Σαν σήμερα, στις 19 Ιουλίου 1969, έφυγε από τη ζωή μία από τις σπουδαιότερες μορφές της γενιάς του Μεσοπολέμου, ένας συγγραφέας που σημάδεψε τη νεοελληνική γραμματεία με το έργο του, ο Στράτης Μυριβήλης.
Με μια βαθιά ανθρωπιστική ματιά και αφοσίωση στην ελληνική γλώσσα και παράδοση, ο Μυριβήλης αποτύπωσε όσο λίγοι τη φρίκη του πολέμου, αλλά και την ελπίδα του ανθρώπου για λύτρωση.
Ο θάνατός του, σε ηλικία 77 ετών, συγκίνησε ιδιαίτερα τον πνευματικό κόσμο της χώρας.

«ΤΑ ΝΕΑ», 21.7.1969, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»
Την επομένη του θανάτου του, η εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», της 20ης Ιουλίου 1969, μετέφερε, την είδηση της απώλειας:
«Ο Έλλην λογοτέχνης και ακαδημαϊκός Στράτης Μυριβήλης απεβίωσε χθες την 5.15 μ.μ. εις το νοσοκομείον “Ευαγγελισμός” όπου ενοσηλεύετο από μακρού.
»Η κηδεία του θα γίνη σήμερον την 12.30 μ.μ. από το Α΄ Νεκροταφείον Αθηνών, εις αυστηρώς στενόν οικογενειακόν κύκλον. Κατ’ επιθυμίαν της συζύγου του, δεν θα εκφωνηθούν επικήδειοι λόγοι».
Η τελετή πραγματοποιήθηκε χωρίς επισημότητες, όπως είχε ζητήσει η οικογένεια. Ωστόσο, η απώλεια ήταν ηχηρή.
Το έργο και η προσωπικότητα
Την επόμενη ημέρα, η εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» (21 Ιουλίου 1969) φιλοξένησε ένα αφιέρωμα στον συγγραφέα της Ζωής εν Τάφω, επιχειρώντας να σκιαγραφήσει όχι μόνο το έργο και την προσωπικότητά του, αλλά και τον ρόλο του στη νεοελληνική γραμματεία και στο ευρύτερο ρεύμα της πολεμικής λογοτεχνίας:
«Ο πνευματικός κόσμος της Αθήνας, συνόδευσε χθες στην τελευταία του κατοικία έναν από τους πιο άξιους λογοτέχνες της γενιάς του μεσοπολέμου: τον Στράτη Μυριβήλη.
»Στην κηδεία, οι εκπρόσωποι του κόσμου των Γραμμάτων ήσαν λιγοστοί, γιατί πολλοί λείπαν από την Αθήνα κι’ άλλοι δεν είχαν διαβάσει εφημερίδες, για να πληροφορηθούν τον θάνατο του συγγραφέα της “Ζωής εν Τάφω”.
Ο πραγματικός άνθρωπος πίσω από το ψευδώνυμο
»Γεννημένος στη Συκαμιά της Λέσβου το 1892 ο Στράτης Σταματόπουλος (αυτό ήταν το πραγματικό του όνομα, το “Μυριβήλης” ήταν ψευδώνυμο) είχε μάθει τα πρώτα γράμματα στη Μυτιλήνη και στις αντικρινές Κυδωνίες, τη μικρασιατική πόλη που ήταν από αιώνες περίλαμπρος φάρος της ελληνικής παιδείας. Σπούδασε φιλολογία και νομικά, υπηρέτησε την πατρίδα σαν φαντάρος από το 1913 ως το 1922.
Τα πρώτα βήματα και η λογοτεχνική έκρηξη
»Νεώτατος, εξέδωσε το 1914 μια σειρά διηγήματα με τίτλο “Κόκκινες ιστορίες”, που φανέρωναν το ρωμαλέο και πηγαίο ταλέντο του. Όταν γύρισε, μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, στο νησί των πατέρων του, εξέδωσε το σατιρικό “Σκρίπ”
και μετά την “Καμπάνα” και την εφημερίδα “Ταχυδρόμος”.

»Στην “Καμπάνα” δημοσίευσε για πρώτη φορά τη “Ζωή εν Τάφω” – το βιβλίο που το είχε εμπνευστεί από τη ζωή του στο μέτωπο. Ήδη, στην αρχική του μορφή, είχε κάνει αίσθηση το βιβλίο στους λίγους Μυτιληναίους που παρακολουθούσαν τις επιφυλλίδες. Λίγο αργότερα (1925) το βιβλίο εξεδόθη και στην Αθήνα, υπό καινούργια μορφή. Κι, έκανε πάταγο.
»Ήταν η εποχή που η ανθρωπότης δεν είχε επουλώσει τις πληγές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Όλος ο κόσμος ζούσε ακόμα κάτω από τις εφιαλτικές αναμνήσεις που του άφησαν οι βομβαρδισμοί, η ζωή των χαρακωμάτων, οι καθημερινές εκατόμβες θυμάτων.
»Στα παγκόσμια Γράμματα κυριαρχούσαν τα έργα του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ, του Ρολάν Ντορζελές και των άλλων που με τόση ζωντάνια έδωσαν στα βιβλία τους τη φρίκη του πολέμου. Η πνευματική Ελλάδα είδε τότε στο πρόσωπο του Μυριβήλη τον δικό της Ντορζελές.

«ΤΑ ΝΕΑ», 21.7.1969, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»
»Μα δεν σταμάτησε εκεί ο Μυριβήλης. Ακολούθησε μια σειρά από αξιόλογα μυθιστορήματα, στα οποία ένας πηγαίος λυρισμός ξεπηδούσε μέσα από ρεαλιστικές σελίδες: “Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια”, η “Παναγιά η Γοργόνα”, ο “Βασίλης ο Αρβανίτης” και πολλά βιβλία με διηγήματα που κήρυτταν την ηθική εξύψωση του ατόμου κι’ ανάδιναν μια αισιοδοξία για τον άνθρωπο και το μέλλον του.
»Και, μαζί, ο Μυριβήλης έγραψε χρονογραφήματα, πεζογραφήματα, δοκίμια, μελέτες, άρθρα που απηχούσαν τον ορθολογισμό του, την αγάπη του σε κάθε τι ελληνικό, την πίστη του στο μέλλον της φυλής.
Τα τελευταία χρόνια και η διαχρονική κληρονομιά
»Τα τελευταία χρόνια ο Μυριβήλης (που από το 1958 ήταν Ακαδημαϊκός και επί σειρά ετών πρόεδρος της Εθνικής Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών) ήταν άρρωστος, κατάκοιτος, κι’ είχε πάψει να γράφει.
»Το βιβλίο της ζωής του έκλεισε προχθές. Ο ίδιος δεν υπάρχει πια. Υπάρχει όμως η πνευματική του προσφορά, τα βιβλία που έγραψε και που θα εξακολουθήσουν να διαβάζονται και να φρονηματίζουν και τις επόμενες γενιές των Ελλήνων».






