Εντυπωσιακή σε μέγεθος αλλά και σε έργα είναι η φετινή 59η Μπιενάλε Βενετίας, η οποία πραγματοποιεί αυτό που υπόσχεται. Βάζει σε πρώτο πλάνο τις γυναίκες καλλιτέχνιδες, γνωστές, άγνωστες, παραγνωρισμένες, και στήνει ένα πολυδιάστατο αφήγημα γύρω από την εμπειρία τού να είσαι γυναίκα (ή σε μικρότερο βαθμό μη-δυαδικό άτομο ή τρανς).

Η καλλιτεχνική διευθύντρια Τσετσίλια Αλεμάνι αντιστρέφει τη συνήθη (δυσ)αναλογία γυναικών – ανδρών, τον συνήθη «ελέφαντα» στο δωμάτιο, τον οποία καθιστά πλέον αναπόδραστα ορατό μέσα από το γλυπτό έργο της Καταρίνα Φριτς που σε υποδέχεται στην κεντρική έκθεση στα Τζιαρντίνι, και από τους 213 καλλιτέχνες από 58 χώρες της κεντρικής έκθεσης μόλις το 10% είναι άνδρες (στην Μπιενάλε του Ζαν Κλερ το 1995 συνέβαινε το αντίστροφο). Η ζωγραφική, τα crafts και οι τεχνικές υφάνσεων, η γλυπτική και οι εγκαταστάσεις, τα έντονα χρώματα, η υλικότητα, η μεγάλη κλίμακα έχουν την τιμητική τους με θεματικές που άπτονται σουρεαλιστικών διαθέσεων και διερευνούν τις ανεξάντλητες προοπτικές του σώματος για μεταμόρφωση, τη σύνδεσή του με τη γη και το περιβάλλον αλλά και με την τεχνολογία με ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας με το βιβλίο «Το γάλα των ονείρων» της επίσης παραγνωρισμένης Λεονόρα Κάρινγκτον (1917-2011), από το οποίο αντλεί το κόνσεπτ της η Αλεμάνι. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες οι πέντε υποενότητες, μικρές κάψουλες χρόνου που φέρνουν στο προσκήνιο εικαστικούς, χορεύτριες, συγγραφείς της αβανγκάρντ του περασμένου αιώνα που επηρέασαν με τον τρόπο τους την εξέλιξη της τέχνης, αν και η μικρή κλίμακα των έργων, η πληθώρα των καλλιτεχνών και των έργων τους απαιτούν μια αφοσίωση που το μέγεθος της διοργάνωσης μαζί με τα 80 εθνικά περίπτερα και τις δεκάδες παράπλευρες εκθέσεις και εκδηλώσεις σε όλη την πόλη και τα νησιά της Βενετίας δεν σου επιτρέπουν να διαθέσεις σε μία επίσκεψη στην πόλη. Ακόμα δηλαδή και σε αυτή την έκθεση όπου τα έργα-βίντεο είναι ελάχιστα και δεν μονοπωλούν τον χρόνο με τις συνήθως απαιτητικές διάρκειές τους.

Δεν είναι βέβαια αυτός ο λόγος που ξεχωρίζει το «Lacerate» της Τζάνις Ραφαηλίδου, ένα πανέμορφο αισθητικά, σύνθετο αφήγημα για την αντιστροφή κυνηγού και θηράματος, θύματος και θύτη με φόντο ένα φαινομενικά εγκαταλελειμμένο σπίτι όπου ο «πολιτισμός» έχει ηττηθεί από τη φύση μπροστά στην επιτακτική ανάγκη για επιβίωση μιας κακοποιημένης γυναίκας και των οικόσιτων σκύλων της. Το δε «The parents’ room», του Ντιέγκο Μαρκόν σε καθηλώνει με το ρομαντικό τραγούδι ενός πατέρα που δεν μπορείς να ξεχωρίσεις ακριβώς αν είναι μαριονέτα, άνθρωπος ή ένα απόκοσμο ον «χαλασμένο» από τις αποτρόπαιες πράξεις που ομολογεί μέσα από τους στίχους του. Το δε «Of Men and Gods and Mud» του βραβευμένου ως «καλύτερου νέου υποσχόμενου καλλιτέχνη», Λιβανέζου Αλί Σερί, αναπτύσσεται σε τρεις οθόνες και αντλεί το υλικό του από την κατασκευή ενός υδροηλεκτρικού φράγματος στο Βόρειο Σουδάν εξαιτίας του οποίου μετατοπίστηκαν 50.000 κάτοικοι.

