«Η εμπλοκή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ελλάδα ήταν μια ολοκληρωτική καταστροφή: Ξανά και ξανά, η αποτυχία του ΔΝΤ να λάβει σοβαρά υπόψη κρίσιμα μαθήματα, προκάλεσε πόνο στον ελληνικό λαό. Όταν οι διευθυντές του Ταμείου συνέλθουν τη Δευτέρα, θα πρέπει να συμφωνήσουν να διαγράψουν τα χρέη της χώρας και να αποχωρήσουν» γράφει ο ορθογράφος του Bloomberg Ασόκα Μόντι.
Ο αρθρογράφος εκτιμά ότι «εξαρχής το ΔΝΤ δεν έπρεπε να εμπλακεί στην Ελλάδα» και ότι η διάσωση της Ελλάδας από το 2010 θα έπρεπε να είναι ευρωπαϊκή υπόθεση. «Όπως το έθεσε ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ: «Αν η Καλιφόρνια είχε πρόβλημα χρηματοδότησης, οι ΗΠΑ δεν θα απευθύνονταν στο ΔΝΤ»». Εντούτοις, αποδίδει την εμπλοκή του ΔΝΤ στην απόφαση της Ανγκελα Μέρκελ να επιδείξει ότι η Ελλάδα έχει επείγουσα ανάγκη οικονομικής στήριξης και ότι θα επιβληθεί αυστηρή πειθαρχία.
Κατά την άποψη του Μόντι, επισκέπτη καθηγητή στον Πρίνστον και πρώην στέλεχος του ΔΝΤ, ακλούθησε η λανθασμένη απόφαση να μην επιβληθεί εξαρχής αναδιάρθρωση του ιδιωτικού χρέους, από το φόβο γενίκευσης της κρίσης, με αποτέλεσμα την υπερβολική διόγκωση του χρέους και την επιβολή εξοντωτικής λιτότητας στους Έλληνες.
Παρά την όποια παραδοχή λαθών, από πλευράς του Ταμείου, «το ΔΝΤ ποτέ δεν ανέλαβε την ευθύνη. Αντ ‘αυτού, απαίτησε ακόμα περισσότερη λιτότητα σε όλο το 2014. Τον Δεκέμβριο, οι πολίτες επαναστάτησαν και έφεραν το ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, γεγονός που έκανε τις απαιτήσεις του ΔΝΤ ακόμα πιο επίμονες. Σε αυτό το σημείο, η απόδειξη ότι η στρατηγική αυτή ωθούσε την Ελλάδα στην οικονομική και χρηματοπιστωτική κατάρρευση ήταν συντριπτική. Ήταν σαν να απαιτούν από έναν τραυματία να τρέξει γύρω από το τετράγωνο πριν γίνει δεκτός στην εντατική. Ωστόσο, ως συνήθως, για τα αναπόφευκτα δεινά κατηγορήθηκε η Ελλάδα για απροθυμία να συνεργαστεί».
Ο Μόντι κάνει λόγο για παραλογισμό, ο οποίος «έφτασε στο απόγειό του, στα μέσα του 2015» όταν το ΔΝΤ παραδέχεται ότι η Ελλάδα χρειάζεται ρύθμιση χρέους, όμως «οι Γερμανοί, παρόλα αυτά, αρνούνται οποιαδήποτε σοβαρή διαγραφή. Αντίθετα ακολουθούν μια στρατηγική ελάφρυνσης σε δόσεις, καθώς πιστεύουν πως οι Γερμανοί πολίτες δεν θα μπορέσουν να υπολογίσουν το μέγεθος της πραγματικής ελάφρυνσης. Και έτσι η λιτότητα συνεχίζεται, καταπιέζοντας την ανάπτυξη και προκαλώντας επιβάρυνση του ελληνικού χρέους».
«Αυτή η στρατηγική είναι εντελώς ανόητη. Οι Έλληνες έχουν βιώσει αχρείαστο πόνο. Όσοι μπορούν να φύγουν, φεύγουν, δίνοντας την εικόνα μιας χώρας γερασμένης και έρημης. Κάθε μέρα που περνά, κάνει τις πιθανότητες των δανειστών να πάρουν πίσω τα χρήματά τους και λιγότερες. Οι επενδυτές ανεβάζουν και πάλι τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, καθώς φοβούνται –και σωστά- ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ακόμα αδιέξοδο.
Η αγωνία δεν θα τελειώσει εκτός αν το ΔΝΤ βάλει το θέμα στο τραπέζι. Το ΔΝΤ και οι βασικοί του μέτοχοι – Ευρωπαίοι και Αμερικανοί – έκαναν το αρχικό λάθος και το διαιωνίζουν. Ένα σκέτο «mea culpa» δεν είναι αρκετό: Αν θέλουν να αποδειχθούν πραγματικά υπεύθυνοι, οι μέτοχοι του ΔΝΤ απαιτείται να αποδεχθούν πραγματικές απώλειες. Αυτό σημαίνει να διαγράψουν το χρέος της χώρας στο Ταμείο και να αφήσουν Έλληνες και Ευρωπαίους να βρουν τη δική τους λύση σε αυτό το χάλι. Αν το ΔΝΤ παραμείνει εμπλεκόμενο, θα καταφέρει μόνο καταστρέψει ακόμα περισσότερο την αξιοπιστία του» καταλήγει.