Λίγα βιβλία γύρω από την απεικόνιση των πολέμων αλλά και της ανθρωπιστικής καταστροφής που επιφέρουν είχαν τον αντίκτυπο του έργου της Σούζαν Σόνταγκ, Παρατηρώντας τον πόνο των άλλων (πρωτότυπος τίτλος Regarding the Pain of Others, εκδ. Farrar, Straus & Giroux) που εκδόθηκε στην αγγλική γλώσσα το 2003.
Μέσα από τις φωτογραφικές αποτυπώσεις η Σόνταγκ παρακολούθησε τους μετασχηματισμούς στην αναπαράσταση του πολέμου από τον 19ο αιώνα μέχρι τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους του 20ού αιώνα, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης αλλά και πιο πρόσφατες συγκρούσεις στο Βιετνάμ, στη Βοσνία, στη Ρουάντα, στην Παλαιστίνη.
Το βιβλίο όμως δεν ήταν μια ιστορία της φωτογραφίας, της εικονοποιίας των πολέμων ή της προπαγάνδας. Ηταν πρωτίστως ένας κριτικός στοχασμός γύρω από τους τρόπους που βλέπουμε και αντιλαμβανόμαστε τους πολέμους, τη βία και των «πόνο των άλλων», κυρίως από μακριά, μέσα από την ειδησεογραφία και τις εικόνες που φτάνουν σε μας.
Η συγγραφέας εξέτασε πώς γινόμαστε «θεατές της συμφοράς» και προσδιόρισε αυτή τη διαδικασία ως μια σύγχρονη εμπειρία που βασίζεται κυρίως στην ατελείωτη συσσώρευση φωτογραφιών και εικόνων.
Αν και αποδίδουμε μεγάλη σημασία στην αναγωγή της εικόνας στο «πραγματικό», η Σόνταγκ ανέλυσε πώς η διαρκής καταγραφή του πολέμου και της καταστροφής αναπαριστά τον θάνατο, τον αφανισμό και τον πόνο ως τμήμα μιας πραγματικότητας που οικειοποιούμαστε και θεωρούμε ότι γνωρίζουμε.
Οι φωτογραφίες και οι εικόνες αποτελούν μέρος μιας διαδικασίας οικειοποίησης ενός εμπόλεμου κόσμου, συνήθως μακρινού ή σχετικά άγνωστου.
Επίσης, η μετατόπιση από την «ηρωική» απεικόνιση των πολέμων και της στρατιωτικής ζωής που κυριαρχούσε σε παλαιότερες περιόδους προς τη βία που υφίστανται οι άμαχοι είναι αμφίσημη. Από τη μία πλευρά παρέχεται η δυνατότητα πληροφόρησης για το βάθος και την έκταση της ανθρωπιστικής καταστροφής ενώ από την άλλη γινόμαστε κοινωνοί μιας πραγματικότητας την οποία «κανονικοποιούμε». Η εντύπωση ότι αποκτούμε γνώση για τον «πόνο των άλλων» μέσα από τα κομμάτια των εικόνων που φτάνουν σε εμάς δεν συμπορεύεται πάντα με τη συμπόνια ή την αλληλεγγύη.
Αντιθέτως, η υπερπροσφορά της εικόνας δεν αποκλείει την απάθεια ή την αδιαφορία.
Στα 20 και πλέον χρόνια που μεσολάβησαν από την πρώτη έκδοση του βιβλίου της Σόνταγκ πολλά έχουν αλλάξει. Εχουν εξελιχθεί οι τεχνολογίες της εικόνας αλλά και οι δυνατότητες αναπαραγωγής και διακίνησής της. Η ίδια η σχέση μας με την πραγματικότητα διαμορφώνεται μέσα από μυριάδες εικονικά θραύσματα που καταγράφονται σε συσκευές ευρείας χρήσης, όπως τα κινητά τηλέφωνα ή οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές.
Επιπλέον, μεγάλος αριθμός εικόνων σήμερα είναι προϊόντα τεχνητής νοημοσύνης. Αυτή η εξέλιξη πολλαπλασιάζει το ενδεχόμενο παραπληροφόρησης ή προπαγάνδας. Πρέπει να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι είμαστε «θεατές καταστροφών» που ανακυκλώνουν εικόνες τεχνητής νοημοσύνης, κομμάτια από βιντεοπαιχνίδια ή κατασκευασμένα deepfakes;
Η γενικευμένη καχυποψία γύρω από την ειδησεογραφία συμπορεύεται συχνά περισσότερο με την αποστροφή του βλέμματος από τον «πόνο των άλλων» παρά με την ευαισθητοποίηση. Καθώς όμως πληθαίνουν οι πόλεμοι, οι ανθρωπιστικές κρίσεις, οι μαζικοί αφανισμοί από τη Γάζα μέχρι το Σουδάν, είναι η ώρα της εγρήγορσης μάλλον παρά της αποστασιοποίησης.
Δίπλα στις τεχνολογίες της παραπληροφόρησης αναπτύσσονται εργαλεία ανίχνευσης των ψευδών ειδήσεων και εικόνων και εξελισσόμενες τεχνολογίες διασταύρωσης ντοκουμέντων και πληροφοριών, σε συνδυασμό με την ενημέρωση από έγκυρα μέσα. Δεν απαιτούνται όμως μόνο τεχνολογικές γνώσεις. Απαιτείται και η καλλιέργεια μιας ηθικής συνείδησης που δεν τυφλώνεται αλλά και δεν αποστρέφει το βλέμμα από τον «πόνο των άλλων».
Η κυρία Εφη Γαζή είναι καθηγήτρια Θεωρίας της Ιστοριογραφίας και Νεότερης Ιστορίας του Τμήματος Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.