«We walked the earth» του Ούφε Ισολότο στο περίπτερο της Δανίας

Πρωτιές και βραβεία

Οι γυναίκες είχαν την τιμητική τους και στα φετινά βραβεία, ενώ έκαναν αισθητή την παρουσία τους και στις εθνικές εκπροσωπήσεις. Η (πρώτη μαύρη) γυναίκα που εκπροσώπησε τη Μεγάλη Βρετανία πήρε τον Χρυσό Λέοντα για το Εθνικό της Περίπτερο, η (πρώτη αλγερινής καταγωγής) καλλιτέχνις που εκπροσωπεί τη Γαλλία πήρε ειδική μνεία για το έργο της, η (πρώτη αφροαμερικανή) καλλιτέχνις που κατέλαβε το περίπτερο των ΗΠΑ πήρε τον Χρυσό Λέοντα για την καλύτερη συμμετοχή στην έκθεση «To γάλα των ονείρων», η πρώτη φορά που συμμετείχε η Ουγκάντα στη διοργάνωση συνοδεύτηκε από μια ειδική μνεία. Αγχος συμπεριληπτικότητας ή απλώς αθώες συμπτώσεις; Tα συγκεκριμένα έργα είχαν ήδη ξεχωρίσει προτού επικυρωθεί η αξία τους από τη βράβευση.

Η βρετανή μεγάλη νικήτρια Σόνια Μπόις παρουσίασετην εγκατάσταση «Feeling her way», μια σειρά από προβολές, κολάζ και γλυπτά όπου πρωταγωνιστούν τέσσερις γυναικείες φωνές (Τανίτα Τικάραμ, Σοφία Τζέρνμπεργκ, Πότι Ατζούντχα, Τζάκουι Ντανκγουορθ, ενώ καθοδηγούνται από τη συνθέτρια Ερολιν Γουάλεν) που κάνουν «πρόβα» μέσα από γειτονικές οθόνες παίζοντας με τις φωνές τους, τις χροιές, τις τονικότητες, τις εντάσεις και τους ψιθύρους. Ηταν η ηχητική απάντησή τους στο ερώτημα της Μπόις «πώς φαντάζεσαι την ελευθερία;» και μάλλον και οι ίδιες εκπλήσσονταν ανακαλύπτοντας τις ανεξάντλητες δυνατότητες των φωνητικών χορδών τους.

Η αλγερινής καταγωγής γαλλίδα και πολιτογραφημένη Βρετανή Ζινέμπ Σεντίρα προκάλεσε το αδιαχώρητο μπροστά από το γαλλικό περίπτερο. Σε αποζημίωνε η ολιστική κινηματογραφική εμπειρία που έχει στήσει εντός, και σε στούντιο και σε αίθουσα προβολής όπου παρουσιάζεται ένα βίντεο το οποίο δικαιολογεί τελικά και την ύπαρξη των σετ που σε υποδέχονται. «Τα όνειρα δεν έχουν τίτλους» μας λέει και μας δείχνει πώς η Ιστορία συνάπτει σχέσεις με τη μυθοπλασία του σινεμά, όπως και ο τρόπος που ζούμε, επινοούμε τον εαυτό μας και παίζουμε τους ρόλους της ζωής μας, ανατρέχοντας στην εμπειρία της μετανάστευσης των γονιών της, την αγάπη της για τις ταινίες και τις πρώτες συμπαραγωγές μεταξύ Γαλλίας, Αλγερίας και Ιταλίας που επιχείρησαν να αποδομήσουν την αποικιοκρατική απεικόνιση και θεώρηση της χώρας καταγωγής της.

