Η Ευρωπαϊκή Ενωση βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι όσον αφορά την άμυνα και την ασφάλειά της. Στο πλαίσιο του χρηματοδοτικού Προγράμματος των (κατ’ ευχήν των συντακτών του) 800 δισ. ευρώ RearmEU παρουσιάστηκε και το SAFE, ένας μηχανισμός για την παροχή φτηνών και μακροχρόνιων δανείων, με εγγύηση τον Ευρωπαϊκό Προϋπολογισμό, ύψους 150 δισ. ευρώ.
Στόχος του Κανονισμού είναι η παροχή οικονομικής βοήθειας στα κράτη-μέλη ώστε να προχωρήσουν σε άμεσες δημόσιες επενδύσεις στον τομέα της άμυνας και τη στήριξη της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Προϋπόθεση εκταμίευσης των δανείων είναι η κατάθεση εντός εξαμήνου ενός σχεδίου που θα αναλύει πώς τα κράτη θα αξιοποιήσουν τα χρήματα για τη στήριξη της αμυντικής βιομηχανίας ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από τρίτες χώρες.
Το SAFE λοιπόν αποτελεί εργαλείο ανάπτυξης της ευρωπαϊκής αλλά και της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, είναι μία ευκαιρία που απαιτείται να εκμεταλλευθούμε ως χώρα. Οι κύριοι ωφελημένοι πρέπει να είναι τα κράτη-μέλη και οι επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε αυτά. Ομως, στο τελικό κείμενο που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, ο κανόνας αυτός εμπεριέχει σημαντικές εξαιρέσεις, που αδυνατίζουν τον στόχο μείωσης των εξαρτήσεων από τρίτες χώρες, αλλά και δημιουργούν κακό προηγούμενο για τα ελληνικά συμφέροντα.
Η πρώτη εξαίρεση είναι η συμμετοχή των υποψήφιων προς ένταξη χωρών (συμπεριλαμβανομένης και της Τουρκίας) αλλά και χωρών που έχουν υπογράψει Σύμφωνο Αμυντικής Συνεργασίας με την Ενωση (Ηνωμένο Βασίλειο, Ιαπωνία, Κορέα). Σε αυτές τις χώρες, δίνεται η δυνατότητα πλήρους συμμετοχής τους σε δράσεις όπως είναι η κοινή προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού και η συμπαραγωγή εξοπλιστικών προγραμμάτων χρηματοδοτούμενων από το SAFE, αρκεί πρώτα να υπογραφεί σχετική Συμφωνία, που καθορίζει τις λεπτομέρειες της συνεργασίας.
Αν και αρχικά υπήρχε στον Κανονισμό ο όρος «ομονοούντες εταίροι» (likeminded partners) που χαρακτήριζε αυτές τις χώρες, στις διαπραγματεύσεις στο Συμβούλιο ο όρος αυτός διαγράφηκε και μεταφέρθηκε σε μια αιτιολογική σκέψη. Για να ικανοποιήσει τις ανησυχίες Ελλάδας και Κύπρου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεσμεύθηκε ότι οι συμφωνίες αυτές θα έρθουν με τη διαδικασία της ομοφωνίας, περιορίζοντας σημαντικά το ενδεχόμενο συμμετοχής της Τουρκίας. Ομως, η δήλωση αυτή δεν έχει μεταφραστεί σε συγκεκριμένη διάταξη στον Κανονισμό, γεγονός που προφανώς δημιουργεί σοβαρές ανησυχίες και ανασφάλειες για την ουσιαστική εφαρμογή της πρόβλεψης.
Η δεύτερη εξαίρεση και ίσως πιο επικίνδυνη για τα εθνικά μας συμφέροντα είναι η απευθείας συμμετοχή εταιρειών και βιομηχανιών τρίτων χωρών, ως υπεργολάβων. Στο τελικό κείμενο, παρά τις περί αντιθέτου διακηρύξεις της κυβέρνησης, οι περιπτώσεις αυτές διευρύνθηκαν. Στην αρχική πρόταση της Επιτροπής προβλεπόταν (υπό προϋποθέσεις) η δυνατότητα συμμετοχής εταιρειών εγκατεστημένων στην Ευρώπη, έστω και αν οι ιδιοκτήτες βρίσκονται σε τρίτη χώρα, όπως με την ιταλική Piaggio που έχει αγοραστεί από την τουρκική Baykar.
Τώρα όμως, στο τελικό κείμενο, δίνεται επιπλέον η δυνατότητα σε εταιρείες που είναι εγκατεστημένες σε τρίτες χώρες (π.χ. απευθείας η Baykar στην Τουρκία) να συμμετάσχουν υπό όρους κανονικά ως υπεργολάβοι, σε ποσοστό που φτάνει έως και το 35% της συνολικής αξίας του τελικού προϊόντος. Με αυτόν τον τρόπο ανοίγει διάπλατα το παράθυρο για τη συμμετοχή της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας σε ευρωπαϊκά εξοπλιστικά προγράμματα, παρακάμπτοντας τον όρο της ομοφωνίας και τον στόχο ενίσχυσης της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.
Ως εισηγητής των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών για το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Αμυντικής Βιομηχανίας EDIP, την πρώτη συνεκτική νομοθεσία για ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, πιστεύω ότι τα ευρωπαϊκά χρήματα θα πρέπει να χρηματοδοτούν ευρωπαϊκές εταιρείες και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην Ευρώπη και όχι να επιδοτούν την αμυντική βιομηχανία τρίτων χωρών.
Είναι κάτι το οποίο καταφέραμε να υιοθετήσουμε ως θέση στην πλειοψηφία των 720 ευρωβουλευτών και την οποία θα υπερασπιστούμε στις επικείμενες διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο, περιορίζοντας όσο γίνεται την επιθυμία κάποιων κρατών να ανοίξουν την Ευρωπαϊκή Αμυνα ακόμα και σε τρίτες χώρες όπως η Τουρκία που κατέχει το 40% της Κύπρου, απειλεί με casus belli την Ελλάδα, διατηρεί τη στρατιά του Αιγαίου, διεκδικεί την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών και παρεμποδίζει τις έρευνες για το καλώδιο στην ελληνική ΑΟΖ.
Ο κ. Γιάννης Μανιάτης είναι ευρωβουλευτής, αντιπρόεδρος Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, πρώην υπουργός.