Η κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο διαμορφώνει ένα εξαιρετικά περίπλοκο και επικίνδυνο σκηνικό, με άγνωστο χρονοδιάγραμμα, άδηλη κατάληξη και υψηλό ρίσκο, σε πολλά πεδία. 

Επειτα από τις προσφατες εξελίξεις και την – πρόσκαιρη, όπως φάνηκε – αποτροπή της έντασης στα τέλη του Ιουλίου, ο Ερντογάν κάνει την επόμενη κίνησή του. Στέλνει το Oruc Reis σε μία περιοχή που θέλει να «μαρκάρει» ως αμφισβητούμενη και διατάσσει άλλη μία μεγάλης κλίμακας κινητοποίηση του στόλου του. 

Μοιραία, η ελληνική πλευρά κινητοποιείται, όπως οφείλει, προκειμένου να μην βρεθεί προ τετελεσμένων και ενώ παράλληλα έχει κάνει κάποιες σημαντικές κινήσεις στο διπλωματικό πεδίο, με τις πρόσφατες υπογραφές συμφωνιών για τις ΑΟΖ με την Ιταλία και την Αίγυπτο. 

Υπάρχει ωστόσο μία μείζων εκκρεμότητα και ένα αίνιγμα στο οποίο αναζητείται απάντηση, το συντομότερο δυνατόν. 

Πόσες φορές θα κάνει ο Ερντογάν πίσω και θα αναιρέσει τις απειλές του κατά της Ελλάδας; Πόσες φορές έχει περιθώριο, έναντι του εσωτερικού του ακροατηρίου αλλά και διεθνώς, να υποχωρήσει; Όσο ενεργεί έτσι και έπειτα από μια σειρά στρατιωτικών αποτυχιών, η όποια αξιοπιστία του θα εξαφανιστεί και το κύρος του, έστω και ως ταραξία και αναθεωρητή θα εκμηδενιστεί. 

Το ερώτημα συνεπώς είναι, μέχρι πού είναι αποφασιμένος να φτάσει σε αυτήν την φάση των δύο εμδομάδων, που διαρκεί η Navtex την οποία εξέδωσε και ποιοι είναι οι τρόποι με τους οποίους θα μπορέσουν να αντιμετωπιστούν οι απειλές και οι εχθρικές του ενέργειες. 

Την τελευταία φορά φάνηκε πως καταλυτικό ρόλο έπαιξε η παρέμβαση της καγκελαρίου Μέρκελ, με την οποία ο Ερντογάν αναγκάστηκε ή συμφώνησε να αποσύρει τον στόλο από το Αιγαίο. 

Σήμερα, έχει προστεθεί μία νέα παράμετρος, που περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα. 

Σύμφωνα με πληροφορίες, στο Βερολίνο έχει εκδηλωθεί ενόχληση από την αιφνιδιαστική υπογραφή της συμφωνίας για την ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Ενδεχομένως ότι η γερμανική πλευρά με την παρέμβασή της αξιώνει και επιδιώκει μία άλλου τύπου συζήτηση μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας και μάλιστα με συνθήκες μίας δικής της ιδιότυπης επιδιατησίας; Μήπως θα ανέμεναν στο Βερολίνο ενημερώσεις για τα απόρρητα της εξωτερικής μας πολιτικής; Και ποια θέματα θα ήθελαν να περιληφθούν στην συζήτηση; 

Επιπλέον, τι σημαίνει η «ενόχληση»; Όσο ο Ερντογάν τραβάει το σχοινί, πόσες φορές θα είναι διατεθειμένη η Μέρκελ να σηκώσει το τηλέφωνο. Και υπό αυτό το πρίσμα, τι ρόλο είναι διατεθειμένες να παίξουν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές δυνάμεις, και όσες άλλες βρίσκονται σε σχέση έντασης με την Τουρκία; 

Η άσκηση φαίνεται ότι είναι δυσκολότερη από ό,τι συνήθως και η προετοιμασία που απαιτείται σε επίπεδο επιχειρησιακό, αλλά και διαχείρισης της κοινής κοινής γνώμης, πολύ σοβαρότερη από ό,τι όλα τα προηγούμενα χρόνια.