Ολα ξεκίνησαν στις 11 Δεκεμβρίου 2001 με την ένταξη της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ). Από το ορόσημο αυτό και μετά τα κινεζικά προϊόντα άρχισαν να κατακλύζουν την υφήλιο, αφού όλες οι δυτικές φίρμες συνωστίζονταν για να συμφωνήσουν συνέργειες με κινεζικές, να δημιουργήσουν μονάδες παραγωγής στην κινεζική επικράτεια και να εκμεταλλευθούν τους ντόπιους φθηνούς εργάτες. Κάπως έτσι η Κίνα μετατράπηκε σε «εργοστάσιο του πλανήτη», που προμηθεύει με καταναλωτικά αγαθά κάθε σπίτι σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη της Γης.
Τα αμερικανικά σπίτια ασφαλώς δεν αποτελούν εξαίρεση – και είναι παγκοσμίως διάσημη η καταναλωτική βουλιμία των αμερικανικών νοικοκυριών. Ρεπορτάζ των «New York Times» δείχνει με τον πιο γλαφυρό τρόπο ότι η παγκοσμιοποίηση των τελευταίων 30 και πλέον χρόνων, με τις αθρόες μετεγκαταστάσεις δυτικών επωνυμιών προς Ανατολάς, έχει δημιουργήσει δεδομένα μη αναστρέψιμα. Προς μεγάλη απελπισία του Ντόναλντ Τραμπ και των επιτελών του που φαίνεται, όμως, ότι έχουν ήδη αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι η προσπάθεια επιβολής του μερκαντιλισμού τον 21ο αιώνα είναι τόσο μάταιη όσο και η προσπάθεια κάποιου να βάλει την οδοντόπαστα ξανά μέσα στο σωληνάριο.
Ενα στα τρία
Τα πρώτα θύματα της ανάσχεσης της παγκοσμιοποίησης που επιχειρεί η κυβέρνηση της Ουάσιγκτον θα είναι οι ίδιοι οι ψηφοφόροι που επανέφεραν τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. «Εάν οι εξαιρετικά υψηλοί νέοι δασμοί του προέδρου Τραμπ στα κινεζικά προϊόντα παραμείνουν σε ισχύ, το πρόσθετο κόστος πιθανότατα θα μετακυλιστεί στις εταιρείες και τελικά στους καταναλωτές. Ακόμη και χαμηλότεροι δασμοί θα μπορούσαν να έχουν εκτεταμένες επιπτώσεις» σημειώνουν οι «ΝΥΤ».
Σήμερα σχεδόν ένα στα τρία καταναλωτικά αγαθά στον κόσμο είναι «Made in China» – περισσότερα από όσα κατασκευάζονται στις ΗΠΑ, τη Γερμανία, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και τη Βρετανία μαζί!
«Η εξάρτηση της Αμερικής από την Κίνα είναι εύκολο να φανεί στην κουζίνα σας» υπογραμμίζει η νεοϋορκέζικη εφημερίδα.
Και εξηγεί ότι η Κίνα ηγείται της παγκόσμιας παραγωγής φθηνών αγαθών που κατασκευάζονται σε μεγάλες ποσότητες όπως πιάτα, μικρές και μεγάλες συσκευές μαγειρικής και συντήρησης των τροφίμων.
Οι φρυγανιέρες, για παράδειγμα, που κυκλοφορούν στην αμερικανική αγορά προέρχονται σε ποσοστό 99% από την Κίνα.
Εξαιρετικά υψηλά είναι τα ποσοστά κινεζικής κατασκευής των θερμός (96%), των φούρνων μικροκυμάτων (90%) ή των πιάτων και των μαχαιροπίρουνων (82%), που βρίσκει κανείς στην αμερικανική αγορά.
