Τον αρχικό ενθουσιασμό από την κυβερνητική εξαγγελία για μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, διαδέχθηκε η σύγχυση και η απογοήτευση επαγγελματιών και καταναλωτών, όταν άρχισαν οι διευκρινήσεις για το ποια προϊόντα εξαιρούνται από τη μείωση.

«Ό,τι γλιτώσουμε από το σούπερ μάρκετ, θα το δίνουμε στους καφέδες» λένε -με μια δόση υπερβολής φυσικά- καταναλωτές, αφού η μείωση του συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση δεν αφορά τον καφέ, το τσάι, και τα αναψυκτικά, που παραμένουν στον υψηλό συντελεστή.

Για τους επαγγελματίες δε του κλάδου της εστίασης ο διαχωρισμός των προϊόντων στα οποία θα εφαρμοστεί η μείωση προκαλεί και πολλά πρακτικά προβλήματα, αλλά και ζητήματα ανταγωνισμού, με τους επίσημους φορείς τους να ζητούν άμεση διόρθωση αυτής της στρέβλωσης.

Οι πιο έμπειροι δε, τονίζουν ότι η διόρθωση αυτή είναι απαραίτητη και έναν ακόμη λόγο που αφορά τα ταμεία του κράτους, αφού μεγαλώνει επικίνδυνα ο πειρασμός να φοροδιαφύγεις πατώντας… λάθος κουμπί στην ταμειακή μηχανή και χρεώνοντας τον καφέ με τον ΦΠΑ του τοστ.

Επίσης οι καταναλωτές δεν θα πρέπει να περιμένουν καμία διαφορά στο πορτοφόλι τους όταν πηγαίνουν να αγοράσουν βασικά είδη διατροφής τα οποία υπάγονται σε συντελεστή ΦΠΑ 13%, όπως κρέας, ψάρια, γάλα κτλ. Για μειώσεις σε αυτά θα πρέπει να περιμένουν ένα χρόνο ακόμη, αφού σύμφωνα με τις κυβερνητικές εξαγγελίες από 1/1/2020 θα μειωθεί ο μεσαίος συντελεστής από 13% σε 11%.

Διχάζει την αγορά εστίασης η ρύθμιση για το ΦΠΑ

Είναι η πρώτη φορά που προωθείται ρύθμιση για τον ΦΠΑ στην εστίαση το οποίο «διχάζει» την αγορά εστίασης – υπηρεσίες καφέ και τροφίμων. Η μετάταξη στον χαμηλό συντελεστή (13%) του καφέ ως προϊόν-τρόφιμο και η εξαίρεσή του όταν πρόκειται για ρόφημα θα αναπτύξει διαφορετικές ταχύτητες στις επιχειρήσεις.

Ειδικότερα, η κυβερνητική εξαγγελία για μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση από το 24% στο 13%, η οποία θα εφαρμοστεί μάλιστα άμεσα, οδηγεί αυτόματα σε μειώσεις τιμών στα εξής:

* έτοιμα γεύματα και λοιπά σερβιριζόμενα είδη από εστιατόρια,
* ταβέρνες,
* ουζερί,
* ψητοπωλεία,
* οβελιστήρια,
* καφετέριες,
* ζαχαροπλαστεία,
* σνακ μπαρ,
* αρτοποιεία,
* πιτσαρίες,
* φαστφουντάδκα,
* κυλικεία, καντίνες κ.λπ., προς επιτόπια κατανάλωση.

Το πρόβλημα του καφέ και των ροφημάτων

Πάγωσε το χαμόγελο των επαγγελματιών όταν από το υπουργείο Οικονομικών διευκρινίστηκε ότι η μείωση του συντελεστή ΦΠΑ στο 13% στον κλάδο της εστίασης, δεν αφορά τον καφέ, το τσάι και τα αναψυκτικά, που παραμένουν στον υψηλό συντελεστή.

Στην πραγματικότητα, το μέτρο που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, σύμφωνα με διευκρινίσεις, στην πράξη εξαιρεί τα ροφήματα και περιορίζεται σε τυποποιημένα είδη διατροφής.

Η εξαίρεση αυτή, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, οδηγεί πάνω από 40.000 επιχειρήσεις εστίασης εκτός της ρύθμισης για μείωση του ΦΠΑ στο 13%.

«Είναι θετικό το μέτρο, αλλά κουτσό» αναφέρει χαρακτηριστικά σε δήλωσή του ο Γιώργος Καββαθάς, πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), εκπροσωπώντας και την ΠΟΕΣΕ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Εστιατορικών & Συναφών Επαγγελμάτων).

