Η συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αύριο το απόγευμα, Δευτέρα 14 Ιουνίου, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες μοιάζει με γρίφο. Οι δύο ηγέτες θα έχουν το πρώτο τους αποκλειστικό τετ α τετ την τελευταία διετία, καθώς οι προηγούμενες συναντήσεις με την παρουσία αντιπροσωπειών δεν απέδωσαν ουσιαστικά τίποτα. Ο στόχος μπορεί να είναι μόνο ένας: να γίνει μια καθαρά πολιτική και όχι τεχνική συζήτηση προκειμένου να διερευνηθεί αν υπάρχει κοινό έδαφος ώστε «να λιώσει ο πάγος» μεταξύ των κ.κ. Μητσοτάκη και Ερντογάν – δεν πρέπει άλλωστε να λησμονείται ότι μέχρι πριν από λίγους μήνες ο τούρκος πρόεδρος έλεγε πως δεν ήθελε καν να δει τον έλληνα πρωθυπουργό. Αυτό το κοινό έδαφος, εφόσον βρεθεί, ίσως ανοίξει τον δρόμο για ένα καλοκαίρι διαφορετικό από το περσινό.

Δύσκολες συνομιλίες

Η εξίσωση δεν είναι καθόλου απλή και οι δυσκολίες έχουν καταγραφεί σε σειρά συσκέψεων που έχουν πραγματοποιηθεί τις τελευταίες ημέρες, παρουσία του Πρωθυπουργού αλλά και του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια. Μία σειρά άλλων παραγόντων απαιτείται να ληφθούν υπόψη. Πριν από τη συνάντησή του με τον κ. Μητσοτάκη ο κ. Ερντογάν θα έχει (δύσκολες) συνομιλίες με τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Τζο Μπάιντεν. Η έκβαση αυτής της συζήτησης θα ληφθεί υπόψη στους σχεδιασμούς της ελληνικής πλευράς. Επίσης, σε 10 ημέρες συγκαλείται στις Βρυξέλλες η Σύνοδος Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (24-25 Ιουνίου), όπου οι σχέσεις ΕΕ – Τουρκίας θα βρίσκονται και πάλι στην ημερήσια διάταξη.

Χαμηλές προσδοκίες

«Διαφορετικές θέσεις με την Τουρκία υπήρχαν και υπάρχουν. Σε πολλά ζητήματα οι θέσεις μας είναι διαμετρικά αντίθετες. Ακριβώς αυτός είναι ο λόγος που πρέπει να συζητάμε με τη γειτονική χώρα. Το ότι διαφωνούμε δεν σημαίνει ότι δεν συζητάμε». Αυτές οι φράσεις, τις οποίες χρησιμοποίησε η κυβερνητική εκπρόσωπος Αριστοτελία Πελώνη την περασμένη Παρασκευή, θέτουν το πλαίσιο της ελληνικής προσέγγισης λίγο πριν από τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν. Αριστα ενημερωμένες πηγές μιλώντας προς «Το Βήμα» τα τελευταία 24ωρα σημείωναν ότι δεν υπάρχει ούτε εφησυχασμός ούτε υψηλές προσδοκίες. Η επιλογή του απευθείας τετ α τετ κρίθηκε η καταλληλότερη και προέκυψε έπειτα και από τις συνεννοήσεις στο πλαίσιο του διαύλου της επικεφαλής του Διπλωματικού Γραφείου του Πρωθυπουργού, της πρέσβειρας Ελένης Σουρανή, με τον εξ απορρήτων διπλωματικό σύμβουλο του κ. Ερντογάν, τον Ιμπραχίμ Καλίν. Οι προαναφερθείσες πηγές τόνιζαν ότι κανένας από τους δύο ηγέτες δεν διαθέτει στην παρούσα φάση την πολιτική δυνατότητα για μεγάλα ανοίγματα. Από την άποψη αυτή, η πραγματοποίηση κάποιας μεγάλης κίνησης θα συνιστούσε έκπληξη.

Η διατήρηση της ηρεμίας

Η διατήρηση της ηρεμίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο θα ήταν μια καλή αρχή ώστε να διαμορφωθούν, μελλοντικά, οι συνθήκες για έναν πιο ουσιαστικό διάλογο σε επίπεδο διερευνητικών επαφών, οι οποίες σήμερα δεν υπάρχουν. Αλλωστε, οι θέσεις που έχουν καταγραφεί στους δύο γύρους που έχουν πραγματοποιηθεί εντός του 2021 απέχουν δραματικά. Η Αθήνα θα επιθυμούσε ένα μορατόριουμ που θα διευκόλυνε ακόμα περισσότερο τη δημιουργία θετικότερης ατμόσφαιρας (στα πρότυπα εκείνου της Βέρνης του 1976), αλλά δεν είναι σαφές ότι η Αγκυρα επιθυμεί κάτι τέτοιο. Αλλωστε ήδη από τον Ιούλιο του 2020 και την Τριμερή του Βερολίνου η τουρκική πλευρά έδειξε ότι δεν ήθελε κάτι τέτοιο και ότι ακόμα κι αν το δεχόταν θα ήταν για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Και είναι προφανές πως ούτε και η Αθήνα θα επιθυμούσε ένα μορατόριουμ υπό καθεστώς απειλών.

