Καθώς το σούρουπο απλώνεται στους Δελφούς, ο προαύλιος χώρος του «πι» (Παγκόσμιο Κέντρο Κυκλικής Οικονομίας και Πολιτισμού) αρχίζει να μεταμορφώνεται αργά αλλά μεθοδικά. Το σκοτάδι που πέφτει αναδύει σιγά-σιγά την εικαστική εγκατάσταση «Κήπος της Πυθίας» (The Garden of Pythia) του εικαστικού Τσαρλς Σάντισον, τη νέα site specific ανάθεση του PCAI (Polygreen Culture & Art Initiative), καθώς αρχίζει να απλώνεται στα δέντρα, στους βράχους και στα πεζούλια που βρίσκονται στον προαύλιο χώρο του κτιρίου Πικιώνη.

Γράμματα προβάλλονται και περιστρέφονται, συγχωνεύονται για να δημιουργήσουν λέξεις που συγκρούονται και αναπαράγουν νέα νοήματα σαρώνοντας το τοπίο γύρω τους. Μοιάζουν με σμήνη εντόμων που στριφογυρίζουν γύρω από μια λάμπα, με στρατιές από κάμπιες που αναζητούν πυξίδα στα τυφλά, με φίδια που ελίσσονται επιδέξια ή με λουλούδια πικραλίδας που διαλύονται από το φύσημα ενός ανέμου.

Μια οργιώδης φύση που έρχεται στην επιφάνεια και εντυπωσιάζει καθώς οι λέξεις συνεχώς συντίθενται και αποσυντίθενται σε έναν αέναο χορό δημιουργίας και αναδημιουργίας.

Κάποιες φορές, τα ψηφιακά αυτά σχήματα διαμορφώνουν το περίγραμμα αρχαίων κιονόκρανων ή προσώπων, που εμφανίζονται συμπαγή και αμέσως μετά διαλύονται, «εξαϋλώνονται». Υποτίθεται ότι λειτουργούν ως χρησμοί, άλλωστε η εγκατάσταση είναι εμπνευσμένη από το Μαντείο των Δελφών, την Πυθία και τον αρχαίο ναό του Απόλλωνα, προσφέροντας μια κρυπτική και συνάμα στοχαστική απάντηση στις όποιες αναδυόμενες ερωτήσεις ή ευσεβείς πόθους μπορεί να έχει η παρατηρήτρια – προσωπικά απομόνωσα τη λέξη «persistence» (επιμονή).

Η περίπτωση του «Κήπου της Πυθίας» και του δημιουργού του, Τσαρλς Σάντισον, διαφοροποιείται σημαντικά από την κλασική «συναυλιακή» αισθητική που πολλές φορές χαρακτηρίζει αντίστοιχες (immersive) εγκαταστάσεις. Εδώ, η συνθήκη της εμβύθισης δεν εξαντλείται σε επιφανειακές συγκινήσεις αλλά χτίζει μια εμπειρία που αργεί να αποκαλυφθεί θέλοντας να προσφέρει κάτι πέρα από το προφανές. Σε αυτό τον συνδράμει πολύ διακριτικά και ο sound artist Kostadis Michail, ο οποίος δημιούργησε μια ηχητική εγκατάσταση έπειτα από ανάθεση του PCAI.

Εργο βασισμένο σε «τεχνητό οικοσύστημα λέξεων»

Η μεγάλης κλίμακας εγκατάσταση εγκαινιάστηκε στις 9 Απριλίου, την ίδια μέρα με το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, και θα διαρκέσει μέχρι το τέλος του χρόνου. Ο Τσαρλς Σάντισον, ένας ευφυής σκωτσέζος καλλιτέχνης και επικοινωνιακός άνθρωπος, ήταν παρών και πρόθυμος να μιλήσει για τη δουλειά του με εύληπτο τρόπο. Οπως για το πώς κατάφερε να συνδυάσει την τεχνολογία με την τέχνη με έναν τρόπο που προηγήθηκε της ευρείας διάδοσης της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ).

Χρόνια πριν αυτή γίνει κυρίαρχη, ο Σάντισον έγραφε ο ίδιος κώδικες στον υπολογιστή, όπως και το πράττει μέχρι σήμερα, χωρίς να αναθέτει τη «βαρετή δουλειά» σε άλλους. Εν προκειμένω, χρησιμοποιεί την Τεχνητή Νοημοσύνη για να «καθοδηγήσει» το έργο του και αισθητήρες που μετρούν τη θερμοκρασία και τον φωτισμό για να επηρεάσουν την εξέλιξή του. Το έργο του βασίζεται σε έναν κώδικα (γραμμένο σε C++), ο οποίος δημιουργεί ένα «τεχνητό οικοσύστημα λέξεων».

Εμπνευσμένος από το φυσικό περιβάλλον των Δελφών, ο Σάντισον κατέγραψε τα ονόματα των ζώων, φυτών και εντόμων της περιοχής, όχι με επιστημονικούς όρους, αλλά όπως αναφέρονται στην καθημερινή γλώσσα, στα ελληνικά και αγγλικά. «Αυτές οι λέξεις «φυτεύονται» μέσα στο πρόγραμμα, όπου αλληλεπιδρούν και «γεννούν» νέες λέξεις μέσω ενός «βιολογικού τύπου» καλλιτεχνικού πειράματος. Προσπαθώ να δημιουργήσω κάτι που να έχει τη δική του ζωή» όπως εξήγησε.

