▅ Η φωτιά, εκτός από τα μνημεία, έπληξε ανεπανόρθωτα το υπεύθυνο πρόσωπο της χώρας μας το οποίο είχε προσπαθήσει να οικοδομήσει ως προς την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς
Η εικόνα της Ολυμπίας με τις φωτιές να την περικυκλώνουν. Ο λόφος του Κρονίου να έχει γίνει ολοκαύτωμα. Τα πρανή του Αρχαίου Σταδίου καμένα. Η μεγάλη υπαίθρια αποθήκη με αρχιτεκτονικά μέλη- τα οποία ανέμεναν να βρουν τη θέση τους στις αναστηλώσεις-, να έχει καταρρεύσει και οι μαρμάρινοι όγκοι μαυρισμένοι και κατεστραμμένοι. Το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο βυθισμένο στον γκρίζο, πυκνό καπνό και οι φιγούρες των ανθρώπων να το εγκαταλείπουν απρόθυμα αλλά υποχρεωτικά. Η κοίτη του παραπόταμου του Αλφειού, του Κλαδέου, να έχει καεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Το Αλσος της Ολυμπιακής Ακαδημίας και ο περιβάλλων χώρος της κατεστραμμένα. Αυτή η φωτιά στην Αρχαία Ολυμπία είχε πολύ μεγαλύτερες απώλειες από όσες ο υπουργός Πολιτισμού κ. Γ. Βουλγαράκης θέλησε να παραδεχθεί. Εκτός από τα μνημεία όμως, προκάλεσε τεράστια καταστροφή και στην εικόνα της χώρας διεθνώς. Απέδειξε την ανυπαρξία του κράτους. Καταρράκωσε την όποια αξιοπιστία διέθετε η κυβέρνηση και το υπουργείο Πολιτισμού ειδικότερα. Επληξε ανεπανόρθωτα το υπεύθυνο πρόσωπο, το οποίο είχε προσπαθήσει να οικοδομήσει η Ελλάδα ως προς την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της. Δεν ήταν λοιπόν απλώς τα λίγα ή πολλά δέντρα που κάηκαν, όπως ανέφερε ο υπουργός. Είναι που εξανεμίστηκε η σοβαρότητά μας. Γιατί ουδείς εκπρόσωπος του κράτους θα μπορεί από εδώ και πέρα να υπερηφανευθεί για την αρχαία κληρονομιά του Ολυμπισμού και του πολιτισμού της χώρας.

Τι έγινε λοιπόν στην Αρχαία Ολυμπία; Το σύστημα αυτόματης πυρόσβεσης λειτούργησε κανονικά. Οι αρχαιολόγοι, οι φύλακες και οι άλλοι υπάλληλοι παρέμειναν με αυτοθυσία στις θέσεις τους. Τα επίγεια και εναέρια μέσα έπραξαν το καθήκον τους. Αν όμως ο αρχαιολογικός χώρος και τα μουσεία της Ολυμπίας απέφυγαν τη μεγάλη καταστροφή, αυτό δεν οφείλεται στα ανωτέρω. Η θεά Τύχη ήταν εκείνη που έκανε το θαύμα της. Πόσο μπορεί όμως κανείς να βασίζεται σε αυτή την άπιστη θεά; Γι΄ αυτό υπάρχει το οργανωμένο κράτος, το οποίο στην προκειμένη περίπτωση ήταν απολύτως ανεπαρκές.

Η Ηλεία καιγόταν ήδη επί δύο ημέρες. Η φωτιά πλησίαζε, αλλά ο αρχαιολογικός χώρος και το μουσείο βασίζονταν για την υπεράσπισή τους μόνο στις δικές τους δυνάμεις. «Είχαμε το δικό μας πλάνο αντιμετώπισης,το οποίο έχει να κάνει με τη λειτουργία των κρουνών περιμετρικά των μουσείων,του αρχαιολογικού χώρου αλλά και μέσα σ΄ αυτόν,γνωρίζαμε και τις θέσεις που θα έπρεπε να έχουμε όλοι» ανέφερε χθες μιλώντας στο «Βήμα» η έφορος της Ζ΄ Εφορείας Αρχαιοτήτων κυρία Γεωργία Χατζή, η οποία είχε ενημερώσει εγκαίρως το υπουργείο για τον κίνδυνο.

