Κύριε πρόεδρε

Είμαι ο καθηγητής από το ΕΚΠΑ του οποίου το όνομα αναφέρατε ως αρχηγός τότε της αξιωματικής αντιπολίτευσης μαζί με το όνομα του κ. Συρίγου στην συζήτηση για τη βία στα πανεπιστήμια που διεξήχθη στη Βουλή των Ελλήνων το 2018. Από τότε βέβαια άλλαξαν πολλά πράγματα. Ο κ. Τσίπρας δεν είναι πια πρωθυπουργός και ο κ. Συρίγος είναι πλέον βουλευτής και υφυπουργός Παιδείας. Εγώ πάλι είμαι ό,τι ανέκαθεν ήμουν. Ένας άνθρωπος που, παρά τις αδυναμίες του, προσπαθεί να βρεί το σωστό χωρίς κομματικές παρωπίδες ή πολιτικές εξαρτήσεις.

Με αυτή την ιδιότητα λοιπόν κ. πρωθυπουργέ του δάσκαλου που αγωνίζεται να είναι υπεράνω κομμάτων και σκοπιμοτήτων, θέλω να σας επισημάνω τρία σημεία τα οποία θεωρώ υψίστης σημασίας όχι μόνο για τα κακώς κείμενα στην παιδεία αλλά και γενικότερα για τη μοίρα του τόπου. Επειδή η παιδεία επ’ ουδενί επιτρέπεται να γίνεται πεδίο κομματικής αντιπαράθεσης ή εύκολη σπέκουλα μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων. Επειδή αυτή ακριβώς η παιδεία είναι η πιο πολύτιμη παρακαταθήκη πού μπορούμε να κληροδοτήσουμε στο μέλλον. Είναι θέμα εθνικής επιβίωσης.

1. Καταρχάς πιστεύω πως καμία, ουσιαστική μεταρρύθμιση στην παιδεία δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ευρύτερη, πολιτική συναίνεση και χωρίς την ομόθυμη συνεργασία της ακαδημαϊκής κοινότητας. Και των καθηγητών και των φοιτητών. Μία τόσο βαρυσήμαντη, πολιτική παρέμβαση απαιτεί και την ανάλογη, πολιτική μεθόδευση. Αν επιθυμούμε ουσιαστικά αποτελέσματα. Έχω ως εκ τούτου την οδυνηρή αίσθηση ότι η υπουργός σας, η κ. Κεραμέως, οιστρηλατημένη από τον ενθουσιασμό νεοφωτίστου, είναι μάλλον ακατάλληλη, παρά την φιλοτιμία και τα λοιπά της προσόντα, να επιτύχει αυτή τη συναίνεση και να προωθήσει λύσεις που θα έχουν διάρκεια στο χώρο της παιδείας. Αυτή τη στιγμή, αν επιθυμείτε να επιτευχθεί ένα στοιχειώδες βήμα εξέλιξης, ο υπουργός Παιδείας πρέπει να είναι ένα πρόσωπο που να χαίρει τόσο της εμπιστοσύνης της ακαδημαϊκής κοινότητας τόσο του ευρύτερου, πολιτικού φάσματος. Αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας. Ας παίζουν άλλοι με την παιδεία κι ας προσπορίζονται θνησιγενή, ψηφοθηρικά οφέλη, μην το κάνετε κι εσείς. Η κ. Κεραμέως έχει δυσαρεστήσει όλους τους εργαζόμενους στην παιδεία, από την πρωτοβάθμια ως την τριτοβάθμια, έχει αφήσει ζητήματα λειτουργίας των σχολείων και των πανεπιστημίων να χρονίζουν, έχει πολιτευτεί φαβοριτικά μόνο για τον ιδιωτικό τομέα και έχει φερθεί απαξιωτικά προς τους έντιμους εκπαιδευτικούς οι οποίοι πάντως αποτελούν την πλειονότητα του κλάδου και αγωνίζονται κάτω από αντίξοες συνθήκες ώστε να φέρουν εις αίσιο πέρας την αποστολή τους. Αντιτιθέμενοι συχνά προς το διαχρονικό σκάνδαλο που λέγεται ΟΛΜΕ.