Εμμεσες εισαγωγές
«Η Κίνα κατασκευάζει επίσης πολλά από τα πράγματα στο σαλόνι σας, αλλά πιθανώς όχι τα πάντα. Η τηλεόραση, για παράδειγμα, πιθανότατα προέρχεται από το Μεξικό και ο καναπές από το Βιετνάμ. Αυτό συμβαίνει επειδή από το 2018 οι Αμερικανοί άρχισαν να αγοράζουν περισσότερα έπιπλα από χώρες χαμηλού εργατικού κόστους μεν αλλά εκτός της Κίνας, διότι κατά την πρώτη θητεία του ο Τραμπ επέβαλε δασμούς σε μια μακρά λίστα κινεζικών προϊόντων» σημειώνουν οι «NYT».
Επίσης τα ξύλινα έπιπλα ή τα πλυντήρια ρούχων υπόκεινταν σε άλλους προστατευτικούς δασμούς ακόμη και πριν από την πρώτη εκλογή του Τραμπ το 2016.
Ετσι πολλοί κατασκευαστές άνοιξαν εργοστάσια σε χώρες όπως το Μεξικό, το Βιετνάμ και η Ταϊλάνδη, χώρες που εισάγουν τώρα τεράστιες ποσότητες εξαρτημάτων από την Κίνα και πωλούν συναρμολογημένα προϊόντα στις ΗΠΑ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ηλεκτρικές σκούπες, το 80% των οποίων προ ολίγων ετών εισάγονταν στις ΗΠΑ από την Κίνα.
Τώρα μεγαλύτερος προμηθευτής είναι το Βιετνάμ παρά το ότι προ πενταετίας δεν κατασκεύαζε ούτε μία ηλεκτρική σκούπα.
Ούτε εθνική γιορτή
Πάμπολλα είδη προσωπικής φροντίδας, όπως πινέλα μακιγιάζ, νυχοκόπτες ή και χτένες, πιθανότατα κατασκευάζονται στην Κίνα. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τα βαμβακερά είδη, παρά το ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός κλωστοϋφαντουργικών στον κόσμο.
«Σήμερα οι Αμερικανοί δεν προμηθεύονται πλέον μεγάλο μέρος των κλινοσκεπασμάτων, των λινών ή των ρούχων τους από την Κίνα καθώς τις τελευταίες ημέρες της πρώτης θητείας του ο Τραμπ απαγόρευσε τις εισαγωγές κινεζικού βαμβακιού επικαλούμενος παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» σημειώνουν οι «ΝΥΤ».
Από την άλλη πλευρά, η Κίνα έχει χάσει μερίδιο της αγοράς από χώρες με ακόμα φθηνότερο εργατικό κόστος, όπως είναι η Νικαράγουα που, παρά το «καθεστώς Μαδούρο», έγινε η κορυφαία προμηθεύτρια των ΗΠΑ σε μπλουζάκια.
Επίσης, η Ινδία και το Μπανγκλαντές είναι κορυφαίες προμηθεύτριες των Αμερικανών με πετσέτες και τζιν αντίστοιχα. Αλλά και το ακριβότερο καταναλωτικό αγαθό πολλών αμερικανικών νοικοκυριών, το αυτοκίνητο, επίσης δεν προέρχεται από την Κίνα.
«Είναι σχεδόν αδύνατον να αγοράσουν οι Αμερικανοί κινεζικό αυτοκίνητο λόγω παλαιότερων δασμών και αυστηρών προδιαγραφών που ισχύουν» σημειώνεται στο δημοσίευμα – μόνο το 2% του αμερικανικού στόλου οχημάτων είναι κινεζικής κατασκευής.
Ωστόσο η εξάρτηση των ΗΠΑ από την Κίνα παραμένει τόσο μεγάλη, που οι Αμερικανοί θα δυσκολεύονταν να γιορτάσουν ακόμα και την εθνική τους εορτή δίχως αυτήν: το 96% των πυροτεχνημάτων εισάγονται στη χώρα από την Κίνα.