Στην τελευταία ταινία του ο Κλιντ Ιστγουντ αφηγείται την ιστορία του Κρίστοφερ Σκοτ Κάιλ (1974-2013), ελεύθερου σκοπευτή του αμερικανικού στρατού στους πολέμους του Ιράκ και του Αφγανιστάν, ο οποίος λίγο προτού πεθάνει στη χώρα του εξέδωσε τα απομνημονεύματά του από τον στρατό σε ένα βιβλίο που έγινε μπεστ σέλερ. Το φλέγον ζήτημα με τον Κάιλ και ο λόγος της δημοτικότητάς του είναι ότι έχει καταταγεί στην πρώτη θέση των ελεύθερων σκοπευτών στη στρατιωτική ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, αφού κατά τη διάρκεια των υπηρεσιών του ως Navy SEAL του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού είχε περισσότερες από 150 επιτυχημένες αποστολές.
Οι αποστολές αυτές βέβαια μεταφράζονται σε παραπάνω από 150 ανθρώπινες σορούς και οι σοροί σίγουρα δεν λείπουν από την ταινία του Ιστγουντ, παρότι την ώρα που κινηματογραφεί αχόρταγα έναν θηριώδη από τα επιπρόσθετα κιλά Μπράντλεϊ Κούπερ με το δάχτυλο διαρκώς στη σκανδάλη προσπαθεί να συνδέσει τις πολεμικές εμπειρίες του Κάιλ με την οικογενειακή ζωή του, η οποία όσο ο καιρός περνά τόσο κατρακυλά με δραματικό τρόπο. Μόνο που ο Κάιλ, παρά τα κάποια διλήμματά του ανάλογα με την αποστολή (πρέπει ή όχι να πυροβολήσω;), δεν είναι ένας άνθρωπος τον οποίο λυπάσαι αλλά που φοβάσαι. Το πιο ενδιαφέρον σημείο της ταινίας είναι όταν τον βλέπεις να εθίζεται στον πόλεμο, να μη θέλει να ξεμπερδεύει μια ώρα αρχύτερα για να επιστρέψει στην πατρίδα του, να νιώθει άβολα μέσα στο σπίτι του με τους δικούς του.
Ο Ιστγουντ καταγράφει αποφεύγοντας να πάρει θέση, όπως έκανε με την ταινία «Οι σημαίες των προγόνων μας», όπου σχολίασε τόσο εύστοχα το μάρκετινγκ του πολέμου. Σε αντίθεση με το «Hurt locker» της Κάθριν Μπίγκελοου ή το «Redacted» του Μπράιαν Ντε Πάλμα, ταινίες που ασχολήθηκαν με τους πολέμους σε Ιράκ και Αφγανιστάν, ο «Ελεύθερος σκοπευτής» είναι κατά τέτοιον τρόπο φτιαγμένος ώστε να ξυπνήσει τα πατριωτικά ιδεώδη των Αμερικανών σε μια εποχή που η σκέψη και μόνο των Αμερικανών για τη Μέση Ανατολή προκαλεί τρόμο!
Το ακόμη πιο περίεργο είναι ότι δεν πρόκειται για ηρωικό ούτε όμως και για αντιηρωικό φιλμ. Και σίγουρα δεν έχει εμπορικές προδιαγραφές, αφού οι ρυθμοί του είναι αργοί (ομολογώ ότι σε ορισμένες στιγμές ένιωσα πλήξη) και η διάρκειά του (132 λεπτά) πολύ μεγαλύτερη απ’ όσο θα έλεγες ότι χρειαζόταν. Πόσες φορές αλήθεια μπορείς να αντέξεις στη θέα ενός στρατιώτη να πυροβολεί ως ελεύθερος σκοπευτής ανθρώπους που δεν περιμένουν να πυροβοληθούν αν δεν σου αρέσει και εσένα;
Παρ’ όλα αυτά, με τη συντηρητική αυτή ταινία ο Ιστγουντ –στα 84 του, παρακαλώ (!) –κατάφερε να πετύχει μία από τις μεγαλύτερες (αν όχι τη μεγαλύτερη) επιτυχίες του στον κινηματογράφο ως σκηνοθέτης. Αυτή η μονότονη, πατριωτική «βιογραφική περιπέτεια» έκανε θραύση στην Αμερική ξεπερνώντας τα 305 εκατ. δολάρια σε εισπράξεις και είναι υποψήφια για έξι Οσκαρ, ανάμεσα στα οποία καλύτερης ταινίας και α’ ανδρικού ρόλου για τον Μπράντλεϊ Κούπερ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



