Ισως το πιο σημαντικό «γεγονός» των τελευταίων ογδόντα χρόνων είναι κάτι που… δεν συνέβη: η χρήση πυρηνικών όπλων. Στην κρίση της Κούβας το 1962 η ανθρωπότητα έφτασε κοντά στον πυρηνικό όλεθρο.

Από τότε όμως επικράτησε αυτοσυγκράτηση λόγω του φόβου αμοιβαίας καταστροφής. Αυτό σε συνδυασμό με τη συνεργασία των Μεγάλων Δυνάμεων στην οριοθέτηση του μεταξύ τους πυρηνικού ανταγωνισμού έφερε το προαναφερθέν ευτυχές αποτέλεσμα. Ορισμένοι μάλιστα ισχυρίζονται ότι έχει πλέον δημιουργηθεί ένα «πυρηνικό ταμπού» που κάνει τη χρήση τέτοιων όπλων αδιανόητη.

Φοβάμαι ότι στο μέλλον δεν πρόκειται να σταθούμε το ίδιο τυχεροί. Οι πρόσφατες γεωπολιτικές ανακατατάξεις, όπως η «ηγεμονική μετατόπιση ισχύος» από τις ΗΠΑ στην Κίνα με επακόλουθο έναν νέο ψυχρό πόλεμο και η «διάχυση ισχύος» σε μια σειρά περιφερειακών δυνάμεων (Ρωσία, Ινδία, Τουρκία, Σαουδική Αραβία) που επιδιώκουν στρατηγική αυτονομία, δημιουργούν συνθήκες πιο επικίνδυνες από τον προηγούμενο ψυχρό πόλεμο (1947-1991) όσον αφορά τη χρήση των πυρηνικών όπλων.

Η πιθανότητα χρήσης τέτοιων όπλων έχει αυξηθεί, οι υπάρχουσες συμφωνίες περιορισμού εξοπλισμών ξηλώνονται με γοργό ρυθμό, ενώ έχουν ατροφήσει οι διεθνείς μηχανισμοί που εμποδίζουν τη διασπορά των πυρηνικών όπλων.

Οι ενδείξεις είναι αδιαμφισβήτητες. Στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας έχουμε επίθεση μιας πυρηνικής χώρας, της Ρωσίας, εναντίον χώρας στην οποία η ίδια είχε δώσει διαβεβαιώσεις ασφαλείας για να απεμπολήσει το πυρηνικό οπλοστάσιο που κληρονόμησε από τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης (Μνημόνιο της Βουδαπέστης, 1994). Ποιος θα εμπιστευτεί στο μέλλον τέτοιες «κούφιες» υποσχέσεις και ποιος θα δεχθεί να απεμπολήσει το πυρηνικό του πρόγραμμα μετά από αυτό;

Στον ίδιο πόλεμο η Ουκρανία και οι δυτικοί σύμμαχοί της παραβιάζουν συνεχώς τις αποτρεπτικές «κόκκινες γραμμές» της Ρωσίας για να διαπιστώσουν εάν ο Πούτιν μπλοφάρει ή όχι. Παίζεται έτσι μια πυρηνική «ρωσική ρουλέτα» στην πλάτη όλων μας με απρόβλεπτα αποτελέσματα.

Ταυτόχρονα οι Ουκρανοί – με την έμμεση βοήθεια των δυτικών συμμάχων τους – επιτέθηκαν (1η Ιουνίου 2025) στο ρωσικό πυρηνικό οπλοστάσιο καταστρέφοντας, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, το 34% των στρατηγικών βομβαρδιστικών της Ρωσίας.

Μια τέτοια προκλητική επίθεση σε στρατηγικό οπλοστάσιο μεγάλης πυρηνικής δύναμης θα ήταν αδιανόητη στον πρώτο ψυχρό πόλεμο. Βλέπουμε, συνεπώς, πρωτόγνωρες συμπεριφορές ανάληψης υψηλού ρίσκου που εγκυμονούν κίνδυνο κλιμάκωσης σε χρήση πυρηνικών όπλων. Αντίστοιχες επικίνδυνες συμπεριφορές παρατηρήσαμε τον Μάιο του 2025 με τις εκατέρωθεν επιθέσεις εναντίον στρατιωτικών εγκαταστάσεων δύο μεσαίου βεληνεκούς πυρηνικών δυνάμεων, Ινδίας και Πακιστάν.

