Πολύ συχνά – και πάντως συχνότερα από ό,τι το αντίθετο – τα σενάρια που κάνουν ΜΜΕ, αναλυτές και πάσης φύσεως ειδικοί στο τέλος κάθε χρονιάς αναφορικά με το τι θα συμβεί την επόμενη, έρχεται η ζωή για να τα κάνει… πατσαβούρα και να τα πετάξει στο καλάθι των αχρήστων της ιστορίας. Η περίπτωση της Covid-19, από την ξαφνική εμφάνισή της μέχρι την «άρνησή» της να εξαφανιστεί από τις ζωές μας ή, έστω, να υπακούσει στα μαθηματικά μοντέλα που καταστρώνουν κυβερνήσεις και υγειονομικές Αρχές, πιθανότατα θα έχει πείσει και τους πλέον δύσπιστους πως έτσι ακριβώς έχουν τα πράγματα.

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ορισμένα δεδομένα τα οποία δεν μπορούν να παραγνωριστούν, τόσο στην οικονομία όσο και στη γεωπολιτική. Είναι δε εκείνα που, με βάση τον νόμο των πιθανοτήτων και την ιστορική εμπειρία, καθιστούν κάποια σημεία του πλανήτη πιο επικίνδυνα από άλλα για να ξεσπάσει η επόμενη μεγάλων διαστάσεων πολεμική σύγκρουση. Τρία από αυτά, αναμφίβολα, είναι η Ανατολική Ουκρανία και η Μαύρη Θάλασσα, τα Στενά της Ταϊβάν και ο Περσικός Κόλπος. Χωρίς να αποκλείεται, μάλιστα, το σενάριο μιας παράλληλης και τριπλής «έκρηξης», το οποίο προφανώς θα φέρει την ανθρωπότητα ενώπιον του εφιάλτη ενός Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου.

«Ετοιμαστείτε για το 2022, το έτος του ζην επικινδύνως», σημείωνε σε πρόσφατη ανάλυσή του ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Atlantic Council, Φρέντερικ Κέμπε, υπό τον γενικό τίτλο «Οι προκλήσεις του επόμενου έτους θα είναι οι πιο σοβαρές εδώ και δεκαετίες – Ο Μπάιντεν οφείλει να προετοιμαστεί γι’ αυτές». Το γνωστό ινστιτούτο εξηγεί τι ακριβώς εννοεί: «Πολλές από τις πιο σημαντικές κατακτήσεις του κόσμου στη μεταπολεμική εποχή θα δοκιμαστούν. Η ασφάλεια της Ευρώπης και της Ασίας, η αντοχή της δημοκρατικής διακυβέρνησης, η επέκταση των ανοιχτών αγορών, το απαραβίαστο των ατομικών δικαιωμάτων και η βεβαιότητα της προόδου του ανθρώπου – όλα είναι υπό αμφισβήτηση».

Και συνεχίζει, επικεντρώνοντας ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα διλήμματα που θα αντιμετωπίσουν και τα καθήκοντα μπροστά στα οποία θα βρεθούν: «Ποτέ άλλοτε, στα τριάντα χρόνια από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου μέχρι σήμερα, ένας αμερικανός πρόεδρος δεν έχει εισέλθει σε μια νέα χρονιά ευρισκόμενος απέναντι σε ένα τόσο εκρηκτικό μείγμα γεωπολιτικής και εσωτερικής αβεβαιότητας, πλευρές που είναι αλληλοσυνδεδεμένες με τρόπο που να παραπέμπει σε έναν Γόρδιο Δεσμό, τον οποίο μπορεί να λύσει μόνο η αποφασιστική δράση».

Η μεγάλη τους ευκαιρία; Πού βρίσκεται, όμως, η πραγματική αιτία που γέννησε το παραπάνω εκρηκτικό μείγμα; Ο Κέμπε εξετάζει το ενδεχόμενο «οι ηγέτες της Κίνας, της Ρωσίας και του Ιράν να θεωρούν το 2022 ως την καλύτερη συγκυρία για να προωθήσουν τις γεωπολιτικές τους φιλοδοξίες». Ο ίδιος, ωστόσο, αναγνωρίζει πως το μεγαλύτερο πρόβλημα αφορά τον «κυκεώνα των αβεβαιοτήτων που περιβάλλουν τις Ηνωμένες Πολιτείες». Κι αυτό διότι, όπως σημειώνει, «αντίπαλοι και εχθροί αναρωτιούνται ταυτόχρονα τόσο για την εσωτερική μας συνοχή όσο και για την ικανότητα και την προθυμία μας να δρούμε εκτός των συνόρων».

