«Τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι πολύ σημαντικά για την Τουρκία για διάφορους λόγους. Οι οικονομικές δυσκολίες, σε κανονικές συνθήκες, θα απέτρεπαν κάποια εξωτερική περιπέτεια. Επειδή ο κ. Ερντογάν δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει εκλογές και να συνταξιοδοτηθεί πολιτικά όπως κάποιος άλλος φυσιολογικός ηγέτης, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να μπει στον πειρασμό μιας εξωτερικής περιπέτειας. Δεν είναι το πιθανότερο, αλλά είναι ένα σενάριο που οι ελληνικές υπηρεσίες λαμβάνουν πολύ σοβαρά υπόψη» δηλώνει στο «Βήμα» ανώτερος έλληνας αξιωματούχος.

Το χαμηλό βαρομετρικό στα Ελληνοτουρκικά – διπλωμάτες μιλούν για αρκετά βαρύ κλίμα – γεννά το ερώτημα: Θα κάνει η Αγκυρα «το απονενοημένο» και αν ναι, ποιο πεδίο θα επιλέξει; Τη νέα χρονιά η Ελλάδα αναμένεται να αντιμετωπίσει πολλές και σύνθετες απειλές ασφαλείας. Το εγγύς παρελθόν είναι ενδεικτικό. Η εργαλειοποίηση του Μεταναστευτικού από την Τουρκία (Μάρτιος 2020) στον Εβρο συμπίπτει με το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού. Το θέρος του ίδιου έτους υπήρξε μακρά ελληνοτουρκική κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο που λίγο έλειψε να γίνει «θερμή» λόγω και της επιθετικής πολιτικής της Αγκυρας. Οι σύγχρονες προκλήσεις «διεύρυναν» την έννοια της ασφάλειας. Οι καταστροφές που προκλήθηκαν από κακοκαιρίες (π.χ. «Ιανός») και οι μεγάλες πυρκαγιές του περασμένου καλοκαιριού υπερτόνισαν τον παράγοντα της κλιματικής κρίσης. Ωστόσο, για την Αθήνα βασική απειλή ασφαλείας και το 2022 παραμένει η Τουρκία.

Momentum ήταν και πάει

Το 2021 ξεκίνησε με κάποια αισιοδοξία. Η επανέναρξη των διερευνητικών επαφών μετά το πενταετές τέλμα θεωρήθηκε αφετηρία για ομαλοποίηση. Προϊόντος του χρόνου, η πορεία των διερευνητικών συνομιλιών και εν γένει των Ελληνοτουρκικών δεν ήταν η επιθυμητή. Η συνάντηση τόσο των Κυριάκου Μητσοτάκη και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν όσο και οι συναντήσεις των υπουργών Εξωτερικών, Νίκου Δένδια και Μεβλούτ Τσαβούσογλου, δεν κατάφεραν να διατηρήσουν το όποιο momentum.

Παλιό «χαρτί»

Η διάθεση της Τουρκίας να οξύνει την κατάσταση είναι σαφής. Μέσω του μόνιμου αντιπροσώπου της στον ΟΗΕ, Φεριντούν Σινιρίογλου, αλλά και διά στόματος αξιωματούχων της, επιμένει να συνδέει την κυριαρχία των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και των Δωδεκανήσων με το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησής τους. Το συγκεκριμένο επιχείρημα δεν είναι καινούργιο, όμως εσχάτως η Αγκυρα το «ανέβασε» ιδιαίτερα. Επί καθημερινής βάσεως, ταυτόχρονα, ο υπουργός Αμυνας, Χουλουσί Ακάρ, ο κ. Τσαβούσογλου και άλλοι υψηλόβαθμοι επιτίθενται στην Ελλάδα.