Και αυτό γιατί το ισχυρότατο σύστημα αυτόματης πυρόσβεσης, το οποίο ενεργοποιείται από καπνό και υψηλή θερμοκρασία και καλύπτει όλο τον χώρο (με δύο δεξαμενές νερού χωρητικότητας 1.500 κ.μ.), έχει σχεδιαστεί- όπως όλα τα ανάλογα – «για καιρό ειρήνης και όχι για καιρό πολέμου», κάτι που είχε εύστοχα αναφέρει την Κυριακή η κυρία Χατζή. Είναι ικανά δηλαδή να σβήσουν πυρκαϊά που άναψε επειδή κάποιος αγρότης της περιοχής έβαλε φωτιά στα ξερά χόρτα, επειδή ένας επισκέπτης μπορεί να πέταξε ένα τσιγάρο, επειδή ένας εμπρηστής έριξε μέσα στην περίφραξη ένα αναμμένο στουπί. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μια πύρινη λαίλαπα κατά την οποία αναπτύσσονται πολύ υψηλά θερμικά φορτία. Τέτοια που αν η φωτιά πλησίαζε λίγο ακόμη στο μουσείο, το πρώτο επακόλουθο θα ήταν η θραύση των υαλοπινάκων του κτιρίου με ανεξέλεγκτη συνέχεια.

Ολα αυτά ήταν γνωστά. Τι ήταν όμως εκείνο που έκανε αισιόδοξες τις Αρχές, ώστε να πιστεύουν ότι η φωτιά δεν θα έφθανε στην Αρχαία Ολυμπία και ότι δεν υπήρχε καμία πιθανότητα να βλάψει τον αρχαιολογικό χώρο; Μήπως οι δυνάμεις που θα έσπευδαν για να τη σώσουν; Μα σε όλες τις άλλες περιοχές έτρεξαν επίσης αλλά οι άνθρωποι και τα χωριά κάηκαν. Αλλά ακόμη και έτσι να ήταν, δεν θα έπρεπε να ληφθούν έκτακτα μέτρα, να υπάρξει ένα σχέδιο δράσης για κάθε ενδεχόμενο;

Το 1977, όπως θυμούνται παλαιότεροι αρχαιολόγοι, σε μία εποχή που τα μέσα κατάσβεσης ήταν ελάχιστα, μεγάλη φωτιά είχε ξεσπάσει στην Ολυμπία. Η αντιμετώπισή της, γιατί και τότε είχαν κινδυνεύσει οι αρχαιότητες, βασίστηκε στις παλιές αποτελεσματικές μεθόδους. Μία αντιπυρική ζώνη γύρω από τον αρχαιολογικό χώρο, η οποία δεν επέτρεψε στη φωτιά να πλησιάσει. Αραγε σκέφθηκε κανείς σήμερα να πράξει το ίδιο; Οτι ίσως μια ζώνη πυροπροστασίας με ελεγχόμενη κοπή δέντρων θα μπορούσε να ενισχύσει την άμυνα του χώρου; Και τέλος πάντων αν δεν υπήρχε ούτε αυτό το σχέδιο, υπήρξε μήπως κάποιο άλλο, εκτός από την κλήση όλων των δυνάμεων για να τον σώσουν στο παρά πέντε; Και αφού ο υπουργός Δημοσίας Τάξης Β. Πολύδωρας έκανε λόγο περί «ασύμμετρης απειλής», τι σχέδιο υπάρχει άραγε για τέτοιες περιπτώσεις; Κι αν δεχθούμε κανονική εχθρική επίθεσηκαι όχι φανταστική- τα ίδια θα κάνουμε πάλι;

Εν ολίγοις: Ο αρχαιολογικός χώρος, τα μουσεία και τα μνημεία της Αρχαίας Ολυμπίας, τα οποία είχαν υποστεί εκτεταμένες επεμβάσεις που απορρόφησαν τεράστια κονδύλια από το Γ΄ ΚΠΣ προκειμένου να είναι η χώρα έτοιμη και ως προς αυτό το σκέλος για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, δεδομένου ότι μιλάμε για την κοιτίδα τους, υπέστησαν βαρύτατο πλήγμα. Οι αρχαιότητες είναι ανοχύρωτες μπροστά στην καταστροφή.