Η ΕΠΕΤΕΙΑΚΗ παρότρυνση (25 Μαρτίου 1821) προσκαλεί τη στήλη σε αναδρομή ως προς την αυτοσχέδια λαϊκή άθληση στα προεπαναστατικά χρόνια, ειδικότερα δε σε ένα ιδιαίτερα δημοφιλές την εποχή εκείνη αγώνισμα. Τη λιθοβολία. Το αγώνισμα αυτό αναφέρεται συχνά από τη βρυσομάνα της παράδοσης, το δημοτικό τραγούδι (Συλλογές Νικολάου Πολίτη, Φοριέλ, Πάσοβ, Αραβαντινού κ.ά.). Ενας πρωτοπόρος, μάλιστα, στην παρουσίαση της άθλησης στα λημέρια των κλεφτόπουλων –με την καθημερινή άσκηση –και στις γιορτινές εκδηλώσεις στα προαύλια των εκκλησιών και στ’ αλώνια των χωριών, ο Κ. Τσιαντάς, γράφει:
«Το αρχαίο αγώνισμα της δισκοβολίας έδωσε τη θέση του στη λιθοβολία, βασικό στοιχείο της αγωνιστικής των κλεφτών. Το λιθάρι απαιτούσε μυϊκή δύναμη, ευκαμψία και επιδεξιότητα. Ρίχνοντάς το ο κλέφτης γυμναζόταν και αποκτούσε αυτές τις ικανότητες».
nnn
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΕΣ περιπτώσεις αναφέρονται στη λαϊκή παράδοση. Ετσι όταν στον Βάλτο/Ακαρνανία οι αρβανίτες ξεπερνούν τους μωραΐτες καλείται ο αγωνιστής-πρωταθλητής να επαναφέρει τα πράγματα στη θέση τους:
«Καραχάλιο, παλικάρι, έλα, ρίξε το λιθάρι / κι αν περάσεις έν’ αχνάρι μια ασημένια στο ζωνάρι / κι αν περάσεις στην πηλάλα (τρέξιμο) / χάρισμά σου και μια πάλα (σπαθί)». Μαζί λοιπόν με την ηθική νίκη και η υλική ανταμοιβή.
nnn
ΣΕ ΑΛΛΟ επεισόδιο, η λιθοβολία είναι η αιτία… συγκλονιστικής αποκάλυψης με τα δεδομένα της εποχής. «Μια ανύπαντρη κόρη που δώδεκα χρόνους έκανε αρματολός και κλέφτης και κανένας δεν τη λόγιαζε από τα παλικάρια, ρίχνοντας το λιθάρι, από το ζόρι της, και από τη λεβεντιά της, ξεθλυκώθη το κουμπί…».
nnn
ΚΑΠΟΙΟΣ άλλος, δωρικής λιτότητας, στίχος έχει δύο φραστικά σχήματα. Η μία πλευρά: «Να παίξουν τα σπαθιά, να ρίξουν το λιθάρι», σύζευξη της πολεμικής τέχνης με τη σωματική άσκηση. Η άλλη πλευρά: «Να πιουν νερό οι γέροντες κι οι νέοι να λιθαρίσουν…». Εδώ ο λαϊκός, αγνώστων στοιχείων, στιχουργός είναι και γλωσσοπλάστης. Δημιουργεί το ρήμα «λιθαρίζω». Αντίμετρο στο φονικό «λιθοβολώ», εργαλείο θανατηφόρου η ηπιότερης χρήσης και ιδεοληπτικού σκοταδισμού.
nnn
Η ΛΙΘΟΒΟΛΙΑ, ωραίο και δυναμικό αγώνισμα, είχε συμπεριληφθεί στους «Β’ εν Αθήναις Ολυμπιακούς Αγώνες» του 1906. Ο μεγάλος Νικόλαος Γεωργαντάς, ολυμπιονίκης της δισκοβολίας, «έριχνε το λιθάρι στα είκοσι μέτρα». Ενας άλλος ήταν ο Μιχ. Δώριζας. Και νωρίτερα, το 1896, ο ολυμπιονίκης της σφαιροβολίας Σ. Βερσής. Πολύ αργότερα λιθοβόλοι και οι σπουδαίοι ρίπτες Νίκος Σύλλας και Κώστας Γιαταγάνας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