Εξηγεί ότι με το 50% σχεδόν των επιχειρήσεων του κλάδου εστίασης εκτός ρύθμισης, εξανεμίζονται οι προσδοκίες για οφέλη σε έναν κλάδο που έχασε σχεδόν το 30% του τζίρου του εν μέσω κρίσης (από το 2010).

«Πρόκειται για μια περίοδο που αυξήθηκε ο ΦΠΑ στην εστίαση από το 13% στο 24%, αλλά ταυτόχρονα αυξήθηκαν και τα κόστη εκμετάλλευσης με την επιβάρυνση να φθάνει στο 119%» συμπληρώνει, κρίνοντας ότι είναι στη διακριτική ευχέρεια του πρωθυπουργού να διορθώσει το μέτρο.

Μάλιστα, προς αυτή την κατεύθυνση ο κ. Καββαθάς έχει ήδη ζητήσει συνάντηση με τον πρωθυπουργό αλλά και με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο.

Επίσης, την ερχόμενη Τρίτη προγραμματίζεται έκτακτη συνεδρίαση της ομοσπονδίας με τη συμμετοχή των προέδρων όλων των σωματείων μελών της με σκοπό να σχεδιαστεί ο τρόπος αντίδρασης του κλάδου.

Όπως τονίζει η ΓΣΕΒΕΕ στόχος είναι η θεσμοθέτηση άμεσα και συνολικά της μείωσης του ΦΠΑ στην εστίαση, ώστε να είναι σε ισχύ κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου «κάτι που θα έχει ευεργετικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις, την απασχόληση, αλλά και τα δημόσια έσοδα».

Η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας σημειώνει πως μία από τις πάγιες θέσεις της είναι η επαναφορά του ΦΠΑ στην εστίαση στον χαμηλό συντελεστή 13%, καθώς η προηγούμενη εμπειρία μείωσης του ΦΠΑ «είχε αφήσει γενικά ένα θετικό αποτύπωμα».

Τονίζοντας δε «ότι όταν γίνεται αναφορά στον κλάδο της εστίασης, υποτίθεται ότι συμπεριλαμβάνονται όλα τα προς πώληση προϊόντα και όχι μόνο τα είδη διατροφής που για αρκετές χιλιάδες επιχειρήσεις αποτελούν ένα μικρό μέρος των πωλήσεων τους» προσθέτει ότι το μέτρο της μείωσης του ΦΠΑ στην εστίαση πρέπει να  υιοθετηθεί χωρίς αστερίσκους και περιορισμούς.

Κίνδυνος από την εξαίρεση αυτή και για τα κρατικά ταμεία

Επιπλέον λόγος που η κυβέρνηση πρέπει να επανεξετάσει την εφαρμογή του μέτρου είναι και ο κίνδυνος που εγκυμονεί ο διαχωρισμός αυτός για τα κρατικά έσοδα.

Όπως αναφέρουν έμπειροι παράγοντες της αγοράς ο συντελεστής ΦΠΑ 24% αποτελεί αποδεδειγμένα κίνητρο για παραβατικότητα αλλά και φοροδιαφυγή καθώς ενισχύει τον αθέμιτο ανταγωνισμό αλλά και την παραοικονομία.

Πιο συγκεκριμένα, ο διαχωρισμός θα ενισχύσει εκ νέου την παραβατικότητα εντός των καταστημάτων εστίασης, καθώς αφήνει περιθώρια να κόβονται αποδείξεις για τα ροφήματα, με τον ΦΠΑ που αναλογεί σε κωδικούς που έχουν 13% ΦΠΑ (πχ. τυρόπιτα), γεγονός που προβληματίζει έντονα και την ΑΑΔΕ.

Υπενθυμίζεται πως στα χρόνια της κρίσης, ο ΦΠΑ στην εστίαση τριπλασιάστηκε από το 8% στο 24% με δραματικές επιπτώσεις για τον κλάδο (απώλεια θέσεων εργασίας, κατακόρυφη πτώση στις πωλήσεις, λουκέτα πολλών επιχειρήσεων του κλάδου), ενώ λειτουργεί ανασταλτικά και για τον ανταγωνισμό της χώρας ως τουριστικού προορισμού αφού η Ελλάδα αποτελεί τη μόνη χώρα στη Μεσόγειο όπου έχει τόσο υψηλό ΦΠΑ. Ενδεικτικά η Κύπρος έχει 5% – 10%, η Ιταλία και Ισπανία 10%, ενώ η Γαλλία έχει επίσης 5-10%.