Είναι ευτύχημα που κατά τη διάρκεια των οκτώ τελευταίων ετών ο Νίκος Μπακόλας (1927-1999) έχει επανέλθει τρεις φορές στην εκδοτική επικαιρότητα: πρώτα με το μυθιστόρημα Η μεγάλη πλατεία (εκδ. Κέδρος, 2014), κατόπιν με τη νουβέλα Μην κλαις, αγαπημένη (εκδ. Σοκόλη, 2020) και τώρα με ένα ανέκδοτο, μεταθανάτιο μυθιστόρημα, υπό τον τίτλο Για τον έρωτα και μόνο (και πάλι από τις εκδόσεις Σοκόλη).

Νίκος Μπακόλας  – Για τον έρωτα και μόνο

Εισαγωγή Βενετία Αποστολίδου.

Εκδόσεις Σοκόλη, 2021,σελ. 192, τιμή 15,90 ευρώ

Αποτελεί κοινό μυστικό πως η πεζογραφία του Μπακόλα είναι, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το κρισιμότερο μέρος της, βυθισμένη στην Ιστορία, καλύπτοντας τουλάχιστον ογδόντα χρόνια του ελληνικού 20ού αιώνα (με εξακτινώσεις που φτάνουν ως το Βυζάντιο), και με ένα γεωγραφικό τοπίο το οποίο έχει ως προνομιακά σημεία αναφοράς την πόλη της Θεσσαλονίκης και την περιφέρεια της Μακεδονίας. Στην ιστορική ύλη του Μπακόλα δεν συμπλέκονται μόνο το συλλογικό με το ατομικό, αλλά και το πραγματικό με το πλασματικό, το οποίο κάποτε καταφεύγει και σ’ ένα στοιχείο μύθου ή θρύλου, ανοίγοντας έτσι ένα εσωτερικό παράθυρο προς τη ρευστότητα της γραφής και της ύπαρξης – ρευστότητα την οποία προκαλούν τόσο οι συνειρμικοί μονόλογοι των ηρώων όσο και η μετατροπή κάθε ανάκλησης του παρελθόντος σε θολή αντανάκλαση. Η ρευστότητα μπορεί να προσλάβει και τη μορφή ενός ρεαλισμού ποιητικής υφής, που θα βάλει στο λογοτεχνικό παιχνίδι του Μπακόλα τη ροή της συνείδησης και την παράδοση του αγγλοσαξονικού μοντερνισμού, από τον Τζέιμς Τζόις και τη Βιρτζίνια Γουλφ μέχρι τον Ουίλιαμ Φόκνερ.

Αν βάλουμε κάποιους περιορισμούς στην παρουσία της Ιστορίας, που προκύπτει μόνο μέσω κάποιων θραυσματικών (πλην κάθε άλλο παρά τυχαίων) παραπομπών στον Εμφύλιο, το Για τον έρωτα και μόνο, γραμμένο λίγο πριν από τον θάνατο του Μπακόλα, μοιάζει να επανακάμπτει ανασκοπικά στην πεζογραφική του παραγωγή, με ιδιαίτερη μνεία του Μην κλαις, αγαπημένη (1958), όπου η ερωτική περιπλάνηση μοιάζει με μια διαψευσμένη υπόθεση ανάστασης, εγκαινιάζοντας την αρχική συγγραφική του περίοδο: ένα σύνολο ελλειπτικών σπουδών πάνω στον έρωτα και στους διαφεύγοντες κόσμους του ονείρου.

Στο εισαγωγικό της σημείωμα για το μεταθανάτιο μυθιστόρημα του Μπακόλα η Βενετία Αποστολίδου ανιχνεύει πυκνά τις ερωτικές διαστάσεις στο σύνολο του έργου του: από τα διηγήματα των Εμβατηρίων (1972) και της Μυθολογίας (1977) μέχρι τα μυθιστορήματα Η μεγάλη πλατεία (1987), Η ατέλειωτη γραφή του αίματος (1996), Καταπάτηση (1990) και Μπέσα για μπέσα ή ο άλλος Φώτης (1998). Τι ακριβώς κάνει εδώ ο έρωτας; Μα, είναι έτοιμος να εκπέμψει ένα πολύτροπο σήμα: αποτυχημένος, περιπετειώδης και ταλαιπωρημένος ή οραματικός, διαπλάθεται συχνά μέσα σε μια ατμόσφαιρα παραίσθησης και παραληρήματος.

