Το τέταρτο κύμα… υψώνει νέες προκλήσεις, με κυβέρνηση, ειδικούς και πολίτες να βρίσκονται αντιμέτωποι με μια σειρά κρίσιμων αποφάσεων, καθώς μόλις 35 ημέρες χωρίζουν το καλοκαίρι από το επερχόμενο φθινόπωρο. Η 3η δόση, η πιθανή επέκταση της υποχρεωτικότητας και σε άλλους νευραλγικούς επαγγελματικούς τομείς, οι συστάσεις σχετικά με τον εμβολιασμό παιδιών άνω των 12 ετών και η διαφορετική «κανονικότητα» για εμβολιασμένους και μη είναι μέτωπα ανοιχτά.

Δεδομένου δε ότι μετά το καλοκαίρι καταργούνται σταδιακά τα φυσικά εμπόδια στις μεταδόσεις, όπως είναι οι υψηλές θερμοκρασίες και οι κοινωνικές δραστηριότητες σε εξωτερικούς χώρους, ζητούμενο είναι να διαπιστωθεί εάν η αναμνηστική δόση αποτελεί ένα ακόμη προαπαιτούμενο ώστε να απαλλαγούν (τουλάχιστον οι ανεπτυγμένες χώρες) από τον ιό (και τις ισχυρές μεταλλάξεις του) έως τις αρχές του 2022.

Αγωνία για τις επόμενες 10 ημέρες

Στο μεσοδιάστημα, πάλι, τα νοσοκομεία της χώρας αναβιώνουν σταδιακά την εφιαλτική καθημερινότητα των περασμένων κυμάτων, με τους νοσοκομειακούς γιατρούς να αγωνιούν για εκείνα που έρχονται. Τα ανησυχητικά επιδημιολογικά δεδομένα, λόγω της ταχείας εξάπλωσης της Δέλτα, πυροδοτούν τις όποιες εξελίξεις.

Είναι ενδεικτικό ότι κάθε εβδομάδα που περνάει καταγράφεται αύξηση 7%-8% στις νοσηλείες. «Οι επόμενες δέκα ημέρες θα είναι κρίσιμες, καθώς θα εξακριβωθεί ο ρυθμός των νοσηλειών. Εάν τα εξιτήρια υπολείπονται των νέων εισαγωγών, τότε θα βρεθούμε αντιμέτωποι με μια προβληματική κατάσταση» αναλύει στο «Βήμα» ο πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας και καθηγητής Πνευμονολογίας στη Β’ Πνευμονολογική Κλινική (ΕΚΠΑ) Αττικόν Στέλιος Λουκίδης.

Παράλληλα, όμως, θέτει ένα ακόμη σημείο προβληματισμού: «Το δεύτερο που πρέπει να αποτιμήσουμε είναι το ποσοστό των εμβολιασμένων ασθενών που νοσηλεύονται με ήπια συμπτώματα και υπολογίζονται σε περίπου 10% επί του συνόλου των νοσηλευομένων. Τα δεδομένα που εξετάζουμε είναι η ηλικία τους, ο χρόνος που εμβολιάστηκαν, ποιο εμβόλιο τους χορηγήθηκε, από τι νοσήματα πάσχουν κ.ο.κ.».

Ισχυρότερο ανάχωμα ο πλήρης εμβολιασμός

Ο κ. Λουκίδης διευκρινίζει ότι από τα ίδια δεδομένα είναι σαφές ότι ο πλήρης εμβολιασμός αποτελεί το πλέον ισχυρότερο ανάχωμα για το ΕΣΥ. Και αυτό διότι τα εμβόλια εμποδίζουν τις επιπλοκές της λοίμωξης COVID-19 και άρα την ανάγκη για κλίνες εντατικής νοσηλείας, προασπίζοντας την ανθρώπινη ζωή. «Ομως οι παρατηρήσεις αυτές θα συμβάλουν στην καλύτερη κατανόηση της επάρκειας της εμβολιαστικής κάλυψης και της ανάγκη χορήγησης τρίτης δόσης σε συγκεκριμένες ομάδες» σημειώνει ο καθηγητής. Και εκφράζει ένα ακόμη κρίσιμο ερώτημα: «Μήπως σε εμάς τους γιατρούς θα πρέπει να χορηγηθεί, ενδεχομένως και τον Οκτώβριο, μια τρίτη δόση, δεδομένης της θέσης ευθύνης απέναντι στους ασθενείς μας αλλά και του γεγονότος ότι εμβολιαστήκαμε από τους πρώτους; Είναι πολύ σημαντικό να μην αποτελέσουμε έναν ακόμη «κρίκο» στην αλυσίδα μεταδόσεων».

Τα ερωτήματα αυτά, όπως εξηγεί ο κ. Λουκίδης, αναμένεται να απαντηθούν τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, «όταν θα έχει συμπληρωθεί ένας χρόνος των κλινικών μελετών των εταιρειών Pfizer και Moderna. Οι συμμετέχοντες σε εκείνες τις πρώτες κλινικές δοκιμές παρακολουθούνται έως και σήμερα. Συνεπώς, ελέγχεται σε πραγματικό χρόνο και υπό πραγματικές συνθήκες πώς τα εμβόλια ανταποκρίνονται σε διαφορετικούς πληθυσμούς (με διαφορετικές ηλικίες, νόσους κ.λπ.) και κατά πόσο προστατεύουν από τις νέες μεταλλάξεις. Τα δεδομένα αυτά θα μας δώσουν πολλές και χρήσιμες πληροφορίες, ώστε η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών να λάβει τις απαραίτητες αποφάσεις».

 

Νέα δεδομένα από το Ισραήλ

Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση περί αναμνηστικής δόσης έχει αναζωπυρωθεί και από τα νεότερα δεδομένα που δημοσιοποίησε το υπουργείο Υγείας του Ισραήλ. Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου των Pfizer/BioNTech έναντι της μόλυνσης από τον SARS-CoV-2 μειώθηκε στο 39% την περίοδο μεταξύ της 20ής Ιουνίου και της 17ης Ιουλίου, επιτρέποντας το ντόμινο των μεταδόσεων.

Παρ’ όλα αυτά, από τα ίδια δεδομένα προκύπτει ότι η αποτελεσματικότητα του συγκεκριμένου εμβολίου ως προς την αποτροπή σοβαρών μορφών της COVID-19 εκτιμάται πως φτάνει το 91,4% και η αποτελεσματικότητά του ως προς την αποτροπή των εισαγωγών σε νοσοκομεία υπολογίζεται ότι φτάνει το 88%.

Αντίστοιχα, νέα δημοσίευση της έγκριτης ιατρικής επιθεώρησης «The New England Journal of Medicine» καταλήγει ότι η αποτελεσματικότητα έναντι της Δέλτα είναι 88% για το εμβόλιο της Pfizer και 67% για το εμβόλιο της AstraZeneca, επιμένοντας ότι το τείχος ανοσίας που στήνεται είναι ισχυρό έναντι και των πλέον πρόσφατων στελεχών.

Προτεραιότητα στους ευάλωτους

Μοιραία, η επιστημονική κοινότητα προσανατολίζεται σε πρώτη φάση η αναμνηστική δόση να αφορά τους πλέον ευάλωτους. Είναι ενδεικτικό ότι η μειωμένη ανοσολογική απάντηση ύστερα από δύο δόσεις ενός mRNA εμβολίου έναντι του SARS-CoV-2 έχει παρατηρηθεί σε ασθενείς έπειτα από μεταμόσχευση συμπαγών οργάνων, σύμφωνα με τα στοιχεία μελέτης που δημοσίευσε πρόσφατα η «The New England Journal of Medicine». Μάλιστα, οι ειδικοί θεωρούν πιθανό ανάλογη στρατηγική τριών δόσεων να εφαρμοστεί στο μέλλον και σε άλλες κατηγορίες ασθενών που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτικές θεραπείες, εφόσον κλινικές μελέτες που είναι σε εξέλιξη δώσουν θετικά αποτελέσματα. Ψηλά στην ατζέντα βρίσκεται και ο ηλικιωμένος πληθυσμός, καθώς κατά το παρελθόν έχει διαπιστωθεί ότι η ανοσοαπόκρισή τους δεν είναι τόσο ισχυρή συγκριτικά με αυτή που παρατηρείται στους νεότερους.

Το… στίγμα του σκεπτικού των μελών της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών έδωσε πρόσφατα και η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Βάνα Παπαευαγγέλου, σημειώνοντας ότι «αφορά συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού που θεωρούμε ότι την έχουν ανάγκη, είτε γιατί έχουν κάποια υποκείμενα νοσήματα και είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι είτε λόγω ηλικίας είτε γιατί έχουν μεγάλη έκθεση, όπως είναι οι γιατροί».

 

Τρίτη δόση ή Τρίτος Κόσμος;

Σημειώνεται ότι τους ίδιους προβληματισμούς μοιράζονται οι επιστήμονες παγκοσμίως, με τις πληροφορίες που δημοσιεύονται να προκαλούν «ζάλη» στους πολίτες. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στην Αγγλία η πρόταση που προκρίνεται είναι οι αναμνηστικές δόσεις να ξεκινήσουν από το φθινόπωρο, χωρίς καθυστερήσεις, με έμφαση σε όσους εντάχθηκαν στο πρώτο στάδιο της εμβολιαστικής εκστρατείας εκεί, λαμβάνοντας το εμβόλιο της Οξφόρδης, αλλά και στους πλέον ευπαθείς.

Δεν λείπει όμως και ο αντίλογος, καθώς μια άλλη επιστημονική «σχολή» επιμένει ότι οι πλεονάζουσες δόσεις πρέπει να διοχετευτούν στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, που βιώνουν «κύματα θανάτου» και όχι ήπιων συμπτωμάτων, όπως συμβαίνει σε χώρες με υψηλή εμβολιαστική κάλυψη. Χαρακτηριστικό και πάλι το παράδειγμα του Ισραήλ, όπου η αναζωπύρωση των κρουσμάτων μεταφράζεται σε μόλις 75 νοσηλείες σε σοβαρή κατάσταση.

