Πολλά χρόνια μετά την πρώτη προβολή της στις ελληνικές αίθουσες, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, η γυρισμένη στην Ελλάδα, προτελευταία ταινία του σπουδαίου Μπίλι Γουάιλντερ (1906-2002) διανέμεται ξανά σε νέα κόπια.
Η Φεντόρα του τίτλου είναι πρόσωπο, μια πάλαι ποτέ λαμπρή σταρ του Χόλιγουντ, που όμως σαν μια άλλη Γκρέτα Γκάρμπο έχει αποφασίσει να εγκαταλείψει τον επαγγελματικό χώρο της και να απομονωθεί σε ένα νησί, την Κέρκυρα. Εκεί όπου ένας παραγωγός, ο Γουίλιαμ Χόλντεν, θα την επισκεφθεί προκειμένου να την πείσει για μια τελευταία, θριαμβευτική επιστροφή της ως «Αννα Καρένινα». Είναι και για εκείνον το τελευταίο στοίχημα.
Πέρα από καθετί, η «Φεντόρα» είναι ένα πολύ εύστοχο (και πολύ πικρό) σχόλιο επάνω στην ίδια τη showbiz και τα τρωτά της. Μια ανατομία της ματαιοδοξίας, ίδιον όχι μόνον των καλλιτεχνών αλλά γενικότερα της ανθρώπινης φύσης. Ολα αυτά βέβαια έχουν ξαναπεράσει από ταινία του Γουάιλντερ και, ναι, είναι αλήθεια ότι η «Φεντόρα» πατά πολύ στα χνάρια της «Λεωφόρου της Δύσης», του αριστουργήματος του ιδίου σκηνοθέτη, γυρισμένου το 1950 (με πρωταγωνιστή δίπλα στη Γκλόρια Σουάνσον και πάλι τον Γουίλιαμ Χόλντεν). Η σύγκριση ανάμεσα στις δύο ταινίες είναι αναπόφευκτη και φυσικά η «Φεντόρα» δεν ήταν ούτε είναι της αξίας της «Δύσης». Ο Γουάιλντερ κάπου αναζητεί την επανάληψη μιας παλιάς επιτυχίας του ή, αν θέλετε, μια ανανεωμένη εκδοχή της –και αυτό φαίνεται. Δεν μπόρεσε να τη βρει, αλλά, παρ’ όλα αυτά, έφτιαξε μια ταινία που εκπέμπει μια περίεργη νοσταλγία, περιτυλιγμένη με μια αίσθηση μελαγχολίας για εποχές που έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Και αυτό το στοιχείο εξακολουθεί να συγκινεί –πάντα θα συγκινεί. Στον κινηματογραφικό ρόλο της ζωής της η ελβετίδα ηθοποιός Μάρτα Κέλερ πάντως υπήρξε ιδανική επιλογή στον ρόλο της ντίβας ηθοποιού, ψυχρής και ευάλωτης ταυτοχρόνως, κάτω από τον ελληνικό ήλιο που δείχνει απειλητικός μέσα στη λάμψη του. (Στις αίθουσες της Αθήνας ΔΕΞΑΜΕΝΗ και ΣΙΝΕ ΨΥΡΡΗ.)

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