2. Αποτελεί κατά την άποψη μου πολιτικό και επικοινωνιακό σας λάθος η μεθόδευση της ασφάλειας – στην ουσία αστυνόμευσης – των πανεπιστημίων. Θα ήμουν ο τελευταίος που θα αρνιόταν την ύπαρξη του πολύ σοβαρού προβλήματος με τη βία στα ΑΕΙ. Φαντάζομαι εσείς, τουλάχιστον, το γνωρίζετε. Είναι κάτι που καταγγέλλω σταθερά και με στοιχεία από την πρώτη στιγμή που βρέθηκα ως διδάσκων στο Πανεπιστήμιο. Όμως πιστεύω πώς η υπάρχουσα νομοθεσία είναι υπεραρκετή για να πατάξει τις έκνομες ενέργειες που σποραδικά συμβαίνουν, αρκεί βέβαια να εφαρμοστεί άμεσα και χωρίς εξαιρέσεις. Έχει ειπωθεί πολλές φορές κ. πρωθυπουργέ πως δεν είναι η έλλειψη των νόμων αλλά η μη εφαρμογή τους αυτή που δημιουργεί τα ποικίλα προβλήματα. Ήδη με το νόμο Διαμαντοπούλου αλλά και με τις δικές σας νομοθετικές παρεμβάσεις η προστασία του ασύλου, δηλαδή της ακαδημαϊκής ελευθερίας, έχει κατοχυρωθεί ώστε κάθε αξιόποινη ενέργεια  να πατάσσεται με αυτόματες διαδικασίες. Ο νέος νόμος έχει πολλά θετικά στοιχεία όπως το αυτονόητο ως προς τη βάση εισαγωγής και το ξεκαθάρισμα των λεγόμενων «αιωνίων» φοιτητών και των μεσοβέζικων λύσεων περί «ήσσονος προσπάθειας», «μεταφοράς μεταφερομένου» κλπ. όμως όλα αυτά είναι μάλλον διαδικαστικά ζητήματα και δεν υπεισέρχονται στον πυρήνα της βαθιάς κρίσης της ακαδημαϊκής μας εκπαίδευσης. Δηλαδή του εντελώς παρωχημένου πολλών από τα  επιστημονικά αντικειμένα που διδάσκονται σήμερα στα ΑΕΙ, της απόλυτης απαξίωσης των πτυχίων της μαζικής παραγωγής και της βιομηχανίας των διδακτορικών άνευ ουσίας. Κυρίως όμως της έλλειψης διεπιστημονικών και διασχολικών, ερευνητικών προγραμμάτων ώστε να προκύψουν νέες, επιστημονικές δυνατότητες – αυτό δηλαδή που συμβαίνει στα μεγάλα πανεπιστήμια του κόσμου – και ο ριζοσπαστικός εκσυγχρονισμός της ακαδημαϊκής έρευνας η οποία θα φέρει κοντύτερα τους πτυχιούχους μας και στην παραγωγική διαδικασία αλλά και στην επιστημονική πρωτοπορία (Παράδειγμα Φινλανδίας).

Ειλικρινά κ. πρωθυπουργέ είναι δυνατόν να πιστεύετε πώς ένα αστυνομικό σώμα ασφαλείας των πανεπιστημίων, ενταγμένο στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, μπορεί να έχει λόγο ύπαρξης στα ελληνικά ΑΕΙ με την γνωστή παράδοση τους και να μη δημιουργεί συνέχεια συγκρούσεις και αιτίες  ανατροπής της ομαλής, ακαδημαϊκής ζωής;  Είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται τα, υπαρκτά όντως, προβλήματα ασφαλείας με «αστυνομικά» μέτρα και με γραμμικό και άνωθεν τρόπο, χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψη οι ιδιαιτερότητες του κάθε ανώτατου, εκπαιδευτικού Ιδρύματος της χώρας; Μπορεί να εξισώνονται, ας πούμε, τα προβλήματα του Μετσόβιου με το Ιόνιο πανεπιστήμιο ή το Πανεπιστήμιο Κρήτης; Του Αριστοτελείου με το πανεπιστήμιο Πελοποννήσου που είναι διάσπαρτο σε μία σειρά πόλεων; Αν θέλετε κ. πρωθυπουργέ μια ακόμα ομάδα επικίνδυνων αργόσχολων όπως οι αλήστου μνήμης αγροφύλακες του κ. Πολύδωρα για ν’ αποσπάσετε το εύκολο χειροκρότημα ενός κομματικού ακροατηρίου, έχετε  επιτύχει απόλυτα. Συγχρόνως όμως θα έχετε αναστήσει, με άγνωστες συνέπειες, το «ρωμαλέο, φοιτητικό κίνημα» που θα έλεγε κι ο κ. Γαβρόγλου τερματίζοντας τελεσίδικα κάθε έννοια αυτοτέλειας των ΑΕΙ. Μόνο άνθρωποι που έχουν άγνοια του τι συμβαίνει στα ελληνικά πανεπιστήμια, μπορούν να προωθούν τέτοιες λύσεις. Και παράλληλα να οπλίζουν την προσώρας παροπλισμένη αριστερά με νέα επιχειρήματα ριζοσπαστικοποιώντας συγχρόνως τη μεγάλη μάζα των φοιτητών πού είναι – δυστυχώς – και αδιάφορη και απολιτική. Νομίζω ότι έτσι σπέρνουμε θύελλες και θέτουμε εν κινδύνω την ομαλότητα όχι μονάχα στην πρωτεύουσα αλλά και σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας. Γιατί αυτό ακριβώς επιζητούσαν οι δυνάμεις της ανωμαλίας: μία ευκαιρία για να βρίσκονται καθημερινά στους δρόμους. Και τους την δίνουμε.

‌3. Μα δεν πρέπει να παταχθεί η βία στα πανεπιστήμια; Ασφαλώς και πρέπει και μάλιστα άμεσα αλλά όμως όχι χωρίς τη συνέργεια των πρυτανικών αρχών και των ακαδημαϊκών θεσμών. Εκτός και αν ξεχνάμε ότι τα ΑΕΙ είναι αυτοδιοικούμενοι οργανισμοί. Κι αν υπάρχουν πρυτανικές αρχές κατώτερες των περιστάσεων, φροντίστε θεσμικά να εκλέγονται οι καταλληλότεροι. Εφαρμόστε δηλαδή εν τοις πράγμασι αξιοκρατία. Ένα σώμα προστασίας των ακαδημαϊκών ελευθεριών – δυστυχώς στην εποχή μας κ. πρωθυπουργέ οι λέξεις έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα – θα έπρεπε να υπάγεται αφενός στο υπουργείο Παιδείας και βέβαια να καθοδηγείται απολύτως από τις πρυτανικές αρχές. Διαφορετικά θα προκληθούν μικροί εμφύλιοι ακόμα και στα πιο ήσυχα ΑΕΙ της χώρας. Οι γνωστοί-άγνωστοι, οι οργανωμένες και αδίστακτες μειοψηφίες, καιροφυλακτούν για να δημιουργήσουν την πρώτη, σοβαρή αμφισβήτηση της κυβέρνηση σας. Αντιλαμβάνομαι ότι λόγοι περί ασφαλείας και περί πατάξεως της βίας στα ΑΕΙ ηχούν πολύ θετικά στα αυτιά των ψηφοφόρων σας από το Σουφλί ως στην Ιεράπετρα. Όπως και σε ένα μεγάλο μέρος της συντηρητικής, ελληνικής κοινωνίας. Κι αν πρέπει να σας εξομολογηθώ κάτι, όχι άδικα. Η ευθύνη ημών των πανεπιστημιακών είναι τεράστια, αυτό όμως δεν σάς απαλλάσσει από τις δικές σας. Άνθρωποι, βέβαια, που δεν έχουν ιδέα του τι είναι και πως δουλεύουν τα πανεπιστήμια, ενδεχομένως να σας χειροκροτήσουν για την πυγμή την οποία επιδεικνύετε και να σας προσφέρουν ψήφους. Όμως στην ουσία δεν θα έχετε λύσει κανένα πρόβλημα. Αντιθέτως θα έχετε επισωρεύσει περισσότερα. Τί πρέπει να γίνει; Να διεκδικήσετε ευρύτατη συναίνεση, να επιμείνετε σ’ έναν διάλογο εφ’ όλης της ύλης και με τα κόμματα και με την ακαδημαϊκή κοινότητα προτάσσοντας τις αναγκαίες μεταβολές στην ουσία της ακαδημαϊκής λειτουργίας και την  ανανέωση τον πανεπιστημίων μας. Τα οποία λειτουργούν σήμερα περισσότερο υπέρ των καθηγητών και των τοπικών κοινωνιών και όχι υπέρ των φοιτητών και της επιστημονικής τους ανέλιξης. Η εξίσωση: πρόοδος, ανάκαμψη και υψηλού επιπέδου παιδεία, αποτελούν μονόδρομο. Αντί της αστυνομίας λοιπόν επιδιώξτε να φέρετε στα πανεπιστήμια την ανατροπή και τη δημιουργική ανανέωση. Τη σύγκλιση, τον διάλογο και τον εξορκισμό του φανατισμού από όπου κι αν προέρχεται. Την τέχνη ακόμα, γιατί όχι, όπως πράττουμε εμείς στην Φιλοσοφική Σχολή του ΕΚΠΑ ανοίγοντας το ίδρυμα στο ευρύτερο κοινό. Τότε η προσφορά σας στην πατρίδα θα είναι τεράστια.

Ο κ. Μάνος Στεφανίδης είναι Ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ.