Η Τάρα Χάνλον έφτασε στο αεροδρόμιο του Χίθροου τον περασμένο Οκτώβριο με πέντε βαλίτσες.

Όταν ένας τελωνειακός ρώτησε γιατί είχε τόσες αποσκευές, εξήγησε ότι θα πήγαινε στο Ντουμπάι με φίλους και δεν ήξερε τι θα ήθελε να φορέσει. Τα μακριά μαλλιά, τα σαρκώδη χείλη και τα σμιλεμένα φρύδια της Χάνλον της έδιναν μια παροδική ομοιότητα με την Κιμ Καρντάσιαν, αλλά η απάντησή της δεν ήταν αρκετή.

Έγινε λοιπόν έρευνα στις τσάντες της.

Μέσα υπήρχαν στοίβες από χαρτονομίσματα – £1.940.120 (2,7 εκατομμύρια δολάρια) συνολικά – ανακατεμένα με καφέ σε μια προφανή προσπάθεια να μπερδέψει τα σκυλιά της αστυνομίας.

Η Εθνική Υπηρεσία Εγκλήματος της Βρετανίας κυκλοφόρησε αργότερα μια φωτογραφία με τις συσσωρευμένες στοίβες των χρημάτων, απλωμένες σε ένα τραπέζι, με το πρόσωπο της Χάνλον να αναπαράγεται παντού. Ήταν η μεγαλύτερη κατάσχεση μετρητών στη Βρετανία αυτή τη χρονιά.

To «παράδοξο των χαρτονομισμάτων»

Εδώ και αρκετά χρόνια, οικονομολόγοι και κεντρικοί τραπεζίτες προσπαθούν να λύσουν το λεγόμενο «παράδοξο των χαρτονομισμάτων»: εδώ και δεκαετίες, σε όλες τις ανεπτυγμένες οικονομίες, οι πληρωμές με μετρητά γίνονται όλο και λιγότερο, αλλά η ποσότητα και η αξία των χαρτονομισμάτων που κυκλοφορούν είναι όλο και μεγαλύτερη.

Και αυτό ,παρά το γεγονός οτι τα τελευταία χρόνια, η χρήση μετρητών για πληρωμές από τους πολίτες έχει μειωθεί σημαντικά σε όλες τις ανεπτυγμένες οικονομίες. Αυτή η τάση έχει ενισχυθεί μάλιστα τον τελευταίο ενάμιση χρόνο ,λόγω της πανδημίας, η οποία ευνόησε τη διάδοση των ψηφιακών και ανέπαφων συστημάτων πληρωμών .

Το 2020 όμως ,στις Ηνωμένες Πολιτείες για παράδειγμα ,  η χρήση μετρητών στον πληθυσμό έπεσε κατακόρυφα, αλλά η αξία των χαρτονομισμάτων  σε κυκλοφορία αυξήθηκε κατά 16% σε σύγκριση με το 2019. Το ίδιο συνέβη και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με αύξηση 11%.

Μέσα σε 20 χρόνια, η συνολική αξία των δολαρίων σε χαρτονομίσματα τετραπλασιάστηκε και των λιρών τριπλασιάστηκε . Η αξία των χαρτονομισμάτων σε ευρώ  έχει αυξηθεί ακόμη περισσότερο, αλλά επειδή είναι ένα νόμισμα που γεννήθηκε πριν από περίπου 20 χρόνια, ο αριθμός είναι μικρότερος.

Γιατί τυπώνονται νομίσματα;

Όπως έγραψε ο Economist, οι κεντρικές τράπεζες προσπάθησαν να δώσουν αρκετές εξηγήσεις για αυτό το παράδοξο φαινόμενο , αλλά καμία από αυτές δεν ήταν ιδιαίτερα ικανοποιητική.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η αξία των πληρωμών σε ευρώ με κάρτες αυξήθηκε κατά 8,7 % μόνο το 2020 , ενώ η αξία των πληρωμών με μετρητά βρίσκεται σε αργή και σταθερή πτώση εδώ και μερικές δεκαετίες. Πάντως, το 70 -80%  όλων των συναλλαγών συνεχίζουν να γίνονται σε μετρητά.

«Η πιο πιθανή απάντηση – και η πιο ενοχλητική για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα – είναι ότι η τεράστια ζήτηση για μετρητά οφείλεται στη δραστηριότητα εγκληματικών ομάδων και παράνομων οργανώσεων, για τις οποίες τα μετρητά είναι ο ασφαλέστερος τρόπος λειτουργίας και χρηματοδότησης, χωρίς κίνδυνο να  ανακαλυφθούν  από τις αρχές.

Ωστόσο, παρά το γεγονός αυτό, γράφει ο Economist, οι παγκόσμιες οικονομικές αρχές κάνουν ελάχιστα για να ανακόψουν το πρόβλημα και να μεταρρυθμίσουν το σύστημα των μετρητών. Ίσως επειδή το θεωρούν λιγότερο σημαντικό από άλλα μεγάλα χρηματοοικονομικά ζητήματα, και εν μέρει επειδή οι τρέχουσες οικονομικές και πολιτικές ισορροπίες καθιστούν άβολο τον περιορισμό της έκδοσης χαρτονομισμάτων.

Μειώνοντας την έκδοση στο ελάχιστο, μπορούμε να πούμε ότι τα μετρητά σε κυκλοφορία αυξάνονται επειδή αυξάνεται η ζήτηση. Όλα τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν έχουν ιδιαίτερους περιορισμούς στην έκδοση μετρητών, και πράγματι ένας από τους στόχους τους είναι να εξασφαλίσουν τη διαθεσιμότητά τους. Κάθε φορά που μια εμπορική τράπεζα καταθέτει ένα ορισμένο ποσό ηλεκτρονικού νομίσματος στην κρατική κεντρική της τράπεζα και ζητά μετρητά, η κεντρική τράπεζα της επιστρέφει μετρητά που ισοδυναμούν με την αξία της κατάθεσης.

Επομένως, εάν οι κεντρικές τράπεζες συνεχίσουν να κυκλοφορούν μετρητά, ο λόγος είναι ότι υπάρχουν όλο και περισσότερες οντότητες που το ζητούν. Το πρόβλημα είναι ότι είναι δύσκολο να κατανοήσουμε γιατί ζητείται, δεδομένου ότι η χρήση μετρητών για την πληρωμή αγαθών και υπηρεσιών είναι όλο και λιγότερο διαδεδομένη.