Νόμο του 2002 επιχειρεί να θέσει σε εφαρμογή η ηγεσία του υπουργείου Υγείας, βάσει του οποίου δίνεται το «πράσινο φως» για τη λειτουργία απογευματινών χειρουργείων στο πλαίσιο του ΕΣΥ – ακολουθώντας το παράδειγμα των επιτυχημένων στην πράξη απογευματινών ιατρείων.

Το φιλόδοξο αυτό σχέδιο, που βρίσκεται σε στάδιο επεξεργασίας, υπολογίζεται πως θα μειώσει σημαντικά τις λίστες αναμονής στις οποίες εγκλωβίζονται οι ασθενείς, ενώ παράλληλα θα ενισχύσει τα ταμεία των νοσοκομείων αλλά και των υγειονομικών. Εντούτοις, βασική προϋπόθεση για τη διενέργεια απογευματινών επεμβάσεων θα είναι να μην υπάρχει κενό στη λίστα των πρωινών χειρουργείων, βάζοντας έτσι «κόφτη» σε πιθανά φαινόμενα προκλητών καθυστερήσεων.

Ο ίδιος σχεδιασμός προβλέπει το κόστος του χειρουργείου, που θα τιμολογηθεί εκ νέου για κάθε επέμβαση, να καλύπτεται κατά 70% από τον ΕΟΠΥΥ και κατά 30% από τον ασθενή. Συνεπακόλουθα, το προσωπικό που θα εργάζεται τις απογευματινές ώρες – νοσηλευτές, τραυματιοφορείς κ.ο.κ. – θα λαμβάνουν συνολικά το 30% του ποσού που θα εισρέει στο ταμείο του νοσοκομείου, ενώ το ιατρικό προσωπικό θα αμείβεται απευθείας από τον ασθενή, με τον νομοθέτη, εντούτοις, να θέτει αυστηρά  όρια ως προς τα οικονομικά αιτήματα.

Παράλληλα, όμως, μέσω της συνεργασίας του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα και με στόχο να μπει ακόμη πιο βαθιά το… νυστέρι στους χρόνους αναμονής, η ηγεσία της οδού Αριστοτέλους οραματίζεται ένα ευέλικτο σύστημα που θα επιτρέπει να παραπέμπονται στον ιδιωτικό τομέα ασθενείς που χρειάζονται χειρουργείο, όπου υπάρχει μεγάλη λίστα αναμονής στο ΕΣΥ. Ωστόσο, όπως διευκρινίζεται, ο πολίτης δεν θα επιβαρύνεται επιπλέον.

Τι αλλάζει σε ΕΟΠΥΥ και ΠΦΥ

Σε κάθε περίπτωση, οι παρεμβάσεις που αναμένεται να περιληφθούν στα δύο νομοσχέδια, που φέρνουν αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας τους ΕΟΠΥΥ αλλά και της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (και εκτιμάται πως θα φτάσουν στη Βουλή έως το τέλος Απριλίου) δεν σταματούν εδώ. Πιο αναλυτικά, προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η συμμετοχή συμβεβλημένων με τον ΕΟΠΥΥ γιατρών στη λειτουργία του ΕΣΥ.

Ετσι, οποίος συμβάλλεται με τον Οργανισμό θα πρέπει – εφόσον προκύπτει ανάγκη στον τόπο επαγγελματικής δραστηριοποίησής του – να παρέχει υπηρεσίες στο δημόσιο σύστημα Υγείας. Σημειώνεται πως κενά διαπιστώνονται κυρίως στις δομές της περιφέρειας, με αποτέλεσμα ορισμένες κλινικές (ακόμη και «πρώτης γραμμής») να υπολειτουργούν. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι υπάρχουν γεωγραφικές περιοχές όπου στο νοσοκομείο υπηρετεί μόνον ένας παιδίατρος ή καρδιολόγος, ενώ την ίδια στιγμή προσφέρουν ιδιωτικά τις υπηρεσίες τους – στην ίδια περιοχή – 20 συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ. Ετσι, στις νέες τους συμβάσεις, οι ιδιώτες γιατροί θα πρέπει να συναινούν για εφημέρευση (π.χ. μία με δύο φορές τον μήνα) στο ΕΣΥ, εφόσον τους ζητηθεί, με μία «μικρή αμοιβή». Υπενθυμίζεται, δε, πως παράλληλα θα προβλέπονται και part time συμβάσεις για όσους ενδιαφέρονται – όπως συνέβη και κατά την περίοδο της υγειονομικής κρίσης.

«Gatekeeping»

Εν τω μεταξύ, το νομοσχέδιο για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας που βρίσκεται στο στάδιο της τελικής επεξεργασίας έχει στον πυρήνα του την εφαρμογή του μοντέλου του «gatekeeping»: Δηλαδή, o πολίτης θα έχει ως σημείο αναφοράς έναν θεράποντα ιατρό, ο οποίος θα κατευθύνει τον ασθενή στον ειδικό γιατρό ή τα νοσοκομεία, επιδιώκοντας έτσι την επιπλέον αποσυμφόρηση των νοσοκομείων. Ετσι, εφόσον τεθεί σε εφαρμογή, η ελεύθερη πρόσβαση θα αφορά πλέον μόνον τα επείγοντα των νοσοκομείων.