Ταυτόχρονα Ρωσία και ΗΠΑ έχουν σταδιακά αποχωρήσει από όλες σχεδόν της συνθήκες περιορισμού εξοπλισμών που είχαν υπογράψει στο παρελθόν. Η  Κίνα αρνείται να μπει σε διαπραγματεύσεις για τον περιορισμό των εξοπλισμών της, αφού έχει ως στόχο τον τριπλασιασμό του πυρηνικού της οπλοστασίου μέχρι το τέλος της δεκαετίας. ΗΠΑ και Ρωσία έχουν με τη σειρά τους επιδοθεί σε ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα πυρηνικού εκσυγχρονισμού των οπλοστασίων τους.

Κάποια από αυτά τα προγράμματα είναι εξόχως αποσταθεροποιητικά, όπως το προσφάτως ανακοινωθέν πρόγραμμα αντιβαλλιστικής άμυνας των ΗΠΑ (Χρυσός Θολός). Παράλληλα, οι ανατρεπτικές τεχνολογίες, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη, επιτείνουν τη στρατηγική αβεβαιότητα και μεταβλητότητα.

Είμαστε συνεπώς εν μέσω μιας επικίνδυνης κούρσας πυρηνικών εξοπλισμών μεταξύ των τριών μεγάλων πυρηνικών δυνάμεων, χωρίς κανόνες και χωρίς περιορισμούς, ενώ την ίδια περίοδο παρατηρούνται προκλητικές συμπεριφορές ανάληψης υψηλού ρίσκου πυρηνικής κλιμάκωσης. Η τέλεια καταιγίδα!

Μια δεύτερη απειλητική διάσταση αφορά το ζήτημα της διασποράς των πυρηνικών όπλων. Οι  πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις ευνοούν την πυρηνική διασπορά. Οσο οι μεγάλες πυρηνικές δυνάμεις συνεργάζονταν για να αποτρέψουν την εμφάνιση νέων πυρηνικών παικτών, το κόστος της πυρηνικοποίησης ήταν απαγορευτικά υψηλό. Σήμερα όμως η συνεργασία αυτή δεν υφίσταται.

Οι περιπτώσεις της Βορείου Κορέας και του Ιράν είναι χαρακτηριστικές της αποσταθεροποιητικής δυναμικής που δημιουργείται. Η Βόρειος Κορέα έχει ήδη δημιουργήσει ένα μικρό πυρηνικό οπλοστάσιο, ενώ το Ιράν έχει αποκτήσει αρκετό εμπλουτισμένο ουράνιο για την κατασκευή ενός μικρού αριθμού πυρηνικών κεφαλών, όταν το αποφασίσει. Αυτό όμως δημιουργεί πυρηνικό ντόμινο. Η Βόρειος Κορέα απειλεί τη Νότιο Κορέα, της οποίας η κοινή γνώμη είναι αναφανδόν υπέρ της δημιουργίας πυρηνικής αποτροπής.

Η πυρηνικοποίηση της χώρας αυτής είναι λιγότερο θέμα τεχνολογικής ικανότητας και περισσότερο θέμα πολιτικής βούλησης. Εάν η Νότιος Κορέα αποκτήσει πυρηνικά όπλα, θα αυξηθεί η πυρηνική προδιάθεση της Ιαπωνίας, που ούτως ή άλλως έχει και αυτή ισχυρά κίνητρα απόκτησης πυρηνικών όπλων λόγω της απειλής που νιώθει από την Κίνα. Οπως η Νότιος Κορέα, έτσι και η Ιαπωνία έχει την τεχνολογική ικανότητα να αποκτήσει πυρηνικά όπλα σε πολύ σύντομο χρόνο εάν το αποφασίσει.