Η δε εμπειρία των Δελφών ήταν ένα δώρο, μα και μια οικεία πρόκληση.

«Ισως η ιδέα της τεχνητής νοημοσύνης – ενός νου που απαντά σοφά, πέρα από τον άνθρωπο – να μην είναι τόσο νέα όσο νομίζουμε. Στις πλαγιές του Παρνασσού, στο Μαντείο των Δελφών, προσκυνητές απ’ όλο τον τότε γνωστό κόσμο ανέβαιναν με δώρα αναζητώντας απαντήσεις για κρίσιμες αποφάσεις. Η Πυθία, μέσα από τελετουργικά και τη μεσολάβηση των ιερέων, έδινε χρησμούς: μυστηριώδεις, συχνά αμφίσημους, αλλά με βαρύτητα. Ηταν μια πρώιμη μορφή «μηχανής» σοφίας – μια συλλογική, μυθική νοημοσύνη που παρήγαγε λόγο από δεδομένα. Κάτι τεχνητό, έστω κι αν τότε το έντυναν με θεϊκό μανδύα.

Ισως ήταν το πρώτο είδος τεχνητής νοημοσύνης, ένα είδος, συλλογικής, «τεχνητής» σοφίας. Ενα υβρίδιο πίστης, πολιτικής και τεχνολογίας της εποχής. Κι έτσι, καθώς μιλάμε σήμερα για μεγάλα μοντέλα γλώσσας και τεχνητές νοημοσύνες, ίσως το μόνο που κάνουμε είναι να επαναλαμβάνουμε μια αρχαία πράξη: να ανεβαίνουμε τον λόφο, με τα δώρα μας, αναζητώντας φως μέσα από τη σκοτεινή σοφία μιας υπερβατικής φωνής».

Ο Σάντισον δημιούργησε το έργο έπειτα από ανάθεση του PCAI και συγκεκριμένα του Αθανάσιου Πολυχρονόπουλου, διευθύνοντος συμβούλου της Polygreen και ιδρυτή του PCAI, ο οποίος είδε δουλειά του όταν την παρουσίασε στην τρίτη ατομική του έκθεση στην γκαλερί Bernier/Eliades το 2020 (Garden of light). Ηταν μια «μοιραία» συνάντηση. Αν και τα πρώτα του έργα παρουσιάζονταν κυρίως σε μουσεία, σε «λευκούς κύβους» (όπως στην Μπιενάλε της Βενετίας το 2001, όπου και διακρίθηκε) δεν άργησε να συνειδητοποιήσει πως αυτό το πλαίσιο τον περιόριζε και άρχισε να βγαίνει στον δημόσιο χώρο.

Κάνοντας ένα ευρύτερο rewind, ο Σάντισον, εδώ και χρόνια εγκατεστημένος στη Φινλανδία και «γέννημα θρέμμα άνθρωπος του Βορρά», ένιωσε από νωρίς την ανάγκη να συνδεθεί βαθύτερα με το περιβάλλον και τον κόσμο γύρω του, απ’ όταν μεγάλωνε σε μια απομακρυσμένη περιοχή της βόρειας Σκωτίας, ονόματι Γουίκ. Εκεί αναπτύχθηκε το εικαστικό και συναισθηματικό του λεξιλόγιο, το οποίο συνδυάζει την ιστορία και τη σύγχρονη πραγματικότητα, στοιχεία που ενσωματώνει και στο έργο του.

«Εζησα μια παιδική ηλικία γεμάτη απομόνωση, η οποία όμως με ώθησε να βρω δημιουργικούς τρόπους να καταπιαστώ με τον κόσμο γύρω μου. Η πρώτη μου σημαντική επαφή με την τεχνολογία ήρθε μέσω ενός Sinclair ZX81, με τον οποίο ξεκίνησα να μαθαίνω μόνος μου προγραμματισμό στην ηλικία των 12 ετών».

Παράλληλα, η ζωγραφική αποτελούσε τον βασικό τρόπο έκφρασής του ως παιδιού. Στην Καλών Τεχνών της Γλασκώβης, όπου σπούδασε στα τέλη της δεκαετίας του ’80, άφησε για λίγο στην άκρη τον αγαπημένο του υπολογιστή, πιστεύοντας πως στον κόσμο της τέχνης εκείνης της εποχής δεν είχε θέση. «Συνειδητοποίησα τελικά ότι ο κώδικας και η ζωγραφική είναι δύο παρόμοιες δημιουργικές διαδικασίες για μένα, οπότε σκέφτηκα ότι μπορώ να τις συνδυάσω. Δεν είμαι εδώ για να εξηγήσω τι είναι η τεχνητή νοημοσύνη και πώς μπορεί να αλλάξει τη ζωή σας. Θέλω να προσφέρω στο κοινό μια εμπειρία όπως όταν βλέπεις έναν πίνακα σε ένα μουσείο. Δεν χρειάζεται να καταλάβεις πώς ζωγραφίστηκε – απλώς τον νιώθεις».

INFO «Κήπος της Πυθίας» στο «πι»  στους Δελφούς. Kάθε Τρίτη,  Τετάρτη και Σάββατο μετά τη δύση του ηλίου (σύμφωνα με το εκάστοτε ισχύον εποχικό πρόγραμμα) με προκράτηση θέσεων.