Η ωραιότερη στιγμή στην κοινοβουλευτική συζήτηση για τους «Νέους Ορίζοντες» στο πανεπιστήμιο ήταν όταν ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ Θ. Παφίλης εκφώνησε λογύδριο υπέρ του αντιδικτατορικού αγώνα.

Με μισό αιώνα καθυστέρηση. Αλλά δεν πειράζει.

Θύμισε λίγο το ανέκδοτο με το σκουλήκι. Ενας υποψήφιος για τα εν λόγω πανεπιστήμια προετοιμάζει τις εξετάσεις διαβάζοντας μόνο το SOS θέμα, που θεωρείται το σκουλήκι. «Το σκουλήκι είναι… κ.λπ., κ.λπ.».

Ελα όμως που στις εξετάσεις πέφτει το γουρούνι.

Γράφει λοιπόν ο εξεταζόμενος:

«Το γουρούνι είναι ένα ζώο που ζει στις λάσπες. Στις λάσπες όμως ζουν και πολλά σκουλήκια. Το σκουλήκι είναι… κ.λπ., κ.λπ.». Για το σκουλήκι ήξερε το παιδί, για το σκουλήκι έγραψε.

Ολος ο αναχρονισμός της ελληνικής πολιτικής συμπυκνώνεται και αναδεικνύεται κάθε φορά που γίνεται συζήτηση για τα πανεπιστήμια. Οπου καταλήγουν πάντα να συζητούν για το σκουλήκι.

Γι’ αυτό τα πανεπιστήμια αλλάζουν μόνο προς το χειρότερο – μεταξύ μας, ούτε τώρα είμαι αισιόδοξος πως θα γίνει κάτι…

Διότι η ουσία είναι ότι δεν θέλουν να αλλάξουν, ούτε θέλουν να τα αλλάξουν.

Οσοι τα υπηρετούν και όσοι σπουδάζουν σε αυτά είναι μέρος ενός συγκεκριμένου πανεπιστημιακού συστήματος που προφανώς δεν τους συμφέρει να αλλάξει.

Λογικά, θα παινέψουν το σπίτι τους…

Οσοι συναθροίζονται στη Βουλή για να το αλλάξουν είναι στη μεγάλη τους πλειοψηφία δημιουργήματά του. Γιατί να το αλλάξουν;

Οσοι καταγράφουν ή τροφοδοτούν τον διάλογο είναι ιδεολογικά προκατειλημμένοι εναντίον του καλύτερου. Δεν τους περιλαμβάνει.

Ολοι τελικά καταλήγουν στο σκουλήκι διότι το σκουλήκι ξέρουν.

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε τον Πρωθυπουργό ότι θέλει να αλλάξει το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο από το οποίο «δεν έχει περάσει ούτε απ’ έξω» (14/7).

Στην πραγματικότητα όμως το επιχείρημα διαβάζεται αντίστροφα.

Γιατί να θέλουν να αλλάξουν το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο άνθρωποι που «δεν έχουν περάσει ούτε απ’ έξω» από ένα ξένο πανεπιστήμιο της προκοπής;

Αυτή είναι όλη η ουσία της συζήτησης. Και η μοναδική πραγματική απάντηση είναι πως στον σύγχρονο κόσμο δεν πας μακριά με κάτι κουτσοαγγλικούλια και γράφοντας για το σκουλήκι.

Καλώς ή κακώς, δηλαδή, το «ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, Πολυτεχνείο» δεν αποτελεί ουσιαστικό εφόδιο για παιδιά που γεννήθηκαν και θα ζήσουν στον 21ο αιώνα.

Μόνο που αυτό πρέπει πρώτα να το συνειδητοποιήσουν εκείνοι που πάνω στο «ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, Πολυτεχνείο» έκτισαν την καριέρα και την υπόστασή τους.

 

Δεν το βρίσκω ιδιαίτερα πιθανό. Ο Παφίλης θα καταλήξει πάντα σε κάποιον αγώνα. Και οι άλλοι θα συνεχίσουν να ασχολούνται με το σκουλήκι.

Αυτή την αδυναμία αποτυπώνει κάθε συζήτηση για τα πανεπιστήμια. Είτε αφορά τη διοίκηση είτε την προστασία τους είτε τη στελέχωση είτε το εκπαιδευτικό τους περιεχόμενο.

Καταλήγουμε στις ανοησίες του Βερναρδάκη για την Πισπιρίγκου, στις παλιομοδίτικες φωνασκίες του Φίλη ή σε μια εκτός θέματος ανάλυση του Συρίγου για το «αν η χούντα έπεσε από το Πολυτεχνείο ή από το Κυπριακό».