Οι ουρές μπροστά από το ελληνικό περίπτερο

ΗΠΑ και Ουκρανία

Η Αμερικανίδα Σιμόν Λι που βραβεύτηκε για το μνημειακό γλυπτό «Brick House» στην κεντρική έκθεση της Αλεμάνι, έχει καταστήσει εξόχως ορατό το περίπτερο των ΗΠΑ. Tο κτίριο που χτίστηκε το 1931 έχει αποκτήσει μια αχυροσκεπή για να θυμίζει ένα αφρικανικό παλάτι, μία από τις ατραξιόν στη διαβόητη Αποικιακή Εκθεση του Παρισιού του 1931, ενώ ένα γλυπτό ύψους επτά μέτρων στο κέντρο του ως άλλος «Δορυφόρος» προϊδεάζει από μακριά για τα μικρότερης κλίμακας έργα εντός, γλυπτά από μπρούντζο εμπνευσμένα από εικόνες και ξεχασμένες ιστορίες που στο παρελθόν απομονώθηκαν και εξυπηρέτησαν το αποικιοκρατικό αφήγημα.

Ολα τα βλέμματα ήταν στραμμένα βεβαίως και στην ουκρανική συμμετοχή. Μοναχική και υποφωτισμένη, η εγκατάσταση «Fountain of Exhaustion. Aqua Alta» του Πάβλο Μάκοφ αποτελείται από μια πυραμιδωτή διάταξη δοχείων σαν χωνιά να αλληλομεταγγίζουν ένα υγρό το οποίο υποτίθεται ελαττώνεται βαθμηδόν. Είχε ως στόχο να συμβολίσει την εξάντληση των φυσικών πόρων, αν και δεδομένων των τραγικών γεγονότων, περισσότερο στην εξάντληση και εξόντωση του ίδιου του ουκρανικού λαού παρέπεμπε.

Λεπτομέρεια από το πολωνικό περίπτερο, όπου η ρομά καλλιτέχνις Μαλγκορζάτα Μίργκα-Τας παρουσιάζει την έκθεση Re-enchanting the world

