Τελικά η οικονομική κρίση και η πανδημία δεν μας άλλαξαν ως ανθρώπους! Γιατί το λέω αυτό;
Γιατί από τα στοιχεία των φετινών φορολογικών δηλώσεων, το μέσο ετήσιο εισόδημα των μισών ελεύθερων επαγγελματιών (γιατρών, δικηγόρων, μηχανικών, υδραυλικών, κτηνιάτρων, ιδιοκτητών καταστημάτων εστίασης κλπ.) έφτασε μόλις τα 3.665 ευρώ, δηλαδή τα 305 ευρώ τον μήνα («ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 10/11/2025)!
Και έτσι για όλους αυτούς ενεργοποιήθηκε το σύστημα «των τεκμηρίων εισοδήματος» που είχε επιβάλλει πριν από δύο χρόνια η σημερινή κυβέρνηση και τελικά φορολογήθηκαν «σαν να είχαν βγάλει» περίπου 13.000 ευρώ το χρόνο (ανεβάζοντας η Πολιτεία τεχνητά το εισόδημά τους).
Είναι προφανές, ότι με το εισόδημα των 305 ευρώ τον μήνα το οποίο εθελουσίως δήλωσαν οι ανωτέρω ελευθεροεπαγγελματίες, δεν ζει κανείς μια αξιοπρεπή ζωή και σίγουρα στο επίπεδο αυτό υπάρχει συστηματικά μια εκτεταμένη φοροδιαφυγή.
Επιπλέον, όλα αυτά τα στοιχεία μας κάνουν να νοιώθουμε τουλάχιστον μια αμηχανία, αφού η καταβολή των φόρων χρειάζεται για να κτιστούν νέα νοσοκομεία ή για να βελτιωθούν οι δημόσιοι δρόμοι μιας χώρας («Michael Sandel Δικαιοσύνη»).
Και όταν μάλιστα το μέσο ετήσιο εισόδημα των μισθωτών ανέρχεται σε 17.000 ευρώ το χρόνο.
Ωστόσο το κρίσιμο ερώτημα είναι το εξής:
Είναι ορθό αυτό το σύστημα των «τεκμηρίων εισοδήματος»;
Από τη μια πλευρά θα έλεγε κανείς, ότι το σύστημα των «τεκμηρίων εισοδήματος» αποτρέπει τουλάχιστον την παραγωγή των φαινομένων της ντροπής και της ιδιωτικοποιημένης ευτυχίας .
Δηλαδή, ένας γιατρός ενός ιδιωτικού διαγνωστηρίου να βγάζει 100. 000 ευρώ το χρόνο και να δηλώνει στην Εφορία μόνο 5000 (ζώντας κατά τα άλλα μια πολυτελή ζωή με ακριβά σπίτια).
Από την άλλη πλευρά αυτό το σύστημα εμπεριέχει μια γενίκευση ή μια ισοπέδωση (και αυτό είναι το κακό μέγεθος), αφού ένα υπολογίσιμο μέρος λ.χ. των δικηγόρων -ειδικά μετα την οικονομική κρίση- φυτοζωεί και μπορεί να μη βγάζει ούτε 10.000 ευρώ το χρόνο .
Κατά τη γνώμη μου πάντως θα ήταν καλύτερο να επιβληθεί η αναγκαστική χρησιμοποίηση της χρεωστικής ή πιστωτικής κάρτας ακόμη και σε συναλλαγές που υπερβαίνουν τα 50 ευρώ!
Υπό την προϋπόθεση βεβαίως, ότι δεν θα γίνονται συναλλαγές «κάτω από το τραπέζι» ( του τύπου ότι μια ιατρική επίσκεψη θα στοιχίζει 100 ευρώ με την κάρτα και 50 ευρώ χωρίς την κάρτα).
Αλλά μάλλον δεν υπάρχει η βούληση για μια τέτοια επιλογή.
Σε κάθε περίπτωση η φοροδιαφυγή είναι ένα ευρύτερο ζήτημα , γιατί οι περισσότεροι που φοροδιαφεύγουν δεν νοιώθουν ότι είναι πολίτες αυτής της χώρας. Ότι πρέπει να πληρώνουν τους φόρους που τους αναλογούν.
Για αυτό και ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας Μάριο Μόντι είχε στείλει κυβερνητικούς αξιωματούχους ακόμη και στα δημοτικά σχολεία για να διδάσκουν στα παιδιά «φορολογική κουλτούρα» .
Επίσης οι Αμερικανοί «τρέμουν» την περίφημη ομοσπονδιακή φορολογική Αρχή IRS , γιατί φοβούνται ότι θα πάνε φυλακή αν καταδικασθούν για φοροδιαφυγή.
Βεβαίως, και στη δική μας έννομη τάξη οι δικαστές έχουν τη δυνατότητα σήμερα (με βάση το άρθρο 497 παρ΄. 2 του ΚΠΔ) ακόμη και στις μικρές ποινές των πέντε ή έξι μηνών να μη δώσουν ανασταλτικό αποτέλεσμα στην έφεση και να στείλουν τους καταδικασθέντες για φοροδιαφυγή στη φυλακή.
Ωστόσο, η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής δεν λύνεται με νομικές διευθετήσεις (αν δεν αλλάξει και η κουλτούρα πολλών ανθρώπων).
Το συμπέρασμα;
Τα τεκμήρια εισοδήματος μπορεί να είναι μια λύση, ωστόσο είναι ταυτόχρονά και μια επίσημη και τραγική ομολογία ότι το Ελληνικό Κράτος αδυνατεί να κάνει εξατομικευμένους φορολογικούς ελέγχους .
Και απορεί κανείς, γιατί και οι προηγούμενες κυβερνήσεις ( αλλά και η παρούσα κυβέρνηση) δεν επέλεξαν την άλλη δομική λύση για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, δηλαδή την αναγκαστική χρησιμοποίηση των χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών σε όλες σχεδόν τις συναλλαγές.
Ο Καλφέλης Γρηγόρης είναι Καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ kalfelis@law.auth.gr



