Αυτό που θυμάμαι από τα παιδικά μου χρόνια στο χωριό που μεγάλωσα, εκεί στα βόρεια σύνορα της Μακεδονίας, ήταν το χιόνι. Τους χειμερινούς μήνες πεταγόμουν κάθε πρωί από το κρεβάτι μου, πρώτος από όλα τα άλλα δύο αδέλφια μου που πηγαίναμε μαζί στο Γυμνάσιο της πόλης του Κιλκίς, και κοιτούσα μέσα από τις γρίλιες να δω αν έξω άσπριζε η γη. Οταν έβλεπα εκείνο το έντονο άσπρο φως μέσα από τις γρίλιες, γινόταν πανηγύρι. Τους ξυπνούσα φωνάζοντας «χιόνισε, χιόνισε» κι αυτοί πετάγονταν χαρούμενοι από τα κρεβάτια τους. Η αιτία;

Δεν ήταν μόνο τα παιχνίδια που μας περίμεναν, δηλαδή του χιονοπόλεμου, οι κατεβασιές με τα χειροποίητα έλκηθρα ή ο χιονάνθρωπος που θα στήναμε στην αυλή. Ηταν το ότι δεν θα πηγαίναμε τουλάχιστον δύο ημέρες σχολείο αφού το λεωφορείο δεν θα μπορούσε να κατέβει και να ανέβει την ανηφόρα του δρόμου του διπλανού χωριού. Το χιόνι ήταν πάντα τόσο πολύ που τις περισσότερες φορές περνούσε το ένα μέτρο. Και τέτοιες χαρές είχαμε τουλάχιστον τρεις με τέσσερις φορές κάθε χειμώνα.

Αργότερα καθώς μεγαλώναμε, μάθαμε από τους γεωπόνους ότι το χιόνι ήταν εξαιρετικά ευεργετικό για τα χωράφια μας. Οι χιονοπτώσεις «ξεδιψούσαν» τα εδάφη και ιδίως αυτών που στερήθηκαν το νερό. Μας έλεγαν ότι το χιόνι λειτουργεί πιο ευεργετικά από τη βροχή γιατί διατηρεί αργό τον ρυθμό απορροής του νερού στο εσωτερικό της γης, ενώ ελάχιστο εξατμίζεται και χάνεται, επειδή το χιόνι αντανακλά την ηλιακή ακτινοβολία. Ακόμη, οι χιονοπτώσεις βοηθούσαν στον εμπλουτισμό των υπόγειων υδροφορέων, και μάλιστα πολύ καλύτερα από ό,τι η βροχή, ενώ σημαντική είναι και μία άλλη ευεργετική του δράση, καθώς απολυμαίνει το έδαφος, σκοτώνοντας παράσιτα και έντομα. Αυτά βοηθούν πολλές καλλιέργειες να αναπτυχθούν σωστά και να καρποφορήσουν περισσότερο.

Ομως τα τελευταία χρόνια δεν χιονίζει πια ή χιονίζει πολύ λίγο. Ομως δεν χιονίζει ούτε στις χώρες της Β. Ευρώπης. Δεν χιονίζει στη Μόσχα, όπου τον περυσινό Δεκέμβριο καταγράφηκαν οι υψηλότερες θερμοκρασίες τα τελευταία 133 χρόνια. Η τελευταία φορά που ο υδράργυρος ανέβηκε τον Δεκέμβριο μήνα πάνω από 5,3°C ήταν η 18η Δεκεμβρίου του 1886. Στις περυσινές εκδηλώσεις για την Πρωτοχρονιά, οι Αρχές της Μόσχας αναγκάστηκαν να μεταφέρουν στο κέντρο της πόλης με φορτηγά τεχνητό χιόνι. Παρότι πολλοί προσπάθησαν να εμφανίσουν το φαινόμενο αυτό ως προσωρινό, η αλήθεια, όπως διατυπώθηκε από επιστημονικά χείλη, ήταν σαφής: Τα τελευταία 30 χρόνια η μέση θερμοκρασία τον χειμώνα στη Μόσχα αυξήθηκε κατά τέσσερις βαθμούς. Και αυτοί οι ήπιοι χειμώνες είναι πια άμεση απόρροια της κλιματικής αλλαγής. Οι πάγοι λιώνουν σε χρόνο ρεκόρ στις περιοχές των πόλων.

