Η πρόσφατη απόλυση του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Νατσί Αγκμπάλ από τον πρόεδρο Ερντογάν είναι η τρίτη σε διάστημα δύο ετών και κύρια αιτία φαίνεται να αποτελεί η τελευταία αύξηση του βασικού επιτοκίου στο 19% σε μια προσπάθεια να καταπολεμηθεί ο υψηλός πληθωρισμός που βρίσκεται σταθερά σε διψήφια νούμερα. Αυτή η απόφαση διέγραψε όλα τα κέρδη των προηγούμενων μηνών για τη λίρα, με το τουρκικό νόμισμα να έχει χάσει το 65% της αγοραστικής του δύναμης σε σχέση με το δολάριο τα τελευταία πέντε χρόνια.

Ο Ερντογάν είναι σίγουρα επιδέξιος πολιτικός και έχει καταφέρει μεθοδικά σε διεθνές επίπεδο να μετατρέψει τη χώρα του σε σημαντικό περιφερειακό πόλο. Οπλο του είναι σίγουρα η οπορτουνιστική προσέγγιση της διπλωματίας, αλλά κυρίως η προθυμία του να επιδεικνύει τον τουρκικό δυναμισμό σε όποια κυριολεκτικά ευκαιρία τού δίνεται, αγνοώντας επιδεικτικά την καθεστηκυία τάξη. Διακρίνεται ιδιαίτερα για τις μαεστρικές του μανούβρες, κατά τις οποίες οξύνει ένα επίμαχο θέμα στα όρια της σύγκρουσης, οπισθοχωρώντας στη συνέχεια με αργόσυρτο τρόπο ώστε να μη γίνεται έντονα αντιληπτή η μεταβολή στο εσωτερικό του ακροατήριο. Τα πολεμικά πλοία στο Αιγαίο, η σύλληψη του αμερικανού πάστορα και η όξυνση του Μεταναστευτικού μαρτυρούν του λόγου το αληθές.

Σύμφωνα με την ορθόδοξη οικονομική πολιτική μια χώρα με εμπορικό έλλειμμα, αρνητικά συναλλαγματικά αποθέματα, καταρρέον νόμισμα και εμφανή υπερθέρμανση της οικονομίας οφείλει να υπακούσει στις επιταγές των αγορών μέσω της σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής, της δημοσιονομικής πειθαρχίας και του περιορισμού της οικονομικής επέκτασης μέσω φθηνού δανεισμού. Οι επενδυτές απαιτούν για να επαναφέρουν κεφάλαια στη χώρα σχετική οικονομική και πολιτική σταθερότητα, περιορισμό του πληθωρισμού και αποδόσεις ανάλογες του ρίσκου που αναλαμβάνουν.

Οπως και στην Ελλάδα του 2015 με τα περίφημα spreads, πολλοί πιστοί οπαδοί του κυβερνώντος κόμματος στην Τουρκία θεωρούν ότι τα αυξημένα επιτόκια επιβάλλονται εξωγενώς για να ζημιωθεί η ντόπια οικονομία και να επωφεληθούν οι κερδοσκόποι. Μην αφήνοντας περιθώρια αμφισβήτησης των προθέσεών του ο Ερντογάν κατηγορεί εδώ και χρόνια το απροσδιόριστης ταυτότητας «λόμπι των υψηλών επιτοκίων» τονίζοντας ότι ο φθηνός δανεισμός έχει ωφελήσει εκείνες τις (υποστηριζόμενες από το νέο καθεστώς) επιχειρήσεις χάρη στις οποίες η οικονομία αναπτύχθηκε εντυπωσιακά ακόμα και κατά την περίοδο του κορωνοϊού.

Το αφήγημα αυτό είναι μια ειλικρινής επίθεση στην ηγεμονία των αγορών με έντονη θεοσεβή αύρα εμπνεόμενο από την ισλαμική απέχθεια στην εκμετάλλευση μέσω της πίστωσης. Με τις συνεχείς κυβιστήσεις του στην εναλλαγή αξιωματούχων που χαίρουν της εμπιστοσύνης των αγορών και άλλων που βρίσκονται πιο κοντά στην ιδεολογία του, ο Ερντογάν επιδιώκει να διατηρήσει αυτή την κρίση ζωντανή για πολιτικά οφέλη μέχρι τις επόμενες εκλογές και τη συνταγματική αναθεώρηση. Η αλματώδης ανάπτυξη στην τουρκική οικονομία ωστόσο επετεύχθη μόνο χάρη στα κεφάλαια των ίδιων επενδυτών που έμμεσα κατηγορεί. Η μοίρα κάθε οικονομίας με εθνικό νόμισμα που βασίζει την ανάπτυξή της σε εξωτερικό δανεισμό και όχι σε ενδογενείς δυνάμεις και εσωτερική αποταμίευση είναι η ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης με την αναπόφευκτη υποτίμηση του χρήματος.

Απομένει να γίνει αντιληπτό αν ο κομπορρήμων πρόεδρος θα ολοκληρώσει την επόμενη μεταστροφή του πριν ρίξει τη χώρα του στην πολυώδυνη αγκαλιά του ΔΝΤ και των capital controls.

*Ο κ. Φάνης Βαρτζόπουλος είναι χρηματοοικονομικός αναλυτής στο Λονδίνο.