Ενας πρόσθετος παράγοντας που αυξάνει την προδιάθεση πυρηνικοποίησης των δύο αυτών χωρών είναι η αμφιβολία για την αξιοπιστία της αμερικανικής πυρηνικής ομπρέλας μετά την εκλογή του Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Αντίστοιχη δυναμική εξελίσσεται στην Ευρώπη. Η ρωσική επίθεση στην Ουκρανία έχει εκτοξεύσει τον φόβο του νιώθουν οι γειτονικές της χώρες. Αυτό σε συνδυασμό με τη διακηρυγμένη πρόθεση απαγκίστρωσης των Αμερικανών από την Ευρώπη έχει οδηγήσει μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως τη Γερμανία και την Πολωνία, να εξετάζουν σοβαρά τις πυρηνικές τους επιλογές.

Για να διασφαλίσει την πυρηνική της πρωτοκαθεδρία στην Ευρώπη και να αποτρέψει  πυρηνικοποίηση της Γερμανίας το Παρίσι πρόσφατα πρότεινε στο Βερολίνο «στρατηγική διαβούλευση» με θέμα την προστασία της Γερμανίας από τη γαλλική πυρηνική ομπρέλα.

Η δυναμική του πυρηνικού ντόμινο είναι ιδιαίτερα εμφανής και στη Δυτική Ασία, όπου το πυρηνικό οπλοστάσιο του Ισραήλ και το εκκολαπτόμενο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν έχουν αποτελέσει τον καταλύτη. Ενδεχόμενη πυρηνικοποίηση του Ιράν θα οδηγήσει στην άμεση απόκτηση πυρηνικών όπλων από τη Σαουδική Αραβία και στην εντατικοποίηση του υπολανθάνοντος τουρκικού πυρηνικού προγράμματος. Κλειδί και για τις δύο αυτές χώρες αποτελεί το Πακιστάν: η μεν Σαουδική Αραβία χρηματοδότησε το πυρηνικό πρόγραμμα του Πακιστάν με αντάλλαγμα την πρόσβαση σε αυτό, όποτε υπάρξει ανάγκη, η δε Τουρκία έχει αναπτύξει στενή πυρηνική συνεργασία με το Πακιστάν εδώ και δεκαετίες.

Το πιο πάνω πυρηνικό ντόμινο επηρεάζει την Ελλάδα. Η απόκτηση πυρηνικών όπλων από την Τουρκία σε ορίζοντα δεκαετίας είναι εξαιρετικά πιθανή. Το πυρηνικό πρόγραμμα της Τουρκίας βέβαια δεν σχετίζεται με την Ελλάδα, αφού η λογική του βασίζεται στην αντιστάθμιση των πυρηνικών προγραμμάτων του Ισραήλ και του Ιράν και στην επιδίωξη στρατηγικής αυτονομίας από τις ΗΠΑ. Ομως την επηρεάζει, αφού θα μπορούσε να αποτελέσει ένα εργαλείο εκβιασμού, το οποίο η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να εξισορροπήσει.

Τι θα μπορούσε να κάνει η Ελλάδα; Η χώρα δεν έχει ούτε τη θέληση ούτε την ικανότητα να εξισορροπήσει το τουρκικό πυρηνικό πρόγραμμα με ανάπτυξη αντίστοιχου προγράμματος. Αρα θα πρέπει να επιδιώξει να ενταχθεί κάτω από την ομπρέλα προστασίας μιας πυρηνικής δύναμης. Η μοναδική πιθανότητα είναι η Γαλλία.

Το Παρίσι ισχυρίζεται ότι έχει υπογράψει πολιτικές συμφωνίες αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής με δύο μόνο χώρες: τη Γερμανία και την Ελλάδα. Αυτό τον καιρό η Γαλλία συζητάει να επεκτείνει την πυρηνική της ομπρέλα καλύπτοντας τη Γερμανία. Κάτι αντίστοιχο πρέπει να επιδιώξει και η Ελλάδα με αντάλλαγμα τα μεγάλα προγράμματα εκσυγχρονισμού των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων που σε μεγάλο βαθμό έχουν ήδη εκχωρηθεί στη Γαλλία.

Ο κύριος Αθανάσιος Πλατιάς είναι ομότιμος καθηγητής Στρατηγικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και πρόεδρος στο Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων.