Είναι ακατανόητο και πέραν πάσης λογικής όλα τα δραματικά γεγονότα να τα «τιμούμε» με ασκήσεις ανεξέλεγκτης βίας. Η επέτειος της δολοφονίας Γρηγορόπουλου, ένα τραγικό και αποτρόπαιο γεγονός, έχει ταυτιστεί εδώ και δέκα χρόνια, όχι με διαδηλώσεις τιμής στη μνήμη του αλλά με καταστροφικές επιδρομές στο κέντρο της Αθήνας και άλλων πόλεων.

Με πρόσχημα την εκδήλωση οι γνωστές ομάδες περιθωριακών και μη μπαχαλάκηδων βρίσκουν την ευκαιρία να εξαντλήσουν την οργή τους καίγοντας και καταστρέφοντας. Δεν τους συγκινεί ούτε η έκκληση της μητέρας του που ζήτησε να μη χρησιμοποιούν τον Αλέξανδρο για τις δικές τους σκοπιμότητες, ούτε η αποδοκιμασία της πλειοψηφίας της κοινής γνώμης.

Αυτή η έκρηξη ανομίας, βίας και μίσους, με κάθε πραγματική ή φανταστική αφορμή, ταλανίζει τη χώρα εδώ και πολλά χρόνια. Δεν είναι καν συνέπεια της οικονομικής κρίσης, όπως θα περίμενε κανείς. Είναι μια αντίληψη δράσης βαθιά ριζωμένη σε τμήματα της κοινωνίας, που εργαλειοποιήθηκε από τους λεγόμενους μπαχαλάκηδες.

Είναι αυτοί που έχουν μετατρέψει τα Εξάρχεια, μια ανήσυχη και ζωντανή περιοχή όπου ανθούσαν οι ιδεολογικές αντιπαραθέσεις της νέας γενιάς, αλλά όχι μόνο, σε πραγματικό άβατο. Εδώ η βία αποτελεί πια αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητας, με την πολιτεία να παρακολουθεί ως αμέτοχος θεατής.

Αποτέλεσμα να έχει δημιουργηθεί σήμερα ένα καθόλου ασήμαντο «κίνημα» που αλληλοτροφοδοτείται από την υποτιθέμενη επαναστατική γυμναστική. Καταλήψεις, επιθέσεις, μολότοφ, είναι στην ημερήσια διάταξη κι όποιος αντιδρά θεωρείται στόχος των επόμενων επιθέσεων.

Προφανώς συμβαίνουν και σε άλλες χώρες εκρήξεις ανεξέλεγκτης βίας, με κάποιες αφορμές, όπως τώρα στη Γαλλία. Δεν είναι όμως ο κανόνας αλλά οι εξαιρέσεις. Εδώ έχουμε συνηθίσει πλέον να περιμένουμε σε κάθε διαδήλωση, σε κάθε διαμαρτυρία, τη μετατροπή του κέντρου της Αθήνας σε πεδίο μάχης.

Είναι ευθύνη και της πολιτείας και των πολιτικών δυνάμεων αλλά και της κοινωνίας των πολιτών αυτά τα φαινόμενα να ελεγχθούν. Δεν είναι απλό, ούτε εύκολο, καθώς μετά από τόσα χρόνια, έχει διαμορφωθεί πια μια κουλτούρα ανοχής. Αλλά δεν γίνεται το κέντρο της πόλης, τα πανεπιστήμια, τα σχολεία, τα γήπεδα, να αποτελούν φυτώρια βίας, χωρίς κανένας να ενοχλείται.