Στη διάρκεια της κρίσης, κάθε λίγο ανοίγει η συζήτηση για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους. Και κάθε φορά καλλιεργούνται υψηλές προσδοκίες και ακολουθούν θριαμβολογίες ύστερα από κάθε συμφωνία, μόνο και μόνο για να διαπιστώσουμε σύντομα πως θα χρειαστούν πρόσθετα μέτρα. Βεβαίως αυτό αφορά το εσωτερικό. Διότι οι πιστωτές προχωρούν σταδιακά και μεθοδικά στη διευθέτηση του ζητήματος, χωρίς να κρύβουν την πραγματικότητα (απλώς την καμουφλάρουν με περίτεχνες διατυπώσεις) προσφέροντας λύση τόση όση να πάμε παρακάτω και σύντομα να επιστρέψουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Και ενώ όλα αυτά είναι γραμμένα σε κάθε συμφωνία, ακούμε από τους εκάστοτε κυβερνώντες να μιλούν για μακρόπνοη λύση, για σημαντική ελάφρυνση, για μεγάλη επιτυχία, να δημιουργούν εντυπώσεις και να καλλιεργούν ελπίδες για «κουρέματα», μειώσεις και άλλα τέτοια. Κανείς από τους πιστωτές δεν πρόκειται να συμφωνήσει σε «κούρεμα» χρέους. Τουλάχιστον σε αυτή τη φάση. Σε 20, 25 ή περισσότερα χρόνια, όταν το θέμα ενδεχομένως να έχει «καθίσει» και η Ευρώπη να ευημερεί και να έχει αποπληρωθεί σημαντικό μέρος του χρέους, ενδεχομένως. Οχι όμως στο ορατό μέλλον. Και αυτό το έχουν κάνει ξεκάθαρο με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο. Τώρα αν εμείς φαντασιωνόμαστε ελαφρύνσεις και οριστικές λύσεις, αυτό είναι θέμα που άπτεται της ψυχιατρικής.
Επίσης, όλα αυτά τα χρόνια, μαζί με το χρέος υπάρχει και η ταυτόχρονη συζήτηση για την αποχώρηση του ΔΝΤ. Συνεχώς υπάρχει διάχυτη η εντύπωση ότι το Βερολίνο και οι εταίροι τσακώνονται με το ΔΝΤ, τα σπάνε, η αποχώρηση του Ταμείου είναι πάντα προ των πυλών και πως αυτό θα οδηγήσει σε σημαντική ελάφρυνση τόσο του χρέους όσο και της σφικτής δημοσιονομικής πολιτικής.
Αντε και έφυγε το ΔΝΤ. Τι θα αλλάξει; Θα μειωθεί ως διά μαγείας το χρέος; Θα δεχθούν οι ευρωπαίοι πολίτες να πληρώσουν τα χρέη μας; Ή θα χαλαρώσει η δημοσιονομική πολιτική όταν έχουμε συμφωνήσει για υψηλά πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια, έχουμε νομοθετήσει τον αυτόματο «κόφτη» και τη μείωση των συντάξεων;
Είναι καιρός να σταματήσουμε να κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας. Οποια και να είναι η λύση μετά τη λήξη του τρέχοντος Μνημονίου, το σκηνικό θα παραμείνει το ίδιο. Δεν πρόκειται να αλλάξει αν αποχωρήσει το ΔΝΤ, περιοριστεί σε ρόλο συμβούλου ή δεν υπογράψουμε με τους εταίρους άλλο μνημόνιο με τη μορφή που το ξέρουμε μέχρι σήμερα. Ας μην περιμένουμε από εξωγενείς παράγοντες να βελτιωθεί η ζωή μας.
Πρέπει να το κάνουμε μόνοι μας. Μόνοι μας να κάνουμε τις μεταρρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό του κράτους, τη βελτίωση της παιδείας, τη θωράκιση της Δικαιοσύνης, τον εκμοντερνισμό της οικονομίας κ.οκ. Υπάρχουν παραδείγματα, με πρώτο και καλύτερο της Κύπρου. Οπως αναφέρει σε ανάλυσή της η διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank, η Κύπρος, μετά την έξοδο από το Μνημόνιο, αποτελεί success story καθώς πέτυχε ανάπτυξη 3,4% το 2016 και 3,9% το 2017 και 3,8% το πρώτο τρίμηνο του 2018, αύξηση της απασχόλησης 4,3% το 2017 και αύξηση των επενδύσεων σε 23% του ΑΕΠ το 2017 από 15% το 2013.
Πρόκειται για ένα success story στην πράξη και όχι στα λόγια. Και εκεί είναι η βασική διαφορά. Οτι οι Κύπριοι συνειδητοποίησαν γρήγορα την πραγματικότητα, αντέδρασαν ρεαλιστικά, πήραν την κατάσταση στη χέρια τους και τη «γύρισαν». Με απλά λόγια, δεν «παραμυθιάστηκαν» όπως εμείς. Εκαναν μόνοι τους αυτά που έπρεπε να κάνουν, ακόμα «παραμυθιάζοντας» τους άλλους ότι τα έκαναν… Δεν σκιαμάχησαν με το ΔΝΤ, το Βερολίνο, τις αγορές, τα Νεφελίμ ή οποιονδήποτε άλλον βόλευε το «αφήγημά» τους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