Μετά την Ιταλία, μία ακόμη χώρα της Ευρώπης, η οποία ανήκει μάλιστα στον «πυρήνα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει εισέλθει σε περίοδο πολιτικής κρίσης. Πρόκειται για την Ολλανδία, της οποίας η κυβέρνηση αποφασίζει σήμερα εάν θα παραιτηθεί μετά το σκάνδαλο που έχει έρθει στη δημοσιότητα. Εάν ο Μαρκ Ρούτε υποβάλει την παραίτησή του στον βασιλιά, θα είναι η πρώτη φορά μετά το 2012 που καταρρέει μια εκλεγμένη κυβέρνηση στην Ολλανδία – έστω κι αν αυτό συμβαίνει μόλις δύο μήνες πριν τις προγραμματισμένες για τις 17 Μαρτίου βουλευτικές εκλογές.

Δείτε επίσης: Εκλογικό καλεντάρι 2021 στην Ευρώπη – Οι κρίσιμες μάχες

Το σκάνδαλο έχει σχέση με τις επιδοτήσεις που αφορούν την μέριμνα ανήλικων παιδιών, καθώς η διαχείριση που έγινε έχει οδηγήσει στα όρια της απόγνωσης και της οικονομικής καταστροφής χιλιάδες οικογένειες. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με κοινοβουλευτική έρευνα που ολοκληρώθηκε τον περασμένο μήνα, περίπου 10.000 οικογένειες αναγκάστηκαν να επιστρέψουν σημαντικά ποσά στο κράτος, αφού πρώτα κατηγορήθηκαν αδίκως για διαφθορά.

Σύμφωνα με την επιτροπή, επρόκειτο για «άνευ προηγουμένου αδικία», η οποία οδήγησε ανθρώπους στην ανεργία και την πτώχευση, ενώ προκάλεσε και διαζύγια. Ήδη, μάλιστα, έχει προκαλέσει την παραίτηση του ηγέτη του αντιπολιτευόμενου κόμματος των Εργατικών, ο οποίος έχει άμεση εμπλοκή στην υπόθεση.

Πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμη και στην περίπτωση που η κυβέρνηση παραιτηθεί τελικώς, αναμένεται ότι θα συνεχίσει να ασκεί υπηρεσιακά τα καθήκοντά της μέχρι τις εκλογές, επικεντρώνοντας τη δράση της κυρίως στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Σημειώνεται, άλλωστε, ότι η Ολλανδία έχει πληρώσει βαρύ τίμημα σε ανθρώπινες ζωές (επισήμως έχουν καταγραφεί 12.800 θάνατοι), ενώ βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις αναφορικά με τον αριθμό των εμβολιασθέντων, ένα μέτωπο στο οποίο παρατηρείται σημαντική καθυστέρηση.

Πάντως, η δεύτερη κατά σειρά κυβερνητική κρίση που εκδηλώνεται στην ΕΕ αυτή την περίοδο δικαιολογημένα προκαλεί ανησυχία για τις πολιτικές επιπτώσεις που θα εκδηλωθούν μόλις παρέλθει η κορύφωση της πανδημίας και επιστρέψει η – μερική έστω – κανονικότητα.