πανηγυρική ανάρτησή του, συνοδεύοντάς την με μια συμβολική φωτογραφία από την απονομή τη στιγμή που φιλάει το κύπελλο.

Η φαντασίωσή του πιτσιρικά από την επαρχία της Μούρθια είχε λάβει ολοκληρωτική μορφή. Έγινε εκ νέου το Νο1 του κόσμου, αλλά η αξία αυτής της νέας αναρρίχησης ως την κορυφή είχε έρθει μέσα από την απόλυτη διαδικασία ωρίμανσης.

Ο Αλκαράθ ήταν πάντα ένα παιδί του τένις

Όλα τα καλά, για τον Αλκαράθ, άρχισαν στο Ελ Παλμάρ – την περιοχή με τους φοίνικες. Είναι το καμάρι μιας πόλης 23.000 κατοίκων που, παρά τον πληθυσμό της, ομοιάζει περισσότερο με την κλειστή κοινωνία ενός χωριού και χαρακτηρίζεται από τη σχετική οικειότητα, καθώς άπαντες γνωρίζονται μεταξύ τους και συναναστρέφονται καθημερνά στην αγορά.

Τα παιδιά βγαίνουν ακόμη στον δρόμο και οι πρεσβύτεροι συναντιούνται για ντόμινο και πετάνκ (παιχνίδι με μεταλλικές σφαίρες).

Ως γιος πρώην τενίστα και υπεύθυνου ακαδημιών της περιοχής, ο Καρλίτο βρέθηκε από νωρίς στο κορτ. Δεύτερο σπίτι του έγιναν οι εγκαταστάσεις της Real Sociedad Club de Campo de Murcia. Ο Κάρλος Άλβαρεθ Γκονθάλεθ διέκρινε εξ αρχής την έφεση του γιου του στο τένις και -με τη σύμφωνη γνώμη της μητέρας Βιρχίνια Γάρφια- εστίασε περισσότερο πάνω του παρά στους άλλους τρεις αδερφούς του (Άλβαρο, Σέρχιο, Χάιμε), που ασχολήθηκαν επίσης με το σπορ.

Ο ίδιος είχε παίξει επαγγελματικά, αλλά -δίχως προσωπικές επιτυχίες- προτίμησε να αφοσιωθεί στην εκγύμναση και εξέλιξη νεαρών.

«Από την ηλικία των επτά ετών φαινόταν ότι διέθετε κάτι ξεχωριστό»

Ενδεχομένως στον Κάρλος έβλεπε να μεγεθύνονται όλα εκείνα που δεν κατάφερε να πετύχει ο ίδιος όσο κρατούσε τη δική του ρακέτα. Κάμποσοι γονείς το κάνουν ασυνείδητα, άλλοι συνειδητά. Όπως και να ‘χε, ο Αλκαράθ τον δικαίωσε γρήγορα. Πολύ γρήγορα. Μυήθηκε και ταυτίστηκε με το τένις όσο κανένα από τ’ αδέρφια του.

Όταν στα τέσσερα χρόνια του πρωτοχτύπησε το μπαλάκι, άρχισε να γεννάται η βεβαιότητα ότι η μενταλιτέ του συνδυαστικά με το πλούσιο ταλέντο του πλάθουν μια οντότητα με λαμπρό μέλλον. «Από την ηλικία των επτά ετών φαινόταν ότι διέθετε κάτι ξεχωριστό«, έχει πει ο Αλκαράθ Γκονθάλεθ, κομπάζοντας για τον γιο του.

Προς όφελος όλων και κυρίως του μικρού, ο πατέρας του δεν εγκλωβίστηκε σε στεγανά. Τον βοήθησε ν’ ανοίξει τα φτερά του. Λειτούργησε βασιζόμενος στις ανάγκες του Κάρλος και όχι στις προσωπικές φιλοδοξίες του.

Ζήτησε από ειδικούς προπονητές να δουλέψουν μαζί του, τους πλήρωνε εξτρά γι’ αυτό, και δεν δίστασε να κάνει στην άκρη για να μην επηρεάσει τον κανακάρη του. Δίπλα του, αλλά με μια σκιώδη παρουσία.

Στα 12 τού βρήκε ατζέντη για να τον εκπροσωπεί και στα 15 τον έστειλε στο Αλικάντε, 80 χιλιόμετρα, για να ενταχθεί στο πρόγραμμα του Χουάν Κάρλος Φερέρο. Ο προικισμένος Ισπανός είχε κατακτήσει το Roland Garros το 2003 κι από τότε δεν έχει αφήσει τον Αλκαράθ από τα μάτια του, όντας υπεύθυνος για τη ραγδαία εξέλιξή του.

Το μηνιαίο κόστος συμμετοχής στο καμπ ξεπερνούσε τα 4.000 ευρώ, ένα ποσό που η οικογένεια Αλκαράθ δεν ήταν εύκολο να διαθέσει. «Ξέραμε ότι οφείλαμε να τον βάλουμε στα χέρια ενός κορυφαίου προπονητή που γνώριζε το επόμενο επίπεδο, αλλά πιστεύαμε ότι δεν είχαμε πώς να τον πληρώσουμε».

Η συνάντηση που καθόρισε το μέλλον του Αλκαράθ

Σ’ εκείνη την περίσταση ο Φερέρο σκέφτηκε πανέξυπνα. Έπαιξε ένα ματς με τακτική και τεχνική. Προτίμησε την baseline, ένα μάλλον αμυντικό παιχνίδι, παρά ν’ ανέβει στο φιλέ και να ρισκάρει οτιδήποτε άλλο. Έχοντας ήδη παρακολουθήσει τον μικρό, επέλεξε να επενδύσει πάνω του και όχι να έχει ένα βραχύβιο κέρδος.