Το ζήτημα της Κύπρου

Πέραν της καθαρά διμερούς πτυχής των ελληνοτουρκικών σχέσεων όμως, η συζήτηση των κ.κ. Μητσοτάκη και Ερντογάν θα διεξαχθεί και υπό το φάσμα μιας νέας έντασης γύρω από την Κύπρο. Η γενικότερη εκτίμηση που υπάρχει στην Αθήνα είναι ότι η Αγκυρα έχει πλήρως διαχωρίσει τα τεκταινόμενα στο νησί από τις ελληνοτουρκικές επαφές. Πρόκειται για μια στάση που δεν φαίνεται να ενοχλεί πολύ ούτε ορισμένους κοινοτικούς αξιωματούχους που δεν αντιλαμβάνονται εις βάθος τις εξελίξεις στην περιοχή. Σε αυτό το πλαίσιο και με ορίζοντα την 20ή Ιουλίου, όταν ο πρόεδρος Ερντογάν αναμένεται να μεταβεί στα Κατεχόμενα για τις εκδηλώσεις της πρώτης τουρκικής εισβολής στο νησί, υπάρχει η ανησυχία για νεότερες κινήσεις σχετικά με τα Βαρώσια, η ανακοίνωση εγκαθίδρυσης βάσης drones στο Λευκόνοικο ή (σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες) η ανακοίνωση εύρεσης κάποιου κοιτάσματος φυσικού αερίου εντός κυπριακής ΑΟΖ (πιθανόν δε και η συνακόλουθη έξοδος κάποιου γεωτρυπάνου στις επίμαχες περιοχές).

ΘΟΛΟ ΤΟΠΙΟ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΕ

Μια «επιθετικού χαρακτήρα» κίνηση Ερντογάν στην Κύπρο δεν μπορεί να αφήσει αδιάφορη την Αθήνα. Οσο και αν η ελληνική κυβέρνηση θα επιθυμούσε τη βελτίωση των σχέσεων με την Τουρκία, δεν μπορεί να αγνοήσει ή να δεχθεί κινήσεις που θα επιβάρυναν την Κυπριακή Δημοκρατία. Την ίδια στιγμή, μια επιθετική στάση στην Κύπρο επηρεάζει λογικά και τις ευρωτουρκικές σχέσεις. Σειρά χωρών, με πρώτη τη Γερμανία, θα επιθυμούσαν την προώθηση μιας θετικής ατζέντας, μέσω π.χ. της αναβάθμισης της Τελωνειακής Ενωσης. Η σκληρή πραγματικότητα όμως είναι ότι η Αγκυρα δεν έχει κάνει, πέραν της βελτίωσης της ατμόσφαιρας, ουδεμία κίνηση που θα συνηγορούσε υπέρ μιας θετικής προοπτικής στην Τελωνειακή Ενωση. Οσο για το Μεταναστευτικό, η διάθεση χορήγησης περισσότερων κονδυλίων στην Τουρκία πρέπει να ξεπεράσει το πρόβλημα από πού θα διατεθούν αυτά τα χρήματα, διότι αρκετά κράτη-μέλη δεν είναι διατεθειμένα να βάλουν το χέρι στην τσέπη.

Κλειδί οι S-400 στη συνάντηση με Μπάιντεν

Πιθανότατα πριν από τη συνάντηση με τον κ. Μητσοτάκη ο πρόεδρος Ερντογάν θα συναντηθεί με τον αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν. Η ατζέντα αυτής της συνάντησης είναι ευρύτατη και η έκβασή της δεν αναμένεται εύκολη. Πέρα από τις εκκλήσεις διαφόρων αναλυτών για άσκηση πίεσης εκ μέρους του κ. Μπάιντεν σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ζήτημα-κλειδί στην αμερικανοτουρκική ατζέντα είναι το μέλλον του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 που έχει προμηθευθεί η Αγκυρα.

Είναι αρκετά σαφές ότι παρασκηνιακά έχει ενταθεί η προσπάθεια και από τις δύο πλευρές να βρεθεί μια λύση στο «αγκάθι» αυτό (μόλις την Πέμπτη συνομίλησαν οι υπουργοί Αμυνας των δύο χωρών Λόιντ Οστιν και Χουλουσί Ακάρ). Εχουν επίσης δημοσιευθεί μία σειρά από σενάρια, τα οποία εκκινούν από την αποχώρηση των ρώσων τεχνικών του συστήματος από τη χώρα και τη μεταφορά των S-400 στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ και φθάνουν μέχρι μια αμερικανική πρόταση έγγραφης τουρκικής δέσμευσης ότι το σύστημα δεν θα ενεργοποιηθεί.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κ. Μπάιντεν θα θέσει στον κ. Ερντογάν τα όσα συμβαίνουν στην Ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, όπως συνάγεται και από τις πρόσφατες αναφορές του υπουργού Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν στη Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, η Ουάσιγκτον δεν έχει ακόμη κατασταλάξει στην πολιτική που θα ακολουθήσει έναντι της Αγκυρας. Η δύσκολη ισορροπία μεταξύ πίεσης και προσέγγισης δεν έχει βρεθεί και αυτό αναμφίβολα επηρεάζει τις εξελίξεις στο τρίγωνο Αθήνα – Αγκυρα – Λευκωσία.