Και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο τα πανεπιστήμια ούτε θα αλλάξουν ούτε θα γίνουν καλύτερα. Οχι μόνο επειδή κανείς δεν θέλει να τα αλλάξει, αλλά και επειδή κανείς δεν θα αφήσει να αλλαχθούν.

Διότι, όπως όλοι γνωρίζουμε, «το σκουλήκι είναι… κ.λπ., κ.λπ.».

Εξηγήσεις

Ο Βερναρδάκης αποκάλεσε «Πισπιρίγκου» την Κεραμέως. Οταν τον έκραξαν και οι πολυθρόνες, το ανακάλεσε και την αποκάλεσε «Μήδεια».

Είναι προφανώς της σχολής Φίλη που κατηγορούσε την Κεραμέως ότι «κατέσφαξε» χιλιάδες παιδιά και πώς θα τολμήσει να αντικρίσει τα δικά της.

Πέρα από την εγγενή βλακεία αυτών των δηλώσεων, έχω μια ειλικρινή απορία. Ποιον νομίζουν ότι πλήττουν με τέτοιους χαρακτηρισμούς; Την Κεραμέως;

Και γιατί δεν θα μπορούσαν να ασκήσουν την ίδια κριτική επί της ουσίας χωρίς να καταφύγουν σε προσωπικές προσβολές; Τι κέρδισαν;
Εξήγηση δεν έχω. Αλλωστε το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της βλακείας είναι ότι δεν χρειάζεται εξηγήσεις.

Περιττοί καλοθελητές

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιοποίησε την Εκθεση για «την κατάσταση του κράτους δικαίου» στην Ευρώπη και στην Ελλάδα (13/7).
Δεν ξέρω πόσο στενοχωρήθηκαν όσοι προσδοκούσαν ότι περίπου θα εξοβελίσει «την Ελλάδα του Μητσοτάκη» στο πυρ το εξώτερον, αλλά τίποτα τέτοιο δεν συνέβη.

Ούτε «κόλαφος» με «κίτρινες κάρτες» είναι η Εκθεση («Εφ. Συν»). Ούτε «καταπέλτης» («Αυγή»). Καταγράφει μάλλον ψύχραιμα την κατάσταση του κράτους δικαίου και του Τύπου στη χώρα μας.
Για να είμαι ειλικρινής, δηλαδή, λέει εκείνα που περίπου ξέραμε!

Οπως ότι «η κατάσταση των δημοσιογράφων προκαλεί σημαντικές ανησυχίες λόγω του γεγονότος ότι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν απειλές και επιθέσεις».

Λογικό. Προφανώς προκαλούν σημαντικές ανησυχίες οι αντιεξουσιαστές με τα γκαζάκια, τους τραμπουκισμούς και τους εμπρηστικούς μηχανισμούς, μόλις προχθές έκαψαν έναν ραδιοφωνικό σταθμό.
Δεν έχω δει όμως άλλον να απειλεί και να επιτίθεται σε δημοσιογράφους.

Παραδέχεται ότι η κυβέρνηση «έχει λάβει μέτρα για να ενισχύσει τη διαφάνεια της ιδιοκτησίας των Μέσων», αλλά σημειώνει ότι η κατανομή της κρατικής διαφήμισης και της κρατικής χρηματοδότησης «αποτελεί ζήτημα» – χωρίς να διευκρινίζει τι είδους ζήτημα…
Το βέβαιο είναι πως όποιος κι αν υποκινεί την επίθεση που δέχεται ο ελληνικός Τύπος, η Εκθεση της Επιτροπής δεν την υιοθετεί, ούτε την τροφοδοτεί.
Αναμενόμενο, λέω εγώ.

Δεν υπήρχε περίπτωση να εξαπολύσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ιδεοληπτική επίθεση εναντίον μιας κυβέρνησης, η οποία μάλιστα χαίρει αποδοχής στους κυρίαρχους ευρωπαϊκούς κύκλους.

Ενδεχομένως οι «ενδιαφερόμενοι» να επιστρατεύσουν ξανά κάποιους Ρεπόρτερ χωρίς Σύνορα για να αναδείξουν μια στρεβλή εικόνα.
Αλλά εκ των πραγμάτων το παραμύθι ενός Τύπου ανελεύθερου, μονόπλευρου και ελεγχόμενου δεν φαίνεται να πείθει άλλους από εκείνους που το διακινούν.

Οχι πως δεν υπάρχουν προβλήματα στον ελληνικό Τύπο. Ασφαλώς υπάρχουν. Είναι όμως δική του δουλειά να τα αντιμετωπίσει με σωφροσύνη και ψυχραιμία. Διαφυλάσσοντας την ανεξαρτησία και την ελευθερία του.
Οι καλοθελητές εξωτερικού δεν είναι απλώς αμφιλεγόμενοι αλλά και περιττοί.