Από πού να ξεκινήσει κάποιος ο οποίος θέλει να γράψει για τον ομότιμο καθηγητή Παιδιατρικής και Ενδοκρινολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) κ. Γεώργιο Χρούσο; Από το βιογραφικό του, το οποίο καλύπτει 114(!) σελίδες γεμάτες με δημοσιεύσεις – έχει συγγράψει περισσότερα από 900 επιστημονικά άρθρα και πάνω από 600 αναλύσεις σε επιστημονικές επιθεωρήσεις αλλά και κεφάλαια σε επιστημονικά εγχειρίδια -, με δεκάδες βραβεύσεις και διακρίσεις – σύμφωνα με το Google Scholar και το Institute of Scientific Information (ISI) είναι ένας από τους 100 επιστήμονες με τις περισσότερες ετεροαναφορές στο έργο τους παγκοσμίως, όχι μόνο στην Κλινική Ιατρική αλλά και στη Βιολογία και στη Βιοχημεία καθώς και πρώτος σε ετεροαναφορές κλινικός ενδοκρινολόγος ή παιδίατρος σε ολόκληρο τον κόσμο; Από τη λαμπρή καριέρα του σε ΗΠΑ και Ελλάδα, στη διάρκεια της οποίας κατείχε εξέχουσες θέσεις και παρήγαγε πλούσιο ερευνητικό αλλά και κλινικό έργο; Από τη σημαντική έρευνα που συνεχίζει να διεξάγει και η οποία ρίχνει φως σε πλήθος πεδίων με επίκεντρο πάντα το αγαπημένο του αντικείμενο, το στρες, αυτόν τον εξελικτικό «σύμμαχο» του ανθρώπινου είδους που έχει μετατραπεί σε έναν από τους μεγαλύτερους εχθρούς του;

Γιατρός από κούνια

Η πορεία του κ. Χρούσου είναι μια πορεία πραγματικά «χρυσή» που ταιριάζει με το επίθετό του – το έχει ψάξει, και έχει τις ρίζες του στο Βυζάντιο, προερχόμενο από το Χρυσός (Χρουσός) με ανάσπαση του τόνου, όπως συμβαίνει με πολλές ελληνικές λέξεις. Ο 69χρονος σήμερα κ. Χρούσος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πάτρα και ήταν αρκετά εκείνα που τον έκαναν να αποφασίσει να σπουδάσει Ιατρική: «Είχα συγγενείς γιατρούς ενώ συγχρόνως στην εφηβεία διάβασα «Το Κάστρο» του Κρόνιν με πρωταγωνιστή έναν νεαρό γιατρό που μάχεται για το καλό της κοινωνίας υπό αντίξοες συνθήκες και ταυτίστηκα μαζί του. Ετσι έδωσα εξετάσεις και πέρασα στην Ιατρική Αθηνών από τους πρώτους». Αποφοίτησε το 1975 «πρώτος των πρώτων» και ύστερα από έναν χρόνο ειδικότητας στην Παθολογία αποφάσισε να ασχοληθεί με την Παιδιατρική ολοκληρώνοντας την ειδικότητα στην Ιατρική Σχολή και στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. «Μου άρεσαν πάντα πολύ τα παιδιά και η αλληλεπίδραση μαζί τους, ίσως επειδή ήμουν μοναχοπαίδι». Επόμενος σταθμός του τα φημισμένα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ (ΝΙΗ), και συγκεκριμένα το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού και Ανθρώπινης Ανάπτυξης (ΝΙCHD) όπου εκπαιδεύθηκε στην Ενδοκρινολογία, στον Μεταβολισμό και στον Διαβήτη. Μετά την εκπαίδευσή του ακολούθησε μακρά καριέρα στο ΝΙCHD όπου διετέλεσε διευθυντής του Tμήματος Παιδιατρικής και Αναπαραγωγικής Ενδοκρινολογίας, ενώ ήταν και καθηγητής Παιδιατρικής, Φυσιολογίας και Βιοφυσικής στο Πανεπιστήμιο Georgetown στην Ουάσιγκτον.

Παλιννόστηση

Το 2001 πήρε τη μεγάλη απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα – «μια απόφαση που δεν με δυσκόλεψε, αφού ένιωθα ότι η Ελλάδα με χρειαζόταν περισσότερο». Κατέλαβε τη θέση του καθηγητή και διευθυντή της αρχαιότερης και μεγαλύτερης παιδιατρικής κλινικής της χώρας, της Α’ Παιδιατρικής Κλινικής στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ, την οποία και διατήρησε ως το 2018, οπότε και ολοκληρώθηκε η ακαδημαϊκή πορεία του. Το έργο του είχε τεράστια επίδραση στον τρόπο με τον οποίο ασκείται η Παιδιατρική στην Ελλάδα. Συμμετείχε μεταξύ άλλων στη δημιουργία νέων εθνικών καμπυλών αύξησης, ξεκίνησε εθνική εκστρατεία ενάντια στην παιδική παχυσαρκία, έγινε επικεφαλής της Εθνικής Επιτροπής για τον Μητρικό Θηλασμό, ανέπτυξε τον μηχανισμό πιστοποίησης για τα φιλικά στα βρέφη νοσοκομεία, ενώ ήταν και ο δημιουργός καμπάνιας υπέρ του μητρικού θηλασμού η οποία έλαβε βραβείο από την UNICEF το 2011. Ηταν επίσης ο «πατέρας» του πρώτου Προγράμματος Εφηβικής Ιατρικής στην Ελλάδα, το οποίο, χάρη στην πρωτοτυπία και στην επιστημονική αρτιότητά του, αναγνωρίστηκε το 2010 από την UNESCO ως η μοναδική έδρα παγκοσμίως στην Εφηβική Ιατρική (UNESCO Chair on Adolescent Health Care). Συμμετείχε ενεργά και στη «θεμελίωση» του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, του οποίου και διετέλεσε πρώτος διευθυντής.

Παγκόσμια αναγνώριση

Ο κ. Χρούσος έχει αναγνωριστεί παγκοσµίως για την έρευνά του στο µοριακό σύστηµα µετάδοσης του σήµατος των γλυκοκορτικοειδών στο κύτταρο, στις νόσους του άξονα των επινεφριδίων και στους φυσιολογικούς και µοριακούς µηχανισµούς του στρες. Η προσφορά του, που εκτείνεται από την έρευνα σε μοριακό επίπεδο ως τη διάγνωση και τη θεραπεία, έχει ανοίξει νέους ορίζοντες σε ένα φάσµα χρόνιων «μη μεταδιδόμενων» διαταραχών και κυρίως αυτών που σχετίζονται με το στρες, όπως η μελαγχολική, η άτυπη, η εποχική και η επιλόχειος κατάθλιψη, η διαταραχή μετατραυματικού στρες, οι διαταραχές πρόσληψης τροφής, οι ψυχοσωματικές νόσοι, οι διαταραχές του ύπνου, καθώς και τα φλεγμονώδη/αυτοάνοσα και αλλεργικά νοσήματα.

Σήμερα συνεχίζει την έρευνά του στο προσφάτως μετονομασθέν Ερευνητικό Ινστιτούτο για την Υγεία Μητέρας – Παιδιού και την Ιατρική Ακριβείας του ΕΚΠΑ με αμείωτο ζήλο, όπως αποδεικνύει το πλήθος των ερευνητικών ευρημάτων που φέρνει στο φως με την ομάδα του. Μεταξύ τέτοιων πρόσφατων ευρημάτων περιλαμβάνονται εντυπωσιακές ανακαλύψεις για το μητρικό γάλα – όπως φαίνεται, η μητέρα συνεχίζει να «περνά» στο παιδί της μέσω του θηλασμού γενετικό υλικό της, το οποίο πιθανώς αφομοιώνεται από τα κύτταρα του μωρού με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο αναβολισμός και να μειώνεται το στρες του – αλλά και σημαντικά ευρήματα για το στρες στα παιδιά, το οποίο, σύμφωνα με τον καθηγητή, ως και τριπλασιάστηκε στα χρόνια της κρίσης.

Ο κ. Χρούσος δηλώνει ότι δεν θέλει να σταματήσει να εργάζεται, και μάλιστα με νέους – «καθώς αυτό αποτελεί το καλύτερο αντίδοτο στο γήρας». Και όταν δεν εργάζεται, περιτριγυρίζεται και πάλι από τα πιο γλυκά νιάτα – τα τρία εγγονάκια του (με την καθηγήτρια Οφθαλμολογίας σύζυγό του Τζούλη έχει αποκτήσει τρεις κόρες, τη Φαίδρα, την Ιώνη και τη Θάλεια, οικονομολόγο, γιατρό και αρχιτέκτονα αντίστοιχα, και μέχρι στιγμής η Φαίδρα τού έχει χαρίσει δύο εγγόνια και η Ιώνη ένα). Κρατά επίσης πάντα νέο το πνεύμα του ανατρέχοντας στους αρχαίους Ελληνες – λατρεύει την Ιστορία και τη Φιλοσοφία – αλλά και ταξιδεύοντας. «Μου αρέσει να επισκέπτομαι μουσεία Τέχνης, Ιστορίας και Φυσικής Ιστορίας. Δεν χορταίνω να μαθαίνω και, όσο περνούν τα χρόνια και τα περιθώρια στενεύουν, έχω ακόμη μεγαλύτερο κίνητρο για να μάθω όσο περισσότερα γίνεται». Μάλλον αυτό είναι το μυστικό των μεγάλων επιστημόνων και δασκάλων. Δεν σταματούν να είναι οι ίδιοι αιώνιοι μαθητές…