Η συζήτηση, η οποία έγινε στην Ελληνική Βουλή για τις κατηγορίες οι οποίες έπρεπε να αποδοθούν εναντίον των πολιτικών προσώπων σε σχέση με την τραγική υπόθεση των Τεμπών , ήταν εξόχως απογοητευτική και κατώτερη των περιστάσεων.
Και θα επιθυμούσα σύντομα να διατυπώσω τις ακόλουθες παρατηρήσεις:
1. Ο χωρίς ηθικές αρχές διάλογος που διεξήχθη μεταξύ των αρχηγών των κομμάτων και των Βουλευτών για αυτή την υπόθεση.
Στις 18 Μαρτίου του 1968 ο μετέπειτα δολοφονηθείς Ρόμπερτ Κένεντι έκανε μια εμπνευσμένη ομιλία στο Πανεπιστήμιο του Κάνσας και εκεί υποστήριξε την ακόλουθη άποψη.
Δηλαδή, ότι η οικονομική ανάπτυξη και το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν είναι μεν σημαντικά μεγέθη , αλλά υπάρχουν κάποια άλλα «υπαρξιακά πράγματα» σε μια δυτική δημοκρατία τα οποία είναι ακόμη πιο σημαντικά.
Όπως η υγεία των παιδιών μας, η ποιότητα της εκπαίδευσης , η ομορφιά της ποίησης και το «πνευματικό επίπεδο του δημόσιου διαλόγου» ( Sandel , Δικαιοσύνη).
Και «πιάνομαι» από αυτό το τελευταίο μέγεθος. Με άλλα λόγια το πνευματικό επίπεδο του διαλόγου ο οποίος έγινε στη Βουλή, ιδίως μεταξύ των αρχηγών των κομμάτων, για την τραγωδία των Τεμπών ήταν πλήρως απογοητευτικός.
Έγινε αναφορά σε «κρεμάλες», σε μικρασιατική καταστροφή, σε εσχάτη προδοσία και ξεχείλισαν οι προσωπικές αντιπαλότητες και οι ύβρεις.
Είναι προφανές, ότι μια τέτοια κάκιστη κοινοβουλευτική συζήτηση δεν θα μπορούσε να διαπαιδαγωγήσει την κοινωνία προς το καλύτερο, ούτε να συμβάλλει στην ανεύρεση των αιτιών ένεκα των οποίων πέθαναν οι 57 άνθρωποι κατά τη σύγκρουση των τραίνων στα Τέμπη.
Γιατί; Γιατί πάνω από όλα υπερίσχυσε το κομματικό πάθος!
Δυστυχώς υπάρχει και ένα άλλο μέγεθος το οποίο συνέβαλε στην αρνητικότητα της προχθεσινής συζήτησης στη Βουλή.
2. Οι νομικές ακροβασίες όλων των πλευρών τις οποίες θα ήταν καλύτερο να ξεχάσουν οι φοιτητές των Νομικών μας Σχολών , γιατί κατεδαφίζουν το Ποινικό Δίκαιο και την Ποινική Δικονομία.
Α. Η ανύπαρκτη εσχάτη προδοσία του πρωθυπουργού
Εξακολουθώ να απορώ και σήμερα πως είναι δυνατό να έχει διατυπωθεί μια τέτοια ποινική κατηγορία. Και, μάλιστα, με την επίκληση του
επιχειρήματος, ότι Εφέτες ( δηλαδή πιο έμπειροι δικαστές) ανέλαβαν τη διαχείριση της υπόθεσης!
Ότι στη νομική Επιστήμη θεωρούνταν πάντοτε ως «αναβάθμιση» (με άλλα λόγια η διαχείριση των υποθέσεων με έντονο δημόσιο ενδιαφέρον από Εφέτες κατά το άρθρο 28 του ΚΠΔ), αυτό το μέγεθος η κομματική αντιπαλότητα «το βάφτισε» ως εσχάτη προδοσία!
Και μια απλή ανάγνωση του άρθρου 134 του Ποινικού Κώδικα πείθει προφανώς ότι στην υπόθεση τούτη δεν υπήρχε εσχάτη προδοσία.
Όμως , όπως έλεγε και ο Τζωρτζ Όργουελ, η κομματική γλώσσα μπορεί να μετατρέπει τα πάντα (εικονικά) στο αντίθετό τους.
Β. Η νομικά άστοχη κατηγορία για παράβαση καθήκοντος εναντίον του πρώην Υπουργού Μεταφορών κ. Καραμανλή
Επίσης εκπλήσσει και μια άλλη προωθημένη νομική ακροβασία. Ποια δηλαδή ; Η διατύπωση της κατηγορίας για τη παράβαση καθήκοντος ( του άρθρου 259 του ΠΚ) εναντίον του πρώην Υπουργού Μεταφορών κ. Καραμανλή.
Όσοι Βουλευτές υποστήριξαν αυτό το κατηγορητήριο (και κυρίως από την πλευρά της Κυβέρνησης) έχουν κατανοήσει τι ακριβώς υποστήριζαν;
Ότι ο κ. Καραμανλής επεδίωκε με δόλο α’ βαθμού να διενεργήσει επικίνδυνη παρέμβαση στις συγκοινωνίες (η οποία είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο των 57 ανθρώπων);
Και το αναφέρω αυτό , γιατί το έγκλημα της παράβασης καθήκοντος είναι «έγκλημα υπερχειλούς υποκειμενικής υπόστασης».