Στην ιστορική ύλη του Μπακόλα δεν συμπλέκονται μόνο το συλλογικό με το ατομικό, αλλά και το πραγματικό με το πλασματικό, το οποίο κάποτε καταφεύγει και σ’ ένα στοιχείο μύθου ή θρύλου

Διαχρονική αποτυχία

Το Για τον έρωτα και μόνο, που εκτυλίσσεται τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και στην Αθήνα, έχει ως πρωταγωνιστή του έναν εξηντάρη έμπορο, ο οποίος δεν κατόρθωσε ποτέ να ξεπεράσει την επιχειρηματική του μετριότητα ή αφάνεια, παραμένοντας παγιδευμένος σε έναν μίζερο, σκουντούφλη γάμο. Φτάνοντας στην ηλικία της ωριμότητας και των πικρών απολογισμών, ο ήρωας δοκιμάζει να ξεφύγει από το ασφυκτικό παρόν με ένα ταξίδι της μνήμης και των αισθήσεων σε τρεις έρωτες του παρελθόντος. Με τη διαφορά πως ένα τέτοιο ταξίδι δεν θα αργήσει να αποκαλύψει και πάλι μια διαψευσμένη υπόθεση ανάστασης (όπως υπενθυμίζω ότι συμβαίνει στο Μην κλαις, αγαπημένη). Και οι τρεις γυναίκες στις οποίες επιστρέφει ο έμπορος προκειμένου να διασκεδάσει την ηλικιακή του κρίση απέτυχαν κατά το παρελθόν να καλωσορίσουν την υπεραναπτυγμένη εσωστρέφεια και ευαισθησία του. Και οι τρεις θα τον αποπέμψουν και στο παρόν για τους ίδιους περίπου λόγους: ποιος θέλει την ανανέωση της επαφής (πολλώ δε μάλλον αν πρέπει να αντιμετωπίσει τα δικά του προβλήματα με την ηλικία) με κάποιον ο οποίος δυσκολεύεται τα μάλα να εκφράσει τα αισθήματά του, να βάλει σε μια ορισμένη τάξη τις επιθυμίες του και να αρθρώσει έναν λόγο με συνοχή και νόημα στον αγώνα για την προσέγγιση του άλλου;

Το μοναδικό επιστέγασμα με το οποίο μπορεί να ολοκληρωθεί μια πορεία εγκλωβισμένη στις διαταραχές, στις παραισθήσεις, στις φαντασιωτικές προβολές και στις απόπειρες αυτοκτονίας είναι η απουσία και η έκλειψη. Μόνο δι’ αυτού του τρόπου θα καταφέρει ο μονήρης ήρωας να βάλει ένα τέλος στον πολυετή ερωτικό βασανισμό του και να βρει μια διέξοδο που θα τον απαλλάξει από τους παρατεταμένους κλονισμούς του. Εύλογα, λοιπόν, και εύστοχα υπογραμμίζει στην εισαγωγή της η Αποστολίδου πως το βιβλίο συνοψίζει τη μακρά διαδρομή της πεζογραφίας του Μπακόλα, ταυτίζοντας τον έρωτα με τον πνιγηρό τερματισμό και με τον θάνατο.

Ενα σημερινό μήνυμα

Το Για τον έρωτα και μόνο θα μας υποδείξει πως το κύκνειο άσμα του Μπακόλα μπορεί να κοιτάζει κατάματα τον θάνατο, αλλά φέρνει ταυτοχρόνως στην επιφάνεια μια δέσμη πολλαπλών δεδομένων, που αποδεικνύουν την αφηγηματική του εμβέλεια και τη θεματική του διάρκεια: η φθορά και η παρακμή στα πρόθυρα του γήρατος (από τις μνήμες τους υποφέρουν τόσο οι τρεις γυναίκες εκτός γάμου όσο και η σύζυγος), η μυθιστορηματική διαλογικότητα (εκτός από τον ελεύθερο πλάγιο του κεντρικού ήρωα παρακολουθούμε τις φωνές της γυναίκας και ενός φίλου του ενόσω αποδομούν τις αυταπάτες του, σχεδόν γελοιοποιώντας τον), η ρευστοποίηση της καθημερινής πραγματικότητας (με ένα πλέγμα σκιωδών εκφάνσεων του εσωτερικού κόσμου), καθώς και η ρυθμική, οριακά μουσική εκφορά.

Κι όλα αυτά, ενσωματωμένα από δεκαετίες στο λογοτεχνικό corpus του Μπακόλα, θα προικίσουν ένα μυθιστόρημα γεννημένο προ τριάντα και πλέον ετών με μια απαραγνώριστα κλασική δύναμη. Επειδή ο έρωτας δεν σκοτώνει εν προκειμένω έναν παλιοκαιρίσιο λογοτεχνικό χαρακτήρα και άνθρωπο, αλλά εκπροσωπεί μια υπαρξιακή συνθήκη ικανή να σημαδέψει, με την αιώρηση της μοναξιάς και του κενού ή με το ανάμεικτο φάσμα του φόβου και του πάθους της για ζωή, την οποιαδήποτε εποχή, της δικής μας – εννοείται – συμπεριλαμβανομένης.