Γνωρίζω πόσο κουραστικό και βαρετό είναι κάποιος ή κάποιοι να υπενθυμίζουν συνέχεια σε απρόθυμα ώτα το αυτονόητο.

Την σημασία δηλαδή η Πολιτική Εθνικής Ασφάλειας που καλύπτει την εξωτερική πολιτική, την άμυνα και την Ασφάλεια (εξωτερική και εσωτερική), αλλά και την οικονομία -περιττό να εξηγήσω γιατί στην Ελλάδα η οικονομία έχει θεμελιακή και υπαρξιακή σημασία- να στηρίζεται στη γνώση.

Ναι στη γνώση των επαγγελματιών (διπλωματών, στρατιωτικών, εμπειρογνωμόνων, στελεχών των υπηρεσιών ασφαλείας) και όχι στη γνώμη των ανύποπτων κατ’όνομα μόνο “Ειδικών” Συμβούλων, αδελφών, ξαδέλφων και κάθε βαθμού συγγενών και αρεστών των πρωθυπουργών, υπουργών, περιφερειαρχών κλπ.

Ναι λοιπόν στην γνώση και στη διασφάλιση της συνέχειας της γνώσης των πολλών, αντί της γνώμης των λίγων.

Λοιπόν στο ζήτημα αυτό ανήκω στην κατηγορία των αθεράπευτα ρομαντικών.

Γι ‘αυτό δεν θα σταματήσω να υποστηρίζω και να επιχειρηματολογώ υπέρ της ανάγκης σύστασης μονίμου Εθνικού Συμβούλιου Ασφάλειας, που θα λειτουγεί υπό τον εκάστοτε πρωθυπουργό.

Με την αυτοδίκαιη συμμετοχή των πολιτικών αρχηγών και Γραμματέα τον εκάστοτε Διπλωματικό Σύμβουλο του πρωθυπουργού.

Την προεργασία θεμάτων και φακέλλων θα καταρτίζουν πάνω σε μια θεσμικά κατοχυρωμένη συνεργασία-στην Ελλάδα η μακρά εμπειρία μου στο Υπέξ επιβεβαιώνει οτι δεν προβλέπεται θεσμικά, λειτουργεί μόνο ενόσω ταιριάζει η χημεία των εμπλεκομένων, των αρμόδιων Υπουργών συμπεριλαμβανομένων.

Σας παρακαλώ μην με κατηγορήσετε για αποκάλυψη κρατικών μυστικών αν θυμίσω τις σοβαρές δυσχέρειες που είχε πριν δεκαπέντε περίπου χρόνια η επιβεβλημένη τότε σύσταση του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής, καθώς και η ολιγότερη γνωστή Επιτροπή Διαχείρισης Κρίσεων που υπάγεται στο ΚΥΣΕΑ.

Η σύσταση τους ήταν ορθή και επιβεβλημένη και ήταν απόρροια καταστάσεων διυπουργικής δυσλειτουργίας για να χρησιμοποιήσω ένα μάλλον ήπιο και διπλωματικό όρο.

Έκτοτε τόσο στην Ελλάδα όσο και στο γύρω κόσμο -όσο και αν δεν μας αρέσει να παρακολουθούμε τι συμβαίνει γύρω μας- επιλέγοντας ως αποκλειστική προτεραιότητα την εσωστρέφεια λόγων και πράξεων, έχουν γίνει ριζικές μεταβολές.

Στην Ελλάδα, η εποχή του απόλυτου δικομματισμού και των πανίσχυρων μονοκομματικών κυβερνήσεων φαίνεται να ανήκει στο παρελθόν. Οι σχετικές Δομές και τα Όργανα αντιστοιχούσαν σε μια άλλη πολιτική πραγματικότητα. Σήμερα είναι απλά ξεπερασμένα.

Χρειάζεται άραγε να εξειδικεύσω ποιό είναι το περιβάλλον πολέμων, συγκρούσεων και ανατροπών που έχει δημιουργηθεί στην περιοχή με την οποία άμεσα γειτονεύουμε; Υπάρχει κάποιος που πιστεύει ότι έχουμε δει το τέλος ή περισσότερο ότι μπορούμε να προβλέψουμε τις εξελίξεις στην Συρία, στο Ιράκ στην Λιβύη και αλλού;

Δεν θα σταθώ ούτε στα λάθη του ΝΑΤΟ ούτε στα λάθη της Ευρωπαϊκής Ένωσης -τα δικά μας λάθη δηλαδή- στην εκτίμηση των καταστάσεων και δη στην αντιμετώπιση των εξεγέρσεων στις χώρες της Βόρειας Αφριήης και Μέσης Ανατολής.

Τώρα τόσο η Ελλάδα όσο και οι εταίροι και σύμμαχοι μας -όχι όμως όλοι στον ίδιο βαθμό- υφιστάμεθα τις προβλέψιμες αλλά και τις ασύμμετρες συνέπειες των αποτελεσμάτων και δικών μας ενεργειών. Ορθότερα, ενεργειών και δράσεων τις οποίες συναποφασίσαμε στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και δράσεων τις οποιίες δεν αποφασίσαμε εγκαίρως .

Η σύταση Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας δεν υποκαθιστά την υποχρέωση και το δικαίωμα του Πρωθυπουργού και της κυβέρνησης του να κυβερνά και της αντιπολίτευσης να ελέγχει, να προτείνει και να αντιπροτείνει.

Επιτρέπει όμως -πίσω από τις κλειστές πόρτες- την διαχείριση των διαφωνιων. Αν τελικώς, ιδεώδης στόχος είναι η συναίνεση, τότε η διαχείριση των διαφωνιών μέσα σε ένα καθορισμένο και σεβαστό από όλους πλαίσιο θα είναι ήδη ένα μεγάλο βήμα .

Ακούω και διαβάζω ότι οι διαφορές στην εξωτερική πολιτική έχουν αμβλυνθεί.

Η εμπειρία που ζήσαμε εκτιμώ ότι δεν μπορεί να επιβεβαιώσει τον αξιωματικό χαρακτήρα της διαπίστωσης αυτής.

Κάθε άλλο μάλιστα. Οι ακροβατισμοί, οι φαντασιώσεις και οι επιπολαιότητες μας αρέσουν και μας χαρακτηρίζουν. Όχι όλους. Πάντως πολλούς.

Οι ταγοί και οι οπαδοί της εικονικηής πραγματικότητας στην εξωτερική πολιτική και βέβαια στην πολιτική ασφάλειας και διεθνών σχέσεων της χώρας μας είναι υπαρκτοί. έχουν πολιτικό όνομα και ταυτότητα. Μεταλλαγμένοι ή αυθεντικοί.

Να γιατί ποτέ δεν είναι αργά να υποστηρίζει κανείς στην Ελλάδα την ανάγκη να επιδιώκουμε το αυτονόητο.

Αυτό δηλαδή που επιβάλλει η κοινή λογική. Γι’αυτό ίσως φαίνεται τόσο δύσκολο.

Να γιατί επαναφέρω τώρα τη πρόταση μου, που έχει δημόσια κατατεθεί εδώ και τρία χρόνια, για την σύσταση Εθνικού Συμβουλίου Ασφάλειας. Αλήθεια αν όχι τώρα πότε;