Οι Ρομά στο προσκήνιο

Στο γειτονικό περίπτερο της Πολωνίας επιτεύχθηκε άλλη μια πρωτιά. Η Μαλγκορζάτα Μίργκα-Τας είναι η πρώτη ρομά εικαστικός που συμμετέχει στην Μπιενάλε, αν και επισήμως είχε προηγηθεί το Ρομά Περίπτερο το 2007. Δεν συμβιβάζει καμία από τις πτυχές της ταυτότητάς της «Είμαι Πολωνή, είμαι Ρομά, είμαι Ευρωπαία» δηλώνει και στήνει μια εγκατάσταση από κολάζ με υφάσματα ή το λεγόμενο και femmage, τη φεμινιστική «οικειοποίησή» του, όπως έγινε από καλλιτέχνιδες σαν τη Μίριαμ Σαπίρο. Αντλεί αναφορές από τις αναγεννησιακές τοιχογραφίες του Palazzo Schifanoia στη Φεράρα για να αναπαραστήσει την ιστορία των προγόνων της, σκηνές από τη σύγχρονη ζωή τους στην Πολωνία αλλά και τις γυναίκες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη ζωή της, ανάμεσά τους και ρομά ακτιβίστριες όπως η Αλφρέντα Μαρκόφσκα που έσωζε παιδιά από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Στο ελληνικό περίπτερο η Λουκία Αλαβάνου έστησε μια εντυπωσιακή VR εμπειρία «Αναζητώντας τον Κολωνό» και δημιούργησε κι εκείνη ουρές αναμονής από τους επισκέπτες που έσπευσαν να βυθιστούν στην ατμόσφαιρα του έργου της. Με το εσωτερικό του κτιρίου βυθισμένο στο απόλυτο σκοτάδι και την αίσθηση ότι όντως βρίσκεσαι σε μια αποικία αν όχι στα σύννεφα, όπως ήταν η πρόθεση του αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτου όταν δημιουργούσε το κάθισμα το οποίο έχει «δανειστεί» η Αλαβάνου και πάνω στο οποίο καλείσαι να δεις το έργο, σίγουρα κάπου πολύ μακριά από τα στίφη των επισκεπτών στα Τζιαρντίνι, ο χώρος λειτουργεί σαν portal για να μεταφερθείς στο γκέτο της Νέας Ζωής στον Ασπρόπυργο όπου κατοικεί μια κοινότητα Ρομά, και να παρακολουθήσεις μια «παράσταση» με πρωταγωνιστές ανθρώπους που στερούνται τα πολύ στοιχειώδη, π.χ. το δικαίωμα στην ταφή ελλείψει των χαρτιών που θα δώσουν το πράσινο φως στη γραφειοκρατία να τους το επιτρέψει. Σε αυτό το docufiction το ντοκιμαντέρ και η μυθοπλασία αλληλοκαλύπτονται και η ενδιαφέρουσα χειρονομία της Αλαβάνου προς την αχαρτογράφητη κοινότητα στις παρυφές της πόλης βρίσκει ένα σημείο τομής με την ιστορία του εξόριστου πρώην βασιλιά όπως την αφηγείται ο Σοφοκλής στην τραγωδία του «Οιδίπους επί Κολωνώ»: από τη μια μοιάζει ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν ορίζουν τη ζωή τους, από την άλλη αναπαριστώντας την και ως φάρσα αποκτούν ένα κομμάτι ελέγχου πάνω της.

Γλυπτά της Μαργκερίτ Ιμό στην κεντρική έκθεση στην Αρσενάλε

Παιδικό παιχνίδι

Στο βελγικό περίπτεροο Φράνσις Αλις γεμίζει τον χώρο με τις μεγάλες οθόνες του «The nature of the game» όπου προβάλλονται βίντεο παιδιών να παίζουν σε διάφορα μέρη του κόσμου. Από το Χονγκ Κονγκ ως το Βέλγιο, το Αφγανιστάν και το Μεξικό το παιχνίδι μπορεί να γίνει με τα απολύτως απαραίτητα, είτε από έλλειψη άλλων πρώτων υλών, είτε από εφευρετικότητα, είτε επειδή πάντα τα καλύτερα παιχνίδια που έχουμε παίξει είναι εκτός σπιτιού και χωρίς γονεϊκή επίβλεψη. Η συνύπαρξη των χαρούμενων παιδιών προκαλεί μια ψυχική ανάταση ωστόσο, ένα βουητό που αναδύεται από τις φωνές μιας ομάδας αρχίζει να χτίζει μια δυσοίωνη ατμόσφαιρα, κάποια από αυτά εξάλλου μοιάζουν να παίζουν κοντά σε εμπόλεμες ζώνες, άλλα σε απόλυτη φτώχεια ή σε τσιμεντουπόλεις, περιβάλλοντα από τα οποία μάλλον δεν έχουν διαφυγή, όπως και από την κλιματική κρίση που θα τα συνοδεύει καθώς μεγαλώνουν.

