Το δεύτερο υψηλότερο φορολογικό συντελεστή για επιχειρήσεις και στελέχη έχει η Ελλάδα (μετά το Βέλγιο) στην Ευρώπη, σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από την ειδική έκθεση του ΣΕΒ για τη φορολογία επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Αφορμή για την εκπόνηση της έκθεσης αποτέλεσε η πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ενοποίηση της βάσης φορολογίας των επιχειρήσεων (οι σχετικές προτάσεις ανακοινώθηκαν στις 25 Οκτωβρίου) με την οποία θα ξεκαθαρίσουν οι κανόνες υπολογισμού των εσόδων και των εκπιπτώμενων δαπανών που θα ισχύουν σε όλα τα κράτη-μέλη.
Δεν προβλέπεται ωστόσο η επιβολή ενιαίου φορολογικού συντελεστή, αντίθετα από την έκθεση του ΣΕΒ προκύπτει ότι μετά την ομογενοποίηση των φορολογικών συστημάτων των χωρών – μελών ο φορολογικός ανταγωνισμός μεταξύ τους θα επικεντρώνεται πλέον στο συγκεκριμένο σημείο, δηλαδή στο ύψος των συντελεστών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην έκθεση, ο φορολογικός συντελεστής για τις επιχειρήσεις (αθροιστικοί συντελεστές σε εταιρικά κέρδη, διανεμόμενα μερίσματα και εισφορές επί αυτών) και τα στελέχη (ασφαλιστικές εισφορές, φόροι και ειδικές εισφορές σε μισθωτό με καθαρές ετήσιες αποδοχές 41.367 ευρώ) κυμαίνεται «σε επίπεδα αντίστοιχα με χώρες όπως το Βέλγιο, η Γαλλία και η Ιταλία και υψηλότερα των Σκανδιναβικών χωρών, χωρίς φυσικά αυτοί οι φόροι να προσφέρουν την αντίστοιχη ανταποδοτικότητα».
Πέρα από τους ονομαστικούς συντελεστές, ο ΣΕΒ επισημαίνει στοιχεία στο φορολογικό πλαίσιο της χώρας μας που επιβαρύνουν περαιτέρω τις επιχειρήσεις.
Για παράδειγμα, η δυνατότητα συμψηφισμού ζημιών με μελλοντικά κέρδη στη χώρα μας περιορίζεται στα 5 έτη, ενώ στις περισσότερες χώρες της ΕΕ δεν υπάρχει περιορισμός.
Επίσης, τονίζει, «η έλλειψη σαφήνειας ως προς τις δαπάνες που εκπίπτουν δημιουργεί σημαντική αβεβαιότητα στις ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες συχνά βρίσκονται αντιμέτωπες με απροσδόκητα μεγάλες φορολογικές διαφορές μετά από τους φορολογικούς ελέγχους, ενώ και οι εκπτώσεις που δίνει ο ελληνικός νόμος για τις δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης είναι υποδεέστερες αυτών πολλών κρατών-μελών».
Σύμφωνα με την ανάλυση του Συνδέσμου, οι ελληνικές επιχειρήσεις που θα ενταχθούν στην Κοινή Βάση Φορολογίας Επιχειρήσεων (ΚΒΦΕ-Common Corporate Tax Base) θα μπορέσουν να ωφεληθούν της αυξημένης σαφήνειας ως προς τον ορισμό των δαπανών που εκπίπτουν, της απεριόριστης χρονικής δυνατότητας μεταφοράς ζημιών στο μέλλον και των σημαντικά πιο γενναιόδωρων, σε σχέση με την ελληνική νομοθεσία, φορολογικών εκπτώσεων για δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης.
Στο πλαίσιο τέλος της προσαρμογής προς τις κοινοτικές κατευθύνσεις για τη φορολογία επιχειρήσεων, ο ΣΕΒ ζητά να ληφθούν άμεσα μέτρα για:
-Επέκταση της προθεσμίας 5 ετών για συμψηφισμό ζημιών με μελλοντικά κέρδη.
-Διασαφήνιση του ορισμού της παραγωγικότητας μιας δαπάνης, ώστε να εκπίπτει με βάση ξεκάθαρους κανόνες.
-Ομογενοποίηση των ελέγχων, ώστε η αναγνώριση της έκπτωσης δαπανών να γίνεται με κοινό τρόπο σε όλους τους ελέγχους, και ο τρόπος αυτός να είναι προβλέψιμος για τις φορολογούμενες επιχειρήσεις.
-Ταχεία διεκπεραίωση των ελέγχων και μείωση του αριθμού των ανέλεγκτων χρήσεων με συνεχείς χρονικές επεκτάσεις των παραγραφών, που διατηρούν το σύνολο των επιχειρήσεων ομήρους των, μη προβλέψιμης έκβασης, ελέγχων.