Είναι δυνατό (χωρίς περίσκεψη) να υποστηρίζονται τέτοιες παραδοξότητες;
Με άλλα λόγια ότι Έλληνας Βουλευτής ήθελε να προκαλέσει το θάνατο των 57 συνανθρώπων μας;
Εκτός και αν υποθέσει κανείς ότι στη μοιραία αμαξοστοιχία μεταφερόταν λαθραίο φορτίο και ο ανωτέρω Υπουργός επεδίωκε μέσω της μεταφοράς του να προσκομίσει στον εαυτό του ή σε άλλο (επιχειρηματία) παράνομο όφελος.
Τότε και μόνο τότε θα ήταν νομιμοποιημένη μια τέτοια ποινική διερεύνηση.
Ωστόσο, μέχρι σήμερα, δεν έχει αποδειχθεί με πραγματογνωμοσύνη ότι στη μοιραία αμαξοστοιχία μεταφερόταν λαθραίο καύσιμο (όπως έχω τονίσει και άλλες φορές από το βήμα αυτό).
Υπό το πρίσμα τούτο θεωρώ σχεδόν βέβαιο, ότι κανένας Δικαστής δεν θα αποδεχόταν ποτέ (επί της ουσίας) μια τέτοια κατηγορία και θα οδηγούνταν αναγκαστικά στην έκδοση απαλλακτικού Βουλεύματος.
Και εν τέλει μήπως αυτή ήταν η υποκρυπτόμενη στόχευση όσων Βουλευτών αποδέχθηκαν ένα τέτοιο αδόκιμο κατηγορητήριο;
Γ. Η νομική ακροβασία μιας ελλειμματικής προκαταρκτικής εξέτασης.
Τέλος είναι σίγουρο ότι θα υιοθετηθεί και μια άλλη , εντελώς αυθαίρετη, δικονομική πρακτική. Ποια ;
Δηλαδή είναι βέβαιο, ότι δεν θα γίνει μια πλήρης προκαταρκτική εξέταση, ούτε θα κληθούν μάρτυρες (όπως προβλέπουν τα άρθρα 243 και 244 του ΚΠΔ).
Απλώς ο κ. Καραμανλής θα καταθέσει ένα υπόμνημα παροχής εξηγήσεων μέσω του οποίου θα δηλώνει ότι είναι αθώος ( κάνοντας χρήση της θεμελιώδους αρχής της αποφυγής της αυτοενοχοποίησης του άρθρου 104 του ΚΠΔ).
Ταυτόχρονα όμως ο ίδιος (εντελώς αντιφατικά και έμμεσα ) θα αποδέχεται , ότι υφίστανται εναντίον του επαρκείς ενδείξεις ενοχής (άρθρο 43 ΚΠΔ), ώστε να κινηθεί ταχύτατα η ποινική δίωξη και η υπόθεση να παραπεμφθεί απευθείας στο πενταμελές Δικαστικό Συμβούλιο του νόμου για την ποινική ευθύνη των Υπουργών ( ν. 3126/2003)!
Και «αθώος και ένοχος μαζί».
Αν αυτό το μέγεθος δεν συνιστά ολοκληρωτική κατεδάφιση της Ποινικής μας Δικονομίας, τότε τι άλλο είναι;
Για αυτό και πιστεύω, ότι εάν υιοθετηθεί η παραπάνω πρακτική θα έχει παραχθεί και η απόλυτη ακυρότητα του άρθρου 171 παρ.1 ,β (για εσφαλμένη κίνηση της ποινικής δίωξης).
Εκτός και αν αποδεχθεί κανείς την ακραία θέση , ότι οι Δικαστές του πενταμελούς Δικαστικού Συμβουλίου δεν θα έχουν την εξουσία «να κρίνουν τα έργα των Βουλευτών»!
Και ότι οι Βουλευτές θα εφαρμόζουν τη δική τους (φαντασιακή) Ποινική Δικονομία και το δικό τους (φαντασιακό) Ποινικό Δίκαιο!
Το συμπέρασμα;
Η συζήτηση η οποία έγινε στη Βουλή για τις κατηγορίες οι οποίες έπρεπε να αποδοθούν εναντίον των πολιτικών προσώπων για την τραγωδία των Τεμπών , δείχνει με τον πιο διαυγή τρόπο ότι η Ελληνική Βουλή πήρε «την πορεία προς την ασημαντότητα» για την οποία μιλούσε ο μεγάλος Έλληνας στοχαστής Κορνήλιος Καστοριάδης.
Και καλό θα ήταν αυτή τη συζήτηση να τη «διαγράψουν» από το μυαλό τους οι φοιτητές και οι φοιτήτριες των Νομικών μας Σχολών (γιατί εκφράζει τον πλήρη ακρωτηριασμό του κράτους Δικαίου).
Υ.Γ Έχω υποστηρίξει και άλλες φορές από αυτό το βήμα, ότι το μόνο έγκλημα για το οποίο θα ήταν απαραίτητο να γίνει, ανίχνευση τουλάχιστον, των ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών του πρώην Υπουργού Μεταφορών κ. Καραμανλή, είναι το κακούργημα του άρθρου 291 παρ.1 περ. δδ (:Επικίνδυνες παρεμβάσεις στη συγκοινωνία μέσων σταθερής τροχιάς).
Ο Γρηγόρης Καλφέλης είναι Καθηγητής της Νομικής Σχολής στο ΑΠΘ