Το έργο της Μαρία Αϊχορν το περίμενε με αγωνία ο διεθνής Τύπος, όμως η γερμανίδα εικαστικός δεν έκανε την «τομή» με το «Relocating a structure», αν και αφαίρεσε σοβάδες και έσκαψε στο γερμανικό περίπτερο για να φέρει στο φως την ιστορία του κτιρίου το οποίο συνιστά επί της ουσίας την ένωση του βαυαρέζικου περιπτέρου το οποίο χτίστηκε το 1909 και την επέκτασή του από τους Ναζί το 1938. Μαζί με το ισπανικό περίπτερο και τη «Διόρθωση» του Ιγκνασι Αμπάγι,ο οποίος δεν γκρέμισε αλλά δημιούργησε προσθήκες για μια νέα, κατά τόπους αδιέξοδη κυριολεκτικά αρχιτεκτονική εμπειρία στο πλαίσιο του επαναπροσανατολισμού του χώρου, ήταν τα δυο εννοιολογικά έργα τα οποία δεν εντυπωσίασαν γενικώς σε μια Μπιενάλε όπου υπερτερούν και κερδίζουν κατά κράτος τα απτά συγκινησιακά ερεθίσματα.

«Metamorphosing after Kafka» (2002) από το δωμάτιο με έργα της Πορτογαλίδας Πάουλα Ρέγκο στα Τζιαρντίνι

Καθαρότητα προθέσεων

Βέβαια, η σειρά με την οποία βλέπεις τα έργα παίζει κάποιες φορές ως έναν βαθμό τον ρόλο της. Aς πούμε ότι ύστερα από ένα μπαράζ περιπτέρων με πολύ οπτική πληροφορία και σύνθετα κόνσεπτ το να αντικρίζεις τα γλυπτά της Νίαμ Ο’ Μάλεϊ, ως την εκπροσώπηση της Ιρλανδίας με τίτλο «Gather» – συνδέσεις ετερόκλητων υλικών όπως γυαλί, ατσάλι, ξύλο σε αφηρημένες ή γεωμετρικές συνθέσεις – μπορεί να δρα ανακουφιστικά στο υπερκορεσμένο οπτικό σου πεδίο. Ενα αντίστοιχο εφέ δημιουργεί το περίπτερο της Σερβίας στο οποίο ο Βλαντιμίρ Νίκολιτς με το «Walking with water» αντιπαραθέτει τη φύση με τον τεχνητό κόσμο μέσα από μια οριζόντια και μια κάθετη προβολή, μιας θάλασσας και μιας πισίνας αντίστοιχα με έναν κολυμβητή να σκίζει ασταμάτητα τα νερά της, και κατορθώνει να μεταφέρει με τον πιο απλό αισθητικά τρόπο τη διαφορά ανάμεσα στον ανοιχτό ορίζοντα των δυνατοτήτων και το αέναο της ανθρώπινης πάλης (ή και του scrolling στις οθόνες των κινητών μας).

Στον αντίποδα δύο πολύχρωμα, πλούσια σε οπτικά ερεθίσματα περίπτερα, αμφότερα με queer θεματική. Στη Λετονία, το ζευγάρι στη ζωή και την τέχνη, Skuja Braden, στήνει έναν καλειδοσκοπικό ναό γεμάτο ειδώλια, διακοσμητικά και χρηστικά αντικείμενα, πλείστα γεννητικά όργανα και στήθη, όλα από πορσελάνη, λες για να καθαγιάσει την επί 22 χρόνια συμβίωσή τους που δεν είναι αποδεκτή στη χώρα της Βαλτικής, η δε Νέα Ζηλανδία με τη Γιούκι Κιχάρα, την πρώτη γηγενή των νήσων του Ειρηνικού που εκπροσωπεί τη χώρα ούσα και μέλος των Fa’afafine, των γεννημένων ανδρών που επιλέγουν τη γυναικεία ταυτότητα στα νησιά Σαμόα, στήνει ένα «Paradise Camp» και ανακατεύει τις LGBTQ+ ανησυχίες, την αποαποικιοποίηση και την έγνοια για το περιβάλλον.

H 59η Μπιενάλε Βενετίας θα διαρκέσει ως τις 27/11.