«Η συγκολλητική ουσία που κράτησε το παγκόσμιο σύστημα ενιαίο κατά το μεγαλύτερο μέρος της περιόδου που ακολούθησε τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο – οι ΗΠΑ – μοιάζει πλέον να είναι αδρανής», εκτιμά, προσπαθώντας να περιγράψει τη μεγαλύτερη από τις αλλαγές που συντελούνται στον πλανήτη, πλην της κλιματικής κρίσης.

Δεν πρόκειται, φυσικά, για κάποια διαπίστωση η οποία είναι καινοφανής. Εδώ και αρκετά χρόνια (αν όχι δεκαετίες), άλλωστε, είχαν προβλεφθεί από πολλούς οι μεγάλες ανακατατάξεις, με τη μετατόπιση του κέντρου βάρους στο παγκόσμιο οικοδόμημα από τη Δύση προς την Ανατολή. Η ραγδαία ενίσχυση πρωτίστως της Κίνας, αρχικά οικονομική και στη συνέχεια γεωπολιτική, ήταν εμφανές ότι θα σήμαινε και το τέλος της εποχής της μιας και μοναδικής παγκόσμιας υπερδύναμης. Οπως δε συμβαίνει πάντα σε παρόμοιες ιστορικές περιόδους, τέτοιου είδους αλλαγές είναι αδύνατο να συντελεστούν ειρηνικά και μέσω διαλόγου και αμοιβαία αποδεκτών συμφωνιών.

Με άλλα λόγια: εάν οι «ισχυροί» της εποχής δεν μετρήσουν τις δυνάμεις τους και δεν καταδειχθεί, πέραν αμφισβήτησης, ποιος (ή ποιοι) έχουν το πάνω χέρι, τότε είναι πρακτικά αδύνατο να υπάρξει μια νέα τάξη πραγμάτων, αλλά και να δημιουργηθούν οι θεσμοί που θα τη σφραγίσουν. Κι αυτό παρά το ότι το ξεκαθάρισμα λογαριασμών δεν θα γίνει αναγκαστικά με τον ίδιο τρόπο και τις ανάλογες μεθόδους που ακολουθήθηκαν στο παρελθόν, ενώ ουδείς μπορεί να προβλέψει ακριβώς πότε, πού και πώς θα ανάψει η «σπίθα».

Η «εσωτερική αστάθεια» στις ΗΠΑ

Οσο για την «εσωτερική αστάθεια» στις ΗΠΑ, την οποία διαπιστώνουν ολοένα περισσότεροι, αναμφίβολα έχει άμεση σχέση με τις αλλαγές που συντελούνται και τον νέο ρόλο που καλείται να διαδραματίσει η μέχρι σήμερα μοναδική παγκόσμια υπερδύναμη – τον οποίο ακόμη δεν έχουν προσδιορίσει. Αντικατοπτρίζει, κατά κάποιον τρόπο, τις εσωτερικές «ωδίνες» που συνοδεύουν τη γέννηση της νέας εποχής, την οποία επίσης κανείς δεν είναι σε θέση να περιγράψει ακόμη.

Φαίνεται, πάντως, πως ο Μπάιντεν αναγνωρίζει την κρισιμότητα της κατάστασης. Οπως δήλωσε τον περασμένο Μάρτιο, δύο μήνες μετά την επίσημη ανάληψη της προεδρίας, «ο κόσμος μας βρίσκεται σε σημείο ανάφλεξης. Η παγκόσμια δυναμική έχει μετατοπιστεί. Νέες κρίσεις απαιτούν την προσοχή μας».

Από την πλευρά του, ο Κέμπε διατυπώνει το μεγάλο στοίχημα του αμερικανού προέδρου ως εξής: «Η πραγματική δοκιμασία κατά το δεύτερο έτος της κυβέρνησης Μπάιντεν δεν έγκειται στο κατά πόσο κατανοεί την ιστορική φύση της πρόκλησης (την κατανοεί), αλλά κυρίως στο κατά πόσο είναι σε θέση να οργανωθεί, εντός και εκτός συνόρων, προκειμένου να διαχειριστεί τις γεωπολιτικές προκλήσεις του 2022».

Προσδεθείτε…