Αρμόδιες πηγές εξηγούσαν στο «Βήμα» ότι η Τουρκία επιδιώκει να φορτώσει τη διμερή ατζέντα με όσο το δυνατόν περισσότερα ζητήματα. «Χρησιμοποιεί με επαναλαμβανόμενο τρόπο επιχειρήματα προσπαθώντας να δημιουργήσει εντυπώσεις σε διεθνές επίπεδο, ελπίζοντας ότι αν η Ελλάδα καθίσει στο τραπέζι με ανοιχτή ατζέντα, κάποια από τα ζητήματά της θα ικανοποιηθούν». «Δεν πρόκειται να καθίσουμε στο τραπέζι με ανοιχτή ατζέντα» συνέχιζαν οι ίδιες πηγές.

Το 2022 τι;

Τα δεδομένα δεν προμηνύουν θετικούς οιωνούς στα Ελληνοτουρκικά το 2022. Αν και η Αθήνα θα επιθυμούσε τον διάλογο, οι συνθήκες (που διαμορφώνει η Αγκυρα) δεν βοηθούν.

«Οταν απέναντι δεν έχεις κάποιον που καλόπιστα, στα πλαίσια της λογικής και του διεθνούς δικαίου, συζητά τη λύση σε ένα πρόβλημα αλλά κάποιον που διεκδικεί πάρα πολλά πράγματα, η όποια διαπραγμάτευση – όσο καλή και αν είναι η διάθεση της δικής μας πλευράς – είναι δύσκολη. Αν δεν μετριαστούν οι απαιτήσεις και δεν επικεντρωθούμε στα ζητήματα οριοθέτησης, όσο η Τουρκία θέτει μια σειρά από άλλα ζητήματα, η όποια ουσιαστική συζήτηση θα γίνεται πάρα πολύ δύσκολα» υπογράμμιζαν αρμόδιες πηγές.

Πεδία της κρίσης

Ποιο θα μπορούσε να είναι το θέατρο μιας νέας ελληνοτουρκικής κρίσης; Στην Αθήνα μελετούν και επεξεργάζονται διάφορα σενάρια. Το πιθανότερο «κακό σενάριο», σύμφωνα με καλά ενημερωμένες πηγές, θα ήταν μια επανάληψη των προβλημάτων στην Ανατολική Μεσόγειο, «ενδεχομένως τροποποιημένη, ίσως στην πλευρά του τουρκολιβυκού συμφώνου. Λαμβάνοντας υπόψη και τη συνεχιζόμενη αστάθεια στη Λιβύη». Σταθερά, βέβαια, της διεκδικητικής τουρκικής πολιτικής αποτελεί η ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας. «Στη φάση αυτή ας θεωρήσουμε απίθανο ότι ο Ερντογάν θα επιλέξει να οδηγήσει ξανά στην ένταση που βιώσαμε από τον Αύγουστο έως τον Νοέμβριο του 2020. Θα επικεντρωθεί στην Κύπρο με αφορμή τις νόμιμες έρευνες που άρχισε ήδη η EXXON-Mobil στο τεμάχιο 10 της κυπριακής ΑΟΖ. Πιο πιθανά σημεία τουρκικού ενδιαφέροντος είναι τα τεμάχια που έχει η γαλλική εταιρεία TOTAL» εκτιμά στο «Βήμα» ο υφυπουργός Παιδείας και καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής, Αγγελος Συρίγος.

«Διασταυρώσεις» και επέκταση

Οι ελληνικές ενέργειες σε συνδυασμό με την αστάθεια στη Λιβύη κατέστησαν αδρανές το τουρκολιβυκό μνημόνιο το οποίο υπέγραψε η Αγκυρα (27 Νοεμβρίου 2019) με την τότε διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Λιβύης. Απώτερος στόχος της Αθήνας είναι η πλήρης κατάργησή του.

«Η Ελλάδα συνάπτοντας συμφωνία οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ με την Αίγυπτο έχει κατοχυρώσει τα κυριαρχικά δικαιώματά της στη θαλάσσια περιοχή όπου η Τουρκία επιχείρησε να τα εξουδετερώσει με το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο» εξηγεί στο «Βήμα» ο Πέτρος Λιάκουρας. Σύμφωνα με τον καθηγητή Διεθνούς Δικαίου, η χώρα μας δεν δεσμεύεται από το τουρκολιβυκό μνημόνιο, ωστόσο η ακύρωσή του «μπορεί να εγερθεί μόνον από τους συμβαλλόμενους για τους λόγους που προβλέπονται στο Δίκαιο των Συνθηκών. Εάν όμως η Ελλάδα προσφύγει από κοινού με τη Λιβύη, όταν αποκτήσει κυβέρνηση, στη διεθνή δικαιοσύνη, για την περιοχή μεταξύ των αντικείμενων ακτών, η δικαστική απόφαση οριοθέτησης θα είναι δεσμευτική. Η Λιβύη, εφόσον έχει συμφωνήσει με το συνυποσχετικό ότι θα εφαρμόσει την απόφαση, θα αποχωρήσει από το παράνομο μνημόνιο».

Η εντύπωση που επικρατεί στην Αθήνα είναι ότι η Τουρκία θα επιδιώξει να επεκταθεί μέσω των θαλασσίων ζωνών και όχι με εδαφικές αλλαγές. «Εχοντας απέναντί της όχι τη Συρία ή κάποια αδύναμη χώρα, είναι δύσκολο να μιλήσουμε για εδαφικές αλλαγές. Δεν το επιτρέπει ούτε η ισορροπία δυνάμεων, ούτε η θέση της Ελλάδος σε ΕΕ και ΝΑΤΟ. Ακόμα και αν αυτό ήταν μια ενδόμυχη σκέψη, είναι ένα σενάριο που στην πράξη είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί» επισημαίνεται.

Εξισορρόπηση

Η Ελλάδα, πάντως, συνεχίζει σταθερά την πολιτική εσωτερικής και εξωτερικής εξισορρόπησης της Τουρκίας. Η αγορά 18+6 μαχητικών Rafale, των γαλλικών φρεγατών Belh@rra και πιθανότατα των κορβετών (κινήσεις που αναβαθμίζουν καίρια το Πολεμικό Ναυτικό), αλλά και η αναβάθμιση των F-16, θεωρείται ότι εξισορροπούν το ισοζύγιο της στρατιωτικής ισχύος. Ωστόσο, ένας ανταγωνισμός εξοπλισμών είναι απευκταίος.

Οσον αφορά τις σχέσεις με τρίτες χώρες παρατηρείται μια αλλαγή νοοτροπίας. «Δεν υπάρχει μια προσέγγιση περί παιγνίου μηδενικού αθροίσματος όπως στο παρελθόν. Το ότι μια χώρα αναπτύσσει σχέσεις με μια άλλη δεν σημαίνει ότι αυτό γίνεται σε βάρος των σχέσεών τους με εμάς. Η Ελλάδα δεν έχει κανέναν λόγο να χαρίσει στην Τουρκία χώρες όπως το Κατάρ και το Αζερμπαϊτζάν. Με όλους υπάρχει ένα περιθώριο ανάπτυξης σχέσεων, μικρότερο ή μεγαλύτερο» τονίζεται.

Παράλληλα, έχοντας κομβικό ρόλο σε σχήματα στενών συνεργιών και συμμαχιών στην Ανατολική Μεσόγειο (με Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο, Ιορδανία κ.λπ.) αλλά και ευρύτερα (Γαλλία, ΗΠΑ, ΗΑΕ), η Αθήνα ενισχύει την αποτρεπτική της ισχύ και τον ηγετικό ρόλο που επιθυμεί να έχει στην περιοχή. «Στόχος είναι η Ελλάδα να είναι ενεργός παίκτης, μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος, πάροχος ασφαλείας, σε συνεργασία κατά περίπτωση με τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, ή διμερώς ή τριμερώς με εταίρους όπως η Αίγυπτος ή το Ισραήλ» λένε αρμόδιες πηγές.

Στο πλαίσιο αυτό, υπό την ηγεσία του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, στρατηγού Κωνσταντίνου Φλώρου, «τρέχει» έντονα η στρατιωτική διπλωματία με κράτη ενδιαφέροντος σε Μέση Ανατολή και Βαλκάνια. Ιδιαίτερα με την Αίγυπτο – την οποία η Τουρκία επιχειρεί να επαναπροσεγγίσει – οι στρατιωτικοί δεσμοί βρίσκονται σε υπέρτατο σημείο. Η «κεντρική ιδέα» που επικρατεί στο ΓΕΕΘΑ απορρέει αυτοπεποίθηση. «Οι Ενοπλες Δυνάμεις φτιάχνουν τον δικό τους μεσομακροπρόθεσμο σχεδιασμό, με όραμα, συνεχή προσπάθεια και σιγουριά. Μικρές και μεγάλες νίκες είναι αποτέλεσμα ορθού σχεδιασμού και εμμονής στον σκοπό» υποστηρίζουν στρατιωτικές πηγές.

Οι πιθανοί τρόποι επίλυσης των διαφορών

Διάλογος, διαιτησία και πόλεμος ήταν σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή οι πιθανοί τρόποι επίλυσης των Ελληνοτουρκικών. «Το πρόβλημα είναι ότι καλούμαστε να συνομιλήσουμε με την Τουρκία επί θεμάτων που η ίδια εφευρίσκει και θέτει μονομερώς χωρίς οποιαδήποτε λογική βάση» λέει ο κ. Συρίγος. Οπως εξηγεί, η Τουρκία έχει μια συγκεκριμένη αντίληψη για τη γεωστρατηγική θέση της, η οποία «την επηρεάζει τόσο πολύ που δεν έχει οποιαδήποτε διάθεση να συζητήσει έστω και κατ’ επίφαση, όπως έκανε στο παρελθόν». Γι’ αυτό εκτιμά ότι η γειτονική χώρα δεν πρόκειται να αλλάξει σύντομα στάση και να «συζητήσει εποικοδομητικά».

Για τον κ. Λιάκουρα, από την άλλη, ο διάλογος είναι «εκ των ων ουκ άνευ σε όλες τις φάσεις» και το μόνο μέσο κατοχύρωσης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. «Δεν είναι η αποτροπή. Η έλλειψη διαλόγου επιτρέπει στην Τουρκία να διαστρεβλώνει προθέσεις της Ελλάδας όπως την εξυπηρετεί για να δικαιολογεί μονομερείς ενέργειες και συνεπώς εντάσεις. Δεν συρόμαστε σε διάλογο, αναλαμβάνουμε την πρωτοβουλία να προχωρήσουν οι δύο χώρες σε αυτό που το δίκαιο της θάλασσας προβλέπει καταδεικνύοντας ότι η Ελλάδα όχι μόνο δηλώνει ότι το ακολουθεί αλλά και ότι το γνωρίζει».

Δαίμονας

«Ανάμεσα σε έναν δαίμονα που γνωρίζω και έναν που δεν γνωρίζω προτιμώ τον πρώτο» συνηθίζουν να λένε οι διπλωμάτες. Εν προκειμένω, το «ερώτημα του ενός εκατομμυρίου» αφορά τη μετά Ερντογάν εποχή. Τι θα είναι καλύτερο για την Ελλάδα; Οπως λένε οι αρμόδιοι επιτελείς, ένα είναι το δεδομένο. «Οποτε και αν φύγει ο Ερντογάν, θα αφήσει μια κληρονομιά σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, τη λογική της “Γαλάζιας Πατρίδας” και της μεγάλης περιφερειακής δύναμης, από την οποία κανένας διάδοχός του, από όποιον χώρο και αν προέρχεται, δεν θα μπορεί εύκολα να αποκλίνει».