Φίλοι και γνωστοί ανέπτυξαν ενστάσεις, καθώς την ίδια στιγμή ο Φερέρο απέρριπτε προτάσεις συνεργασίας πολύ πιο κερδοφόρες από πιο φημισμένους τενίστες (Τίεμ, Ντελ Πότρο, Χάλεπ). Είχε ήδη συσχετιστεί με τον αντισυμβατικό Ζβέρεβ και στο μυαλό του είχε να δουλέψει πάνω σε κάτι εντελώς διαφορετικό. Έβλεπε μπροστά, λειτουργούσε βάσει ενστίκτου.

«Ήταν τελείως διαφορετικό απ’ ό,τι με τον Ζβέρεβ. Πήρα απλώς ένα αγόρι, αλλά πρέπει να πω ότι το γεγονός ότι μπόρεσα να τον καλουπώσω μεταφέροντάς του όλες τις εμπειρίες που είχα εγώ ως παίκτης μ’ έκανε να ενθουσιαστώ», είχε πει ο Ισπανός προπονητής το 2020, αφού πρώτα είχε συμβουλεύσει τον Αλκαράθ «να επιδείξει αφοσίωση, ακόμη και φανατισμό με τη δουλειά, για να μην μείνει στα μισά του δρόμου».

Ο έφηβος Κάρλος δεν είχε μόνο ένα πολύ δυνατό και αψεγάδιαστο χέρι. Η ακοή του ήταν εξίσου ανεπτυγμένη και δεν άφησε ποτέ συμβουλή που να μην την επεξεργαστεί κατάλληλα. Έχοντας το κεφάλι χαμηλά, πάλευε να διορθώσει ό,τι δεν δούλευε σωστά και να βελτιώσει τα στοιχεία που τον διέκριναν εξ αρχής.

Με απόλυτα πρότυπα τον Ρότζερ Φέντερερ και τον Ράφα Ναδάλ, μόνος είχε θέσει τον πήχυ ψηλά.

Η πορεία της εκτόξευσης και η αγκαλιά ευγνωμοσύνης

Η κοινή πενταετία που ακολούθησε από την πρώτη ημέρα που συναντήθηκαν είχε ένα αδιαμφισβήτητο σημείο αναφοράς: την πίστη στην εξέλιξη. Κάθε φορά και ένα νέο check point, κάθε προπόνηση μια επιπλέον ώρα δουλειάς, κάθε επόμενο τουρνουά μια απόδειξη προόδου.

Τον Φλεβάρη του 2022 μπήκε στην 20άδα των κορυφαίων τενιστών και τρεις μήνες μετά ήταν ήδη στη 10άδα χάρη σε μια νίκη του επί του Στέφανου Τσιτσιπά.

Ως Νο14 κατέκτησε το πρώτο 1000άρι, μια ημέρα μετά τη συμπλήρωση των 19 του νίκησε για πρώτη φορά τον Ναδάλ και την επόμενη απέκλεισε τον Τζόκοβιτς σ’ ένα μαγευτικό διήμερο που άλλο νεαρός στην ηλικία του δεν είχε βιώσει ποτέ. Μόνο αυτός.

Σ’ όλο αυτό το διάστημα οι στιγμές έντασης δεν έλειπαν, οι απογοητεύσεις επίσης, με δεδομένο ότι ο Φερέρο είχε να διαχειριστεί ναι μεν έναν σούπερ αθλητή, αλλά ταυτόχρονα έναν έφηβο που μεγάλωνε κι άλλαζε σταδιακά, αποκτώντας νέα ερεθίσματα.

Η χρήση του κινητού τηλεφώνου πριν από τους μεγάλους αγώνες έχει γίνει ένα μόνιμο πεδίο αντιπαράθεσης προπονητή και παίκτη, διότι τον αποσπά. Μάλιστα ο Ισπανός τεχνικός την έχει αποκαλέσει «μια χαμένη μάχη», όποια προσπάθεια κι αν κάνει.

Ο προ λίγων εβδομάδων αποκλεισμός στον ημιτελικό του Roland Garros υπήρξε η πιο πρόσφατη πληγή. Οι δυο τους φρόντιζαν πάντως με πολλές κουβέντες και αγωνιστικές θυσίες να αναζητούν και να βρίσκουν τις διεξόδους σε κάθε πρόβλημα, να ξεπερνούν κάθε εμπόδιο που φρέναρε τη διαδικασία.

Αποκορύφωμα το συγκινητικό κλάμα του Φερέρο όταν ο Αλκαράθ αψήφησε οποιονδήποτε άλλον κι έτρεξε να τον αγκαλιάσει στο μπουθ της κερκίδας.

Στον μέντορά του ένιωσε ότι έπρεπε να υποκλιθεί πρώτα, διότι η δική του διάυγεια και η επιμονή έγιναν το άρμα του για την εκπλήρωση του ονείρου ενός παιδιού που έχει μεγαλώσει πολύ γρήγορα και, ως ο απόλυτης πρωταγωνιστής της γενιάς του, πρόκειται να διεκδικήσει στο μέλλον το τίτλο του GOAT.

Διότι όπως ομολόγησε με παρρησία για τον Αλκαράθ ο Τζόκοβιτς αμέσως μετά την ήττα του «νομίζω ότι έχει τα καλύτερα από τους τρεις κόσμους, του Ρότζερ, του Ράφα και του δικού μου».