Αν για κάθε πολιτική δράση η επεξήγηση αποτελεί ανάγκη, για την κυβερνητική δράση αποτελεί διπλή ανάγκη. «Υπήρξε επικοινωνιακή ανεπάρκεια», μας είπε για τα ΕΛΤΑ κορυφαίο εμπλεκόμενο στην υπόθεση κυβερνητικό στέλεχος. Αν είχε μια απόσταση από την τρέχουσα αντίληψη κυριαρχίας που χαρακτηρίζει την εξουσία, θα είχε ίσως υποψιασθεί ότι πολιτική και επικοινωνία είναι αδιαίρετες έννοιες.

Και ότι η επικοινωνία, με έμφαση στην επεξήγηση, αν προτάσσεται η δημοκρατική αντίληψη, δεν είναι ευκταίο μέρος της πολιτικής, αλλά συστατικό και αναπόφευκτο στοιχείο της. Δεν πρόκειται εν προκειμένω για ανεπάρκεια, πρόκειται για μια πολιτική συνείδηση που υποτιμά τον αποδέκτη και σχεδόν μηχανικά αρνείται την επεξήγηση. Δεν του αναγνωρίζει το δικαίωμα να γνωρίζει.

Αν κάναμε την υποχώρηση για μεθοδολογικούς λόγους κατανόησης να δεχθούμε ότι τα ΕΛΤΑ είναι το «μικρό», θα είχαμε εδώ όλο το δικαίωμα να πούμε ότι «το μικρό μιλάει για το μεγάλο».

Η εκ των υστέρων σπουδή της Κυβέρνησης να ανακαλύψει την επικοινωνιακή ανάγκη που υποβαθμίστηκε, φανερώνει το συνολικό κυριαρχικό πνεύμα της, που όλα αυτά τα χρόνια, μόνη της σχεδόν στον κάμπο, επιχείρησε να το επιβάλει ως κανονικό, να καταστήσει αυτή την επιβολή ως τη μόνη εκδοχή και συνεπώς την πράξη της απαλλαγμένη από τη συστατική της πολιτικής λειτουργίας υποχρέωση επεξήγησης. Η επικοινωνία απομακρύνθηκε από το νόημα της λέξης, τη διαλογική της διάσταση, έγινε κυριαρχική εκφώνηση, προπαγανδιστικός λόγος σε μεταμφίεση. Ετσι κατανοείται καλύτερα το νόημα της πρότασης «υπήρξε επικοινωνιακή ανεπάρκεια» για τα ΕΛΤΑ.

Δεν υπάρχει αμφιβολία. Η Κυβέρνηση αυτή αρνήθηκε συστηματικά την επεξήγηση. Κατέστη αυτό θεμελιώδης επιλογή της. Πράξη αντίστοιχη με το κυριαρχικό και αντιφιλελεύθερο πνεύμα της. Η απουσία της επεξήγησης γεννάει τη σύγχυση. Η σύγχυση είναι μια ατμόσφαιρα ακατανοησίας.

Μια καθοδηγούμενη μείξη της αλήθειας με το ψέμα. Μια αδυναμία διάκρισης τελικά του ασήμαντου από το σημαντικό, του πρώτου από το δεύτερο. Το περιβάλλον αυτό διευκολύνει τη διακυβέρνηση και στον βαθμό που οι πρωταγωνιστές της αισθάνονται πολιτικά ασφαλείς μπορεί ακόμη και να πιστέψουν, ότι η παραποιημένη και επιμελημένα αφώτιστη από τους ίδιους πραγματικότητα είναι η υπαρκτή.

Η αδυναμία της αντιπολίτευσης δεν περιορίζεται μόνο στη δημοσκοπική καταγραφή, που τροφοδοτεί τη σχετική επιφανειακή ενασχόληση. Συμπράττει στην εμπέδωση της ατμόσφαιρας σύγχυσης, στη διαμόρφωση ενός μονοδιάστατου επικοινωνιακού περιβάλλοντος, όπου κάθε προσπάθεια επεξήγησης, δηλαδή ανάλυσης του περιεχομένου και της σημασίας μιας επιλογής ή μιας κυβερνητικής απόφασης, αν δεν πέφτει στο κενό, μένει στο περιθώριο, είτε ως λεπτομέρεια είτε ως παραφωνία. Δεν είναι δευτερεύον ζήτημα η άρνηση της επεξήγησης από το κυβερνητικό σχήμα στην επταετή διαδρομή του. Είναι η υπορρέουσα προϋπόθεση αυτού που ονομάστηκε επικοινωνιακή κυριαρχία.

Η επεξήγηση, με την πολυπλοκότητα των Μέσων της εποχής δεδομένη, έχει εξελιχθεί στο κύριο πολιτικό μέτωπο. Πάντα ήταν, θα μας έλεγε μια έμπειρη πολιτικά φωνή. Πράγματι. Σήμερα όσο ποτέ. Το Διαδίκτυο, ως τροφοδότης της σύγχυσης και ως απειλή διάσπασης της ενότητας κάθε απόπειρας επεξήγησης, έχει προστεθεί στα εμπόδια αυτής της μάχης.

Οταν μια εξουσία έχει υιοθετήσει μεθόδους παραπλάνησης, ακόμη και όταν περιστασιακά και τακτικά τις αμφισβητεί, η προσήλωση στην επεξήγηση είναι ο μόνος δρόμος για τις πολιτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης απόκρουσης αυτής της παραπλάνησης.

Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.