Τους καρπούς του σχεδόν ολοκληρωμένου πολυετούς σχεδίου μετασχηματισμού τους θα επιχειρήσουν να δρέψουν το 2022 οι ελληνικές τράπεζες. Οι διοικήσεις τους προσβλέπουν,υπό την προϋπόθεση ελέγχου της πανδημίας, σε μία «κανονική» για τον κλάδο χρήση, για πρώτη φορά από την κρίση χρέους που ξέσπασε το 2010 και προκάλεσε ανυπολόγιστες ζημιές στα πιστωτικά ιδρύματα. Τόσο εξαιτίας του κουρέματος του δημόσιου χρέους (PSI) όσο και λόγω της αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων έως τα 106 δισ. ευρώ.

Το ότι χρειάστηκαν τόσα χρόνια για την επιστροφή στην κανονικότητα είναι αποτέλεσμα των σαρωτικών επιπτώσεων για τον τραπεζικό τομέα από τη χρεοκοπία της χώρας. Μέσα σε μία διετία μετά το PSI η πλειονότητα των τραπεζών είτε εκκαθαρίστηκαν είτε πουλήθηκαν από τους εκτός Ελλάδος ιδιοκτήτες τους, οδηγώντας σε ένα υπερσυγκεντρωμένο σύστημα τεσσάρων ομίλων με μερίδιο αγοράς πάνω από 98%. Τα πράγματα επιδεινώθηκαν το 2015 με την κατάρρευση της εμπιστοσύνης και την επιβολή των capital controls.

Eπιταχύνθηκε ο μετασχηματισμός

Με την υπογραφή του τρίτου μνημονίου και την απομάκρυνση του κινδύνου εξόδου από την ευρωζώνη, ξεκίνησε η μεγάλη προσπάθεια εξυγίανσης, με ανανεωμένο μετοχολόγιο μετά από τρεις γύρους κεφαλαιακής ενίσχυσης και νέες διοικήσεις. Τα πρώτα χρόνια η μείωση των επισφαλειών επιτεύχθηκε με πωλήσεις και από το 2019 κυρίως με τιτλοποιήσεις, που επιτάχυναν σημαντικά το όλο έργο. Από τα 81 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2018 μέχρι και το τέλος του γ΄ τριμήνου 2021, τα κόκκινα δάνεια μειώθηκαν κατά 60 δισ. ευρώ. Στην εφετινή χρήση μάλιστα καταγράφηκε η μεγαλύτερη ετήσια συρρίκνωσή τους από το ξέσπασμα της κρίσης, η οποία έφτασε τα 32 δισ. ευρώ.

Παράλληλα, επιταχύνθηκε ο μετασχηματισμός του μοντέλου λειτουργίας των τραπεζών και τέθηκαν οι βάσεις για χαμηλότερα κόστη. Ετσι, το τραπεζικό σύστημα αφήνει πίσω του σε μεγάλο βαθμό τα βαρίδια του παρελθόντος και το 2022 θα επικεντρωθεί στην ανάπτυξη των εργασιών του, με στόχο την επίτευξη υψηλής κερδοφορίας και τη διανομή μερίσματος στους μετόχους για πρώτη φορά μετά από 14 χρόνια.

Ο αγώνας για έσοδα – δαπάνες

Αναμφίβολα, ζητούμενο είναι η περαιτέρω βελτίωση των οργανικών επιδόσεων, που περνά μέσα από την ενίσχυση των εσόδων και τη μείωση των δαπανών, σε μία περίοδο που οι προβλέψεις για τον πιστωτικό κίνδυνο θα υποχωρήσουν σημαντικά. Κι αυτό διότι ένα μεγάλο, αν όχι όλο, μέρος από το κόστος των επόμενων τιτλοποιήσεων/πωλήσεων θα αναληφθεί κατά την εφετινή χρήση.

Αναλυτικότερα, το πλάνο των συστημικών ομίλων προβλέπει τα εξής:

 Νέες χορηγήσεις

Οι τράπεζες προσδοκούν σε ενίσχυση της ζήτησης για χρηματοδότηση επενδύσεων, καθώς η οικονομία θα καταγράψει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και το 2022 και θα ενεργοποιηθεί το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανασυγκρότησης, στο οποίο οι ίδιες θα συμμετέχουν με δανειακά προγράμματα προς τις επιχειρήσεις. Με τον τρόπο αυτόν θα ενισχυθούν τα έσοδα από τόκους, αναπληρώνοντας τις απώλειες που δημιουργεί η ταχεία αποενοποίηση μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.

 Εσοδα από προμήθειες

Η επιτάχυνση των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης θα επιδράσει θετικά και στα έσοδα από προμήθειες. Ταυτόχρονα, τα πιστωτικά ιδρύματα θέλουν να πετύχουν για δεύτερη συνεχή χρήση ενίσχυση των σχετικών εισπράξεων μέσω της αύξησης των πωλήσεων τραπεζοασφαλιστικών υπηρεσιών και επενδυτικών προϊόντων, αλλά και της ζήτησης για κάρτες και ηλεκτρονικές συναλλαγές.

Δαπάνες λειτουργίας

Κατά τη διάρκεια του 2021 συνεχίστηκαν με αμείωτη ένταση οι δράσεις περικοπής του κόστους λειτουργίας μέσω της αναδιάρθρωσης του δικτύου των καταστημάτων, της αποχώρησης προσωπικού με οικειοθελή προγράμματα και συνταξιοδοτήσεις και της αποεπένδυσης από μη τραπεζικές δραστηριότητες και αγορές που δεν θεωρούνται πλέον βασικές. Τα αποτελέσματα αυτών των κινήσεων στην εξοικονόμηση κόστους θα φανούν από την επόμενη χρήση.

 Κόκκινα δάνεια

Μετά τον μεγάλο κύκλο εμπροσθοβαρούς εξυγίανσης που ολοκληρώθηκε το 2021, ο οποίος αναμένεται να μειώσει στο τέλος της χρονιάς τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στα επίπεδα των 15 δισ. ευρώ και τον μέσο δείκτη καθυστερήσεων, έστω και σε pro forma βάση, κάτω από το 10%, οι συναλλαγές που απομένουν για το 2022 είναι σαφώς λιγότερες. Παράλληλα, θα συνεχιστεί υπό καλύτερες μακροοικονομικές συνθήκες η προσπάθεια πρασινίσματος προβληματικών χορηγήσεων μέσω ρυθμίσεων.

Ενίσχυση κεφαλαιακής επάρκειας

Το 2022 θα συνεχιστεί η έξοδος στις αγορές για την άντληση κεφαλαίων μέσω εναλλακτικών ομολόγων. Με τον τρόπο αυτόν θα ενισχυθεί σταδιακά ο δείκτης συνολικής κεφαλαιακής επάρκειας των συστημικών ομίλων, με στόχο το 2025 να έχει φτάσει στο 26% από 15% περίπου σήμερα.

Στόχος το μέρισμα

Οπως επισημαίνεται στην τελευταία έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, η ανάπτυξη ενός διατηρήσιμου επιχειρηματικού υποδείγματος που θα επιτρέπει την επίτευξη ενός ικανοποιητικού επιπέδου οργανικής κερδοφορίας, θα ενισχύσει την ικανότητα του τραπεζικού τομέα να απορροφά τις επιπτώσεις ενδεχόμενων αναταράξεων, ενδογενών ή εξωγενών, και θα συμβάλει στη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Μέσα από αυτή τη στρατηγική εκτιμάται ότι θα καταστεί ξανά δυνατή η επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους μέσω μερίσματος. Σε πρώτη φάση ο επόπτης εκτιμάται ότι δεν θα επιτρέψει τη διάθεση ποσοστού μεγαλύτερου από το 40% επί της καθαρής κερδοφορίας. Ωστόσο, αυτό δεν είναι κάτι που ανησυχεί τις τράπεζες. Οπως λένε στελέχη τους, το σημαντικότερο σε αυτή τη φάση είναι να γίνει η αρχή και να εισέλθει το σύστημα σε έναν ενάρετο κύκλο ανάπτυξης των δραστηριοτήτων του, προς όφελος τόσο των μετόχων τους όσο και της πραγματικής οικονομίας.