Το ντιλ των 28 δισ. ευρώ μεταξύ του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου (LSE) και του Χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης μπορεί τελικά να ακυρωθεί. Σύμφωνα με το LSE, είναι δύσκολο πλέον να εκπληρωθούν οι όροι που θέτουν οι ευρωπαϊκές εποπτικές Αρχές ως προϋπόθεση για να επιτρέψουν να προχωρήσει η συμφωνία συγχώνευσης.
Όπως ανακοίνωσε το LSE, το οποίο διαχειρίζεται ακόμη και το Χρηματιστήριο του Μιλάνου, δεν επιθυμεί να προχωρήσει στην πώληση της θυγατρικής της εταιρείας MTS, κάτι που ζητούν οι Ευρωπαίοι για να επιτρέψουν να προχωρήσει το ντιλ.
Τον περασμένο μήνα το LSE είχε συμφωνήσει να πουλήσει τη θυγατρική του στη Γαλλία LCH, που ειδικεύεται στις εκκαθαρίσεις χρηματοπιστωτικών προϊόντων, σε μια προσπάθεια να εκπληρώσει τους όρους που επιβάλλουν οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές Αρχές.
Το LSE ανακοίνωσε πάντως ότι θα συνεχίσει να επιδιώκει το κλείσιμο της συμφωνίας με το Deutsche Boerse, προσθέτοντας ότι μια τέτοια συγχώνευση θα είχε μεγάλα στρατηγικά οφέλη και για τις δύο πλευρές. Είναι η τρίτη φορά που τα δύο χρηματιστήρια προσπαθούν να συγχωνευθούν.
Οι δύο προηγούμενες, το 2000 και το 2005, είχαν αποτύχει.
Η τρίτη προσπάθεια για τη συγχώνευση του London Stock Exchange και του Deutsche Boerse είχε προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις από Γαλλία, Βέλγιο, Πορτογαλία και Ολλανδία, που φοβήθηκαν ότι θα χάσουν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα ή θα εξαγοραστούν τα δικά τους χρηματιστήρια, τα οποία διαχειρίζεται η εταιρεία Euronext – μια από τις μεγάλες ανταγωνίστριες του LSE.
Εκτός από τα εμπόδια από τις ρυθμιστικές Αρχές, οι προσπάθειες για συγχώνευση των δύο εταιρειών δέχθηκαν πλήγμα και από την απόφαση των Βρετανών για Brexit.
Το LSE και το Deutsche Boerse ήθελαν να δουν τη μητρική εταιρεία να έχει ως έδρα το Λονδίνο και ως διευθύνοντα σύμβουλο το σημερινό αφεντικό της γερμανικής εταιρείας Κάρστεν Κενγκέτερ. Μετά το Brexit όμως φαίνεται ότι αλλάζουν πολλά στον σχεδιασμό των δύο πλευρών.