Το βράδυ της 17ης Σεπτεμβρίου 2013 η είδηση της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα από τη Χρυσή Αυγή συντάραξε την ελληνική κοινωνία. Αλλά όχι εξίσου ολόκληρο το πολιτικό σύστημα· ούτε το μιντιακό. Ηταν η εποχή που τα εμφύλια πάθη οξύνθηκαν, τα παραδοσιακά κόμματα απονομιμοποιήθηκαν και ένα αντισυστημικό κύμα διέβρωνε τα θεμέλια του κοινοβουλευτισμού. Η Χρυσή Αυγή έδρασε ως ένα αντίδοτο στην οργή των πολιτών. Ο ΣΥΡΙΖΑ με το αντιμνημόνιο ως ένα άλλο. Τα δύο αυτά κόμματα, θεωρητικά ασύμβατα, συναντήθηκαν στην αρχή της δεκαετούς οικονομικής κρίσης στις πλατείες των Αγανακτισμένων και κατέρρευσαν για διαφορετικούς λόγους στο τέλος της. Ωστόσο δεν ήταν μόνο η Χρυσή Αυγή και ο ΣΥΡΙΖΑ που συντήρησαν την ένταση και τον διχασμό. Μερίδιο ευθύνης έχουν και αρκετοί, μετριοπαθείς, πολιτικοί της Νέας Δημοκρατίας και του ΠαΣοΚ, οι οποίοι αποσβολώθηκαν μπροστά σε αυτό που αντιλήφθηκαν ως κινηματική πολιτική έκφραση και προτίμησαν την αυτοτύφλωση. Η κατάληξη της δίκης της Χρυσής Αυγής σήμερα, που το αντισυστημικό μέτωπο νικήθηκε, μοιάζει προφανής, όμως η δίωξη του νεοναζιστικού μορφώματος δεν ήταν αυτονόητη και πιθανόν να μην ξεκινούσε καθόλου αν δεν είχε χυθεί αίμα.

Η ανησυχία Σαμαρά

Το βράδυ της δολοφονίας ο Αντώνης Σαμαράς δεν έφυγε από το Μέγαρο Μαξίμου. Ζητούσε διαρκή ενημέρωση από τους υπουργούς και τους συνεργάτες του προκειμένου να έχει ακριβή εικόνα των γεγονότων. Ωστόσο δεν αιφνιδιάστηκε πραγματικά. Εκείνος και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρόεδρος του ΠαΣοΚ Ευάγγελος Βενιζέλος είχαν μοιραστεί πολλές φορές τις ανησυχίες τους για το πού θα κατέληγε η αυξανόμενη βία της Χρυσής Αυγής. Το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη είχε λάβει εντολή να συγκεντρώσει στοιχεία για τη δράση της Χρυσής Αυγής, αλλά όλα κυλούσαν αργά, παρότι τα μέλη της είχαν αποθρασυνθεί εξαιτίας της αποδοχής που είχαν τα συσσίτια μόνο για Ελληνες, το πογκρόμ κατά των μεταναστών σε γειτονιές και λαϊκές αγορές, η φροντίδα των ηλικιωμένων σε ΑΤΜ και σουπερμάρκετ.

Οι πρωτοβουλίες Βενιζέλου

Ο κ. Βενιζέλος από τον Απρίλιο του 2012, στην πρώτη προεκλογική αναμέτρηση πριν από τον διπλό εκλογικό σεισμό του Μαΐου – Ιουνίου, έψαχνε τρόπο να αποκλειστεί θεσμικά η Χρυσή Αυγή. Τότε πρότεινε να  συστρατευθούν τα κόμματα του συνταγματικού τόξου και να ψηφιστεί μια ολοκληρωμένη αντιρατσιστική νομοθεσία κατά της βίας, με βαριές ποινές και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων για τους βουλευτές, τους ευρωβουλευτές και τα στελέχη της Χρυσής Αυγής. Φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου η Χρυσή Αυγή μπήκε για πρώτη φορά στη Βουλή, με ποσοστό σχεδόν 7%. Το ίδιο ποσοστό διατήρησε και στις εκλογές του Ιουνίου, καθώς 440.966 πολίτες την ψήφισαν στην πρώτη αναμέτρηση και 425.990 στη δεύτερη.

Η ασυμφωνία των τριών

Και γιατί όχι; Στο εσωτερικό του ΠαΣοΚ υπήρχαν φωνές που κατηγορούσαν τον κ. Βενιζέλο για «νομολαγνεία» και για αδυναμία να κατανοήσει ένα πολιτικό φαινόμενο όπως αυτό της Χρυσής Αυγής. Τον Δεκέμβριο του 2012 η Χρυσή Αυγή μήνυσε τον κ. Βενιζέλο επειδή με όσα έλεγε έσπερνε τη διχόνοια μεταξύ των Ελλήνων και διήγειρε τους πολίτες σε βιαιοπραγίες! Τον Μάιο του 2013 οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί που αργότερα σχημάτισαν κυβέρνηση, Αντώνης Σαμαράς, Ευάγγελος Βενιζέλος, Φώτης Κουβέλης, δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν για το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο εξαιτίας των αντιρρήσεων του προέδρου της ΝΔ. Ο κ. Σαμαράς δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Η Χρυσή Αυγή γιγαντώθηκε μέσα στην αντιμνημονιακή ένταση της περιόδου 2010-2012.

Στους μήνες μετά τις εκλογές του Ιουνίου 2012, και ενώ η Χρυσή Αυγή είχε εισχωρήσει παντού, από τον Στρατό και την Αστυνομία μέχρι τις εκκλησίες και τα σχολεία, και αλώνιζε με τα τάγματα εφόδου της, ο τότε πρωθυπουργός μετακινήθηκε. Η νομική αντιμετώπιση του φιλοναζιστικού κόμματος ήταν ίσως η μόνη λύση. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα επιτάχυνε τις εξελίξεις. Το πρωί της 18ης Σεπτεμβρίου 2013 ο κ. Σαμαράς ήταν πολύ ανήσυχος. «Το «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο» δεν πρόκειται να ειπωθεί ξανά όσο είμαι εγώ Πρωθυπουργός. Θα αποδοθεί Δικαιοσύνη ό,τι και να μου κοστίσει!» έλεγε στους συνεργάτες του.

Τα αντίποινα και οι καβγάδες στη ΝΔ

Στο μυαλό του είχε πιθανά αντίποινα από την πλευρά της Αριστεράς, φοβόταν να μην επαναληφθούν στην Ελλάδα τα «μολυβένια χρόνια» που έζησε η Ιταλία. Δεν είχε άδικο. Την 1η Νοεμβρίου 2013 δύο μέλη της οργάνωσης Μαχόμενες Λαϊκές Επαναστατικές Δυνάμεις επιτέθηκαν στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στο Νέο Ηράκλειο αφήνοντας πίσω τους δύο νεκρούς, ως αντίποινα για τη δολοφονία Φύσσα. Οι εχθροπραξίες δεν είχαν συνέχεια. Ωστόσο ο κ. Σαμαράς δεν είχε υπολογίσει την αντίθεση κεντρικών στελεχών της ΝΔ στην απόφασή του να στείλει τη Χρυσή Αυγή στη Δικαιοσύνη. «Αυτό που έκανες είναι χειρότερο από λάθος. Είναι έγκλημα!», «Θα ηρωοποιήσεις τη Χρυσή Αυγή», «Τι είναι αυτά; Αυτοί είναι δεξιοί και θα ξαναγυρίσουν σε εμάς». Επρόκειτο για γερούς καβγάδες που αν έβγαιναν στη δημοσιότητα θα αποδομούσαν την κυβέρνηση.

Οι αποφάσεις για τις 35 δικογραφίες

Ο κ. Σαμαράς έμεινε αμετακίνητος στα όσα αποφασίστηκαν στις 18 Σεπτεμβρίου στο γραφείο του, με τη συμμετοχή των Ευάγγελου Βενιζέλου, Νίκου Δένδια, Μάκη Βορίδη, τότε κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της ΝΔ, οι οποίοι συντάχθηκαν πλήρως με την ιδέα να συσχετιστούν οι φάκελοι της Χρυσής Αυγής και να σταλούν οι 35 δικογραφίες στον Αρειο Πάγο και στον Παναγιώτη Αθανασίου. Βγαίνοντας από το Μέγαρο Μαξίμου ο κ. Βενιζέλος δήλωσε: «Η Χρυσή Αυγή έχει ως προτεραιότητά της τη βία και πρέπει να αντιμετωπιστεί ως εγκληματική οργάνωση. Τώρα πλέον έχει ξεπεραστεί κάθε όριο. Το κράτος δικαίου πρέπει να επιβληθεί». Την επόμενη ημέρα ο πρωθυπουργός σε τηλεοπτικό διάγγελμα δήλωνε: «Η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να μην επιτρέψει στους επιγόνους των ναζί να δηλητηριάζουν την κοινωνική μας ζωή, να εγκληματούν, να τρομοκρατούν και να υποσκάπτουν τα θεμέλια της χώρας που γέννησε τη Δημοκρατία».

Διακοπή της χρηματοδότησης

Η επιλογή Σαμαρά – Βενιζέλου, κόντρα σε κομμάτια της ΝΔ και του ΠαΣοΚ, να επιλέξουν τον δρόμο της Δικαιοσύνης έπρεπε να ξεπεράσει ακόμα πολλά εμπόδια. Τα δικαστικά ήταν τελικά τα λιγότερα, καθώς η τότε Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Κουτζαμάνη όχι μόνο αποδέχθηκε την κατηγορία για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, αλλά διέταξε και την προφυλάκιση της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής. Παράλληλα, η κυβέρνηση διέκοψε τη χρηματοδότησή της.

Τα παιχνίδια του ΣΥΡΙΖΑ

Τα πολιτικά εμπόδια παρέμεναν, καθώς από το 2015 άρχισαν τα πολιτικά παιχνίδια του ΣΥΡΙΖΑ με τη Χρυσή Αυγή. Ενώ η προηγούμενη κυβέρνηση απέρριπτε επίμονα την προπαγάνδα της Χρυσής Αυγής περί πολιτικής δίωξης, η τότε Πρόεδρος της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου, στην προσπάθειά της να ακυρώσει μνημονιακούς νόμους, επιχείρησε να συνδέσει τη λειτουργία της Βουλής με την παρουσία των προφυλακισμένων χρυσαυγιτών, θέτοντας σε αμφισβήτηση τις επιλογές της Δικαιοσύνης. Ενστάσεις για τους πολιτικούς χειρισμούς στην υπόθεση αυτή και ερωτήματα για το πόσο «δεμένο» είναι το κατηγορητήριο διατύπωναν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και πριν γίνουν κυβέρνηση αδιαφορώντας(;) για το αν υιοθετούσαν τα επιχειρήματα της Χρυσής Αυγής. Το 2014, ο Νίκος Βούτσης κατήγγειλε «πολιτική μεθόδευση» προκειμένου να τεθεί εκτός νόμου η Χρυσή Αυγή ώστε να διαμοιραστούν οι ψήφοι της, και ως Πρόεδρος της Βουλής δήλωνε ότι «στη Βουλή δεν υπάρχουν ευπρόσδεκτες και μη ευπρόσδεκτες ψήφοι» για τον εκλογικό νόμο. Ο Νίκος Παρασκευόπουλος επιχειρηματολογούσε υπέρ της σύγκλισης με τη Χρυσή Αυγή εφόσον εκδημοκρατιστεί. Ακόμα, επί προεδρίας Θάνου στον Αρειο Πάγο, η πρόεδρος Εφετών που εξέδωσε το παραπεμπτικό βούλευμα για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής Ισιδώρα Πόγκα απολύθηκε οριστικά από το δικαστικό σώμα με μια κατηγορία τόσο ξεκρέμαστη ώστε υποχρεώθηκαν μετά να την επαναφέρουν. Οι αντιφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ «έσκασαν» θορυβωδώς με την παραίτηση του Σταύρου Κοντονή και την παραδοχή ότι η αλλαγή του Ποινικού Κώδικα με ηπιότερες ποινές εκθέτει την τότε κυβέρνηση επειδή μπορεί να συνδεόταν και με τη δίκη της Χρυσής Αυγής.