Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ, στην εκπομπή «Στο Κέντρο», στον δημσιογράφο Γιώργο Κουβαρά, δήλωσε πως αυτά τα τρία χρόνια έχει δει πολλές διακυμάνσεις στην τουρκική πολιτική απέναντι στην Ελλάδα. Αναφέρθηκε στα γεγονότα στον Έβρο το 2020, στο Αιγαίο το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς, αλλά και στο γεγονός ότι είχαμε και περιόδους με μικρότερη ένταση και λιγότερες φραστικές εξάρσεις.
«Είμαι αρκετά συνηθισμένος στο ευμετάβολο της τουρκικής ρητορικής σε σχέση με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις», ανέφερε.
Είπε, επίσης, ότι το κλίμα στη συνάντησή του με τον Ταγίπ Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη ήταν καλό και προσδοκούσε ότι θα μπορούσαν να αφήσουν στην άκρη τις εντάσεις.
Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι, ενώ οι πρώτες εβδομάδες ήταν ήρεμες, ακολούθησε κρεσέντο υπερπτήσεων πάνω από κατοικημένα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου «κάτι το οποίο παραβίασε ευθέως την «κόκκινη γραμμή», την οποία εγώ ο ίδιος είχα θέσει στον Πρόεδρο Erdoğan, λέγοντάς του ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται ποτέ, ως Ελλάδα, να μπούμε σε οποιαδήποτε συζήτηση αφορά την κυριαρχία των νησιών μας».
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η κατά συνέπεια η Τουρκία έκανε το πρώτο βήμα πρόκλησης και έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και υπενθύμισε ότι τον Νοέμβριο του 2019 η γειτονική χώρα υπέγραψε το προκλητικό και παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο, ενώ τον Μάρτιο του 2020 εργαλειοποίησε το προσφυγικό.
Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι στην εποχή μας αντιμετωπίζουμε ένα πρωτοφανές γεγονός, έναν πόλεμο και το ζητούμενο των καιρών μας είναι πώς θα απαντήσουμε απέναντι σε έναν επεκτατικό αναθεωρητισμό, ο οποίος συχνά, είπε, έχει αναφορές σε φαντασιώσεις αυτοκρατορικές άλλων εποχών.
«Και πιστεύω ότι δεν χρειάζεται κανείς πολύ μεγάλη φαντασία για να διαπιστώσει ότι πολλές φορές και η Τουρκία υιοθετεί ακριβώς αυτήν την ρητορική η οποία, όμως, τη θέτει στην παρούσα συγκυρία στο περιθώριο των εξελίξεων. Κατά συνέπεια, εάν επικρατήσει η στοιχειώδης λογική δεν θα έχουμε κάποια περαιτέρω κλιμάκωση», εκτίμησε ο κ. Μητσοτάκης.
«Θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί. Και οι Έλληνες πρέπει να αισθάνονται απολύτως ασφαλείς, ότι η χώρα δεν έχει απλά μία ισχυρή αποτρεπτική δυνατότητα, την οποία πιστεύω ότι φροντίσαμε αυτά τα τρία χρόνια να την ενισχύσουμε έτι περαιτέρω, αλλά έχει, ταυτόχρονα, και πολύ ισχυρούς συμμάχους και εντάσσεται σε ένα πλαίσιο χωρών που αντιλαμβάνονται ότι τα σύνορα δεν μπορούν να παραβιάζονται δια της βίας και οι διαφορές μεταξύ των κρατών πρέπει να λύνονται με μοναδικό γνώμονα και μοναδικό σημείο αναφοράς το Διεθνές Δίκαιο», διαβεβαίωσε ο πρωθυπουργός.
Είπε, επίσης, ότι έχουμε μεγάλη ένταση στα λόγια αλλά όχι στο πεδίο και υπογράμμισε ότι σε οποιαδήποτε δυσκολία ο ελληνικός λαός είναι πάντα συσπειρωμένος, στηρίζοντας την οποιαδήποτε ηγεσία διαχειρίζεται δύσκολες καταστάσεις στα εθνικά θέματα.
Επ’αυτού, υπογράμμισε, ότι στο μέτωπο της εξωτερικής πολιτικής μεταξύ των μεγάλων κομμάτων, της αξιωματικής αντιπολίτευσης και του ΠΑΣΟΚ, δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές.
«Υπάρχει, όμως, ένα ζήτημα ασυνέπειας ως προς την αξιωματική αντιπολίτευση όταν -παραδείγματος χάρη- δεν υπερψηφίζει Συμφωνίες οι οποίες είναι εθνικά ωφέλιμες, όπως η ελληνογαλλική συμφωνία, οι πρόσθετες αμυντικές δαπάνες που τόσο απαραίτητες είναι σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία. Θα ευχόμουν, λοιπόν, να μπορούμε σε αυτές τις σημαντικές εθνικές επιλογές οι πράξεις μας, ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο τα κόμματα ψηφίζουν στη Βουλή, να είναι εναρμονισμένες με την εθνική στρατηγική, η οποία πιστεύω ότι με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο υπάρχει αυτή τη στιγμή στη χώρα μας», πρόσθεσε.