Ολα αυτά είναι αποτέλεσμα του «φαινομένου του θερμοκηπίου» το οποίο δημιουργήθηκε στον πλανήτη μας. Αέρια της ατμόσφαιρας (αέρια θερμοκηπίου), λειτουργούν όπως το γυάλινο περίβλημα του θερμοκηπίου, δηλαδή δεν επιτρέπουν στο μεγαλύτερο μέρος των φωτονίων που εκπέμπεται από τη Γη ως υπέρυθρη ακτινοβολία, να διαφύγουν στο Διάστημα. Με αυτόν τον τρόπο η υπέρυθρη ακτινοβολία που δεν διαφεύγει στο Διάστημα θερμαίνει τη Γη. Τελικά δημιουργείται ένα θερμικό ισοζύγιο μεταξύ της εισερχόμενης ηλιακής και της εξερχόμενης γήινης ακτινοβολίας, με συνέπεια η μέση θερμοκρασία της Γης να διατηρείται σταθερή. Χωρίς το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η Γη θα ήταν ένα παγωμένο σώμα με θερμοκρασία περίπου 18°C. Τα τελευταία 500.000 χρόνια η μέση θερμοκρασία της Γης κυμαίνεται μεταξύ 19°C και 27°C. Ομως, τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μία αύξηση στη συγκέντρωση αρκετών αερίων του θερμοκηπίου, ενώ στην περίπτωση του διοξειδίου του άνθρακα η αύξηση ήταν 31% κατά την περίοδο 1750-1998. Τα ¾ της ανθρωπογενούς παραγωγής διοξειδίου του άνθρακα οφείλονται στη χρήση ορυκτών καυσίμων, ενώ το υπόλοιπο μέρος οφείλεται σε αλλαγές που συντελούνται στο έδαφος, κατά βάση διά μέσου της αποδάσωσης. Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι το επίπεδο συγκέντρωσης του διοξειδίου του άνθρακα είναι σε τέτοιο πλέον επίπεδο στην ατμόσφαιρά μας που η Γη δεν έχει δει στα τελευταία 400.000 χρόνια. Την τελευταία φορά που υπήρχε τόσο διοξείδιο στην ατμόσφαιρα δεν υπήρχαν άνθρωποι.

Οι ωκεανοί θερμαίνονται γρηγορότερα από όσο προέβλεπαν τα Ηνωμένα Εθνη πριν από πέντε μόλις χρόνια. Ο πλανήτης έχει θερμανθεί κατά περίπου 1°C και προς το τέλος του αιώνα είναι πολύ πιθανόν να τετραπλασιαστεί. Πολύ πρόσφατα, οι αρμόδιοι Οργανισμοί των Ηνωμένων Εθνών δημοσίευσαν αναφορές για την απώλεια της άγριας ζωής παγκοσμίως, προειδοποιώντας ότι 1 εκατομμύριο είδη ζώων και φυτών κινδυνεύουν με εξαφάνιση. Ηδη το 45% των εντόμων έχει χαθεί λόγω της κλιματικής αλλαγής, ενώ το 60% των ζώων έχει εξαφανιστεί τα τελευταία 50 χρόνια.

Από το πρόσφατο lockdown που επιβλήθηκε πριν από λίγους μήνες και τη σχεδόν καθολική παύση της ανθρώπινης δραστηριότητας, φάνηκε στην πράξη η ευεργετική επίδραση της μείωσης του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα: Στη Βενετία το νερό στα κανάλια καθάρισε εντυπωσιακά, ενώ κάτοικοι είδαν για πρώτη φορά ψάρια, κύκνους και δελφίνια να κολυμπούν. Σε περιοχές της Κίνας και της Ινδίας καταγράφηκε μείωση της ρύπανσης έως και 71%. Πολίτες ανέφεραν χαρούμενοι ότι δεν είχαν δει τον ουρανό τόσο μπλε τα τελευταία δέκα χρόνια.

Τα υπάρχοντα πια στοιχεία δείχνουν ότι η κλιματική αλλαγή στον πλανήτη δεν είναι απλά μια απειλή αλλά μια πραγματικότητα που όλοι βιώνουμε. Οι στόχοι της Συμφωνίας των Παρισίων του 2015 και οι πομπώδεις εξαγγελίες των ηγετών για συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη αρκετά κάτω από τους δύο βαθμούς, μπορεί να φαίνεται αρκετά φιλόδοξη, αλλά αυτό πρέπει να συνοδευθεί και με δράσεις που να προλαβαίνουν τις αντιδράσεις του πλανήτη. Πρόσφατες μελέτες αναφέρουν ότι μειώνεται σταθερά η τρύπα του όζοντος, επειδή μειώθηκε η χρήση χλωροφθορανθράκων (CFC), όπως συμφωνήθηκε στο λεγόμενο «Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ» του 1987.

Προς τον σκοπό αυτόν, όλοι πρέπει να αντιδράσουμε και να πιέσουμε τους ιθύνοντες για τη λήψη και κυρίως την εφαρμογή των αναγκαίων για τη σωτηρία του πλανήτη μέτρων. Να ακούσουμε τους μαθητές που συγκεντρώθηκαν πρόσφατα έξω από το Κοινοβούλιο του Κέιπ Τάουν φωνάζοντας «Υψώστε τη φωνή σας και όχι τη στάθμη της θάλασσας!».

Ο κ. Βασίλης Φλωρίδης είναι εισαγγελέας Εφετών