Τα συστηματικά αυτοάνοσα νοσήματα αποτελούν μια ομάδα παθήσεων, κύριο χαρακτηριστικό της οποίας είναι ότι το ανοσοποιητικό σύστημα στρέφεται εναντίον των πρωτεϊνών, των κυττάρων ή και ιστών του οργανισμού. Ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος, το Συστηματικό Σκληρόδερμα, το Συστηματικό Σύνδρομο Sjogren και οι αγγειίτιδες συγκαταλέγονται στις παθήσεις με σημαντική νοσηρότητα που συχνά απαιτούν μακροχρόνιες και εντατικές θεραπευτικές παρεμβάσεις.

Παρά τη σημαντική πρόοδο των τελευταίων δεκαετιών – με θεραπείες που στοχεύουν κινάσες, φλεγμονώδεις πρωτεΐνες (κυτταροκίνες) ή κύτταρα του ανοσοποιητικού –, παραμένει ένα ποσοστό ασθενών που δεν ανταποκρίνεται ικανοποιητικά ή εμφανίζει σοβαρές παρενέργειες στις θεραπευτικές παρεμβάσεις. Μέσα σε αυτό το θεραπευτικό κενό, η τεχνολογία CAR-T (Chimeric Antigen Receptor T-cells) έρχεται να προταθεί ως μια εν δυνάμει επαναστατική λύση.

Η θεραπεία CAR-T αρχικά σχεδιάστηκε για την αντιμετώπιση αιματολογικών κακοηθειών. Συνοπτικά η διαδικασία προετοιμασίας για την εφαρμογή της CAR-T θεραπείας έχει ως εξής: Αφαιρούνται από τον ασθενή τα λευκά αιμοσφαίρια και από αυτά λαμβάνονται Τ-λεμφοκύτταρα. Τα κύτταρα αυτά στο εργαστήριο τροποποιούνται γενετικά για να αναπτύξουν στην επιφάνειά τους μια ειδική πρωτεΐνη, τον «Χιμαιρικό Υποδοχέα Αντιγόνου» (CAR). Αυτή η πρωτεΐνη έχει σχεδιαστεί για να αναγνωρίζει συγκεκριμένο αντιγόνο που βρίσκεται στα κακοήθη κύτταρα. Τα τροποποιημένα Τ-λεμφοκύτταρα (CAR T-cells) πολλαπλασιάζονται στο εργαστήριο και στη συνέχεια επανεισάγονται στον ασθενή μέσω ενδοφλέβιας έγχυσης, όπου αναγνωρίζουν και καταστρέφουν τα κακοήθη κύτταρα.

Τα εντυπωσιακά αποτέλεσμα της θεραπείας αυτής σε κακοήθειες του αίματος άνοιξαν τον δρόμο για νέες εφαρμογές, συμπεριλαμβανομένης της μάχης με τα συστηματικά αυτοάνοσα νοσήματα.

Τα CAR-T κύτταρα των αυτοάνοσων ασθενών, που στοχεύουν το αντιγόνο CD19 των Β-λεμφοκυττάρων, φαίνεται να αποτελούν «κλειδί» για την εξάλειψη αυτοαντιδρώντων κυττάρων που παράγουν αυτοαντισώματα. Τα πρώτα κλινικά δεδομένα από ασθενείς με Λύκο, Συστηματικό Σκληρόδερμα και μυοσίτιδες ανθεκτικές σε κάθε διαθέσιμη θεραπεία ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Αρκετοί ασθενείς εμφάνισαν πλήρη και μακροχρόνια ύφεση, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα CAR-T δεν προσφέρουν απλώς μια ακόμη θεραπευτική επιλογή, αλλά, πιθανώς, έναν τρόπο «επαναρύθμισης» του ανοσοποιητικού συστήματος.

Παράλληλα, ερευνητικές ομάδες διερευνούν ακόμη πιο εξειδικευμένες εκδοχές CAR-T θεραπείας, ικανές να στοχεύουν συγκεκριμένους υποπληθυσμούς αυτοαντιδρώντων Β-κυττάρων, ανοίγοντας τον δρόμο για θεραπείες υψηλής ακρίβειας.

Ωστόσο, ο ενθουσιασμός πρέπει, προς το παρόν, να συνοδεύεται από επιφυλακτικότητα. Διότι οι CAR-T θεραπείες μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως το δυνητικά θανατηφόρο φλεγμονώδες σύνδρομο από την απελευθέρωση κυτταροκινών. Επιπλέον, δε, είναι εξαιρετικά δαπανηρές και απαιτούν εξειδικευμένα κέντρα. Τέλος, η μακροπρόθεσμη ασφάλεια σε μη ογκολογικούς ασθενείς βρίσκεται ακόμη υπό διερεύνηση.

Αν οι τρέχουσες κλινικές δοκιμές επιβεβαιώσουν την αποτελεσματικότητα και το προφίλ ασφάλειας αυτής της καινοτόμου προσέγγισης, η ιατρική κοινότητα ενδέχεται να βρίσκεται στα πρόθυρα μιας ριζικής αλλαγής: τη μετάβαση σε μια εποχή όπου βαριές μορφές συστηματικών αυτοάνοσων νοσημάτων θα αντιμετωπίζονται με στοχευόμενες κυτταρικές θεραπείες, προσφέροντας προοπτικές πραγματικής και μακροχρόνιας ύφεσης.

Ο κ. Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος είναι ιατρός – ακαδημαϊκός.