Αναφερόμενος στην άποψη του ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν θα έπρεπε να στείλουμε όπλα στην Ουκρανία, ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε πως αυτό θα καθιστούσε την Ελλάδα μία ευρωπαϊκή εξαίρεση, ενώ για την απάντηση του Αλέξη Τσίπρα στον Ταγίπ Ερντογάν με ανάρτηση στα τουρκικά ανέφερε: «Νομίζω ότι αυτές είναι κινήσεις επικοινωνίας, όσο όμως προβάλλονται οι εθνικές θέσεις με οποιονδήποτε τρόπο θεωρώ ότι αυτό, επί της αρχής, είναι εθνικά ωφέλιμο, αρκεί όπως σας είπα να υπάρχει μία συστράτευση μεταξύ αυτών που λέμε και αυτών που κάνουμε».
Παράλληλα ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Τουρκία δηλώνοντας πως είναι λάθος αυτή τη στιγμή να ανακαλύπτονται δήθεν απειλές κατά της γειτονικής χώρας, προκειμένου να μετατεθεί η συζήτηση από εσωτερικά προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζει η τουρκική κυβέρνηση.
«Δεν νομίζω ότι υπάρχει κανείς -και στην Τουρκία πιστεύω- σκεπτόμενος άνθρωπος ο οποίος πιστεύει ότι η Ελλάδα σήμερα μπορεί να απειλεί την Τουρκία. Σίγουρα σε κανένα διεθνές forum δε θα μπορούσε αυτή η θεωρία να γίνει έστω και κατ’ ελάχιστον πιστευτή», συμπλήρωσε.
Είπε, επίσης, ότι θα συναντιόταν ξανά με τον Πρόεδρο της Τουρκίας και υπενθύμισε ότι και μετά τον Έβρο ο Ταγίπ Ερντογάν είχε κάνει αντίστοιχες δηλώσεις.
«Θεωρώ ότι νομοτελειακά κάποια στιγμή θα συναντηθούμε. Και πρέπει να συναντιόμαστε και πρέπει να συζητάμε. Και όπως σας είπα και όπως είπα και στον ίδιο τον Πρόεδρο Erdoğan, πρέπει να μπορούμε να συμφωνούμε ότι διαφωνούμε, αλλά να συμφωνούμε στο πλαίσιο επίλυσης των διαφορών μας. Και επίσης θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε πότε τα επιχειρήματά μας αγγίζουν πια τη σφαίρα του παραλόγου. Διότι διάλογο με το παράλογο δεν μπορούμε να κάνουμε», συνέχισε.
Είπε, επίσης, ότι οι αιτιάσεις της Τουρκίας έτσι όπως εκφράστηκαν στις τελευταίες επιστολές στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών είναι τελείως παράλογες στον βαθμό που εγείρουν ζητήματα κυριαρχίας της Ελλάδος επί των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.
Θα ήταν πάρα πολύ εύκολο, συμπλήρωσε, να υιοθετούσε και εκείνος μια αντίστοιχη ρητορική απέναντι στην Τουρκία. «Δεν πρόκειται να το κάνω. Θα ήταν εθνικά ανεύθυνη πράξη να ρίξω λάδι στη φωτιά. Δεν μπλέκω ποτέ τα εξωτερικά ζητήματα με την εσωτερική πολιτική επικαιρότητα. Και, κατά συνέπεια, θα εξακολουθώ με ήρεμη αυτοπεποίθηση να υπεραμύνομαι των ελληνικών θέσεων. Θα το κάνω σε κάθε διεθνές forum στο οποίο βρίσκομαι, είτε αυτό είναι Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε αυτό είναι το ΝΑΤΟ, είτε αυτό είναι οι διμερείς μου επαφές. Όχι με διάθεση να στοχοποιήσω την Τουρκία και να κουνήσω το δάχτυλό μου σε οποιονδήποτε, αλλά να εξηγήσω γιατί σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία για την Ευρώπη θα ήταν μεγάλο πρόβλημα για την Ευρώπη, για το ΝΑΤΟ, για τις Ηνωμένες Πολιτείες να υπάρχει ακόμα μια εστία αβεβαιότητας και αστάθειας στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ», ανέφερε.
Σημείωσε δε, ότι του κάνει εντύπωση γιατί από την Τουρκία ασκείται κριτική για την ομιλία του στο Κογκρέσο και όχι για την αντίδραση των Αμερικανών Γερουσιαστών και μελών του Κογκρέσου σε αυτά τα οποία είπα.
Επιπρόσθετα ανέφερε πως δεν πιστεύει ότι θα βοηθούσε ένα Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών για τα ελληνοτουρκικά και δήλωσε πως είναι πάντα στη διάθεση οποιουδήποτε αρχηγού για ενημέρωση.