Το κόλπο είναι παλιό και θεμιτό: Χαμηλώνεις τον πήχη των προσδοκιών όσο χρειάζεται για να διατηρείς προφίλ νικητή. Κάπως έτσι το Μαξίμου ενθαρρύνει διαρροές περί δημοσκοπικού στόχου στο 30% για να εμφανίζεται ικανοποιημένο. Εδώ και καιρό, όμως, οι δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν μια πραγματικότητα που δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας: Από εκεί που επί χρόνια μιλούσαμε για την αδιαμφισβήτητη κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας, επισημαίνοντας την έλλειψη εναλλακτικής, σήμερα δεν λείπει μόνο η εναλλακτική, αλλά αρχίζει να ξεφτίζει και η βασική προτίμηση.
Γιατί μπορεί η κυβέρνηση που κάποτε περιέφερε το 41% ως βαρύτιμο τρόπαιο τώρα να δηλώνει ικανοποιημένη με το 30%, όμως όλοι καταλαβαίνουν πως οι επιδόσεις της πόρω απέχουν όχι μόνο από τον στόχο της αυτοδυναμίας, αλλά και από το μήνυμα εμπιστοσύνης των πολιτών και έγκρισης των πεπραγμένων της.
Αυτό που ζούμε είναι το αποκορύφωμα μιας ματαίωσης που καλλιεργείται χρόνια. Μετά την απογοήτευση μεγάλης μερίδας κόσμου από το χάος της πρώτης φοράς Αριστεροακροδεξιάς, παγιώνεται πια και η απομυθοποίηση των αρίστων που θα άλλαζαν τη χώρα. Η γαλάζια σημαία της μεταρρύθμισης της Ελλάδας που κυμάτιζε το 2019 στέκει σήμερα λεκιασμένη από σκάνδαλα που παραμένουν ανεξιχνίαστα, όπως οι υποκλοπές, και από πρακτικές που διασύρουν τη χώρα διεθνώς, όπως τα όσα μας χρεώνονται στο Μεταναστευτικό.
Και εμείς, οι πολίτες;
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, αυτή η χώρα πορευόταν με ένα εθνικό όραμα. Πρώτα ήταν η ΕΟΚ, μετά το ευρώ, μετά οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Ακόμη και μέσα στην κρίση είχαμε στόχο να βγούμε από τη χρεοκοπία. Σήμερα προχωράμε χωρίς όραμα και – ακόμη χειρότερα – χωρίς καμία συλλογική προσδοκία από τους πολίτες.
Σαν σε δυστοπικό πολιτικό θρίλερ, αρκούμαστε όλοι σε μια μικροδιαχείριση που εξασφαλίζει μια κάποια σχετική σταθερότητα για να δουλεύουν τα μαγαζιά μας, να έρχονται οι τουρίστες και οι πολλοί να αναμετρώνται με τη στενότητα μήνα μετά τον μήνα. Με αυτό το κριτήριο θα ψηφίσουμε και την επόμενη φορά. Αν ψηφίσουμε.
Κάπου στο βάθος, μια πηχτή μάζα πληροφοριών και παραπληροφοριών, που δεν αφορά επί της ουσίας κανέναν, προστίθεται στον ανερμάτιστο θόρυβο που κατακλύζει τ’ αφτιά και τα μάτια μας νυχθημερόν. Το μανιφέστο Τσίπρα, η εσχάτη προδοσία των ετερόκλητων συμμάχων, τα καψώνια που χρεώνουν οι εισαγγελείς στη Ζωή, οι «Σπαρτιάτες» και οι κασιδιάρικες περικεφαλαίες τους… Δεν ασχολείται κανείς.
Σε επίπεδο συλλογικό, δεν περιμένουμε τίποτε και ούτε ελπίζουμε σε κάτι. Η έγνοια μας φθάνει ως την πόρτα του σπιτιού μας. Μόνο που αυτό δε μας κάνει ελεύθερους, αλλά πολιτικά αναχωρητές σε μια περίοδο που, όπως αποδεικνύει η πρωτοφανής διολίσθηση της μεγάλης αμερικανικής δημοκρατίας, ευνοεί ακόμη και τα εφιαλτικότερα πολιτικά ατυχήματα.