Διαρκής κίνδυνος για νέες μεταλλάξεις

Οι υποστηρικτές μιας δικαιότερης κατανομής των εμβολίων παγκοσμίως αναδεικνύουν εν τούτοις ακόμη ένα σοβαρό επιχείρημα: Οσο η παγκόσμια εμβολιαστική κάλυψη παραμένει χαμηλή (μόλις το 13,4% του παγκόσμιου πληθυσμού είναι πλήρως εμβολιασμένο), ο πανδημικός ιός διαθέτει μια… βιομηχανία ευκαιριών για μεταλλάξεις που θα μπορούσαν να αποδειχθούν ακόμη πιο μολυσματικές, αποδυναμώνοντας τα υπάρχοντα εμβόλια και «ξεκλειδώνοντας» το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα.

Οι σκέψεις για το «τσίμπημα» στα παιδιά άνω των 12 ετών

Τα μέλη της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών αρνούνται να συμπαρασυρθούν από τις πιεστικές πανδημικές συνθήκες που έχει προκαλέσει η Δέλτα, παίρνοντας τον χρόνο που χρειάζονται και συσσωρεύοντας όσο περισσότερη επιστημονική γνώση μπορούν, ώστε να καταλήξουν στις σχετικές εισηγήσεις σχετικά με τον εμβολιασμό των παιδιών άνω των 12 ετών. Και καθώς στόχευσή τους είναι η προάσπιση της υγείας τους, προσανατολίζονται προσώρας στον εμβολιασμό των παιδιών με υποκείμενα νοσήματα που τα καθιστούν ευάλωτα.

Μπόνους σε γιατρούςκαι φαρμακοποιούς για κλείσιμο ραντεβού

Κυβέρνηση και επιστήμονες δίνουν στην Ελλάδα μια παράλληλη μάχη για να πείσουν όσους έχουν ακόμη δεύτερες σκέψεις για την ασφάλεια των εμβολίων να υποβληθούν στις – πλέον κρισιμότερες – πρώτες και δεύτερες δόσεις. Μόλις την περασμένη Παρασκευή ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας ανακοίνωσε μπόνους σε γιατρούς και φαρμακοποιούς, εντάσσοντάς τους δυναμικά στην εκστρατεία «Πειθώ». Αναλυτικότερα, οι επαγγελματίες υγείας που κλείνουν ραντεβού σε πολίτες θα αμείβονται με 10 ευρώ ανά ραντεβού, ενώ από τα 3 ευρώ αυξάνεται στα 20 ευρώ η αμοιβή των ιατρών για κάθε εμβολιασμό στο ιατρείο τους και από 20 ευρώ στα 50 ευρώ για κάθε κατ’ οίκον εμβολιασμό.

Στόχος είναι να μειωθεί ο αριθμός των ανεμβολίαστων πολιτών, που υπολογίζονται περίπου σε 3 εκατομμύρια, δυναμιτίζοντας την εξέλιξη του τέταρτου κύματος. Αλλωστε, παρότι τα νεότερα δεδομένα δείχνουν μια τάση σταθεροποίησης της επιδημίας – έστω και σε υψηλά επίπεδα -, οι ειδικοί κρατούν την ανάσα τους για εκείνα που θα εξελιχθούν στα τέλη Αυγούστου με τη μαζική επιστροφή των παραθεριστών στους τόπους μόνιμης κατοικίας τους.

Αύξηση κρουσμάτων και νοσηλειών

Τα όσα εκτυλίσσονται τώρα στα νοσοκομεία προλογίζουν εκείνα που έρχονται. Ηδη διαφαίνεται μια αύξηση στα κρούσματα ηλικίας 40-60 ετών, στοιχείο που συμβαδίζει και με την παρατηρούμενη αύξηση των νοσηλειών. Πρόκειται δε για μια ιδιαίτερα κρίσιμη ηλικιακή ομάδα εάν συνυπολογίσει κανείς ότι η εμβολιαστική κάλυψη δεν ξεπερνά το 65% – δηλαδή, ένας στους τρες διατρέχει υψηλό κίνδυνο να μολυνθεί και να αρρωστήσει βαριά.

Υπό τις εξελίξεις αυτές, η δρ Μάτα Τσικρικά, πρόεδρος του ΔΣ της Ενωσης Πνευμονολόγων Ελλάδας και πνευμονολόγος στο νοσοκομείο Σωτηρία – όπου σημειωτέον νοσηλεύονται 245 ασθενείς με λοίμωξη COVID-19, όταν στα τέλη Ιουνίου δεν ξεπερνούσαν τους 118 -, προειδοποιεί ότι «δεν πρέπει να γεμίσουν και πάλι τα νοσοκομεία με ασθενείς – ιδίως ανεμβολίαστους – που έχουν μολυνθεί από τον πανδημικό ιό. Δεν πρέπει το ΕΣΥ να απασχολείται με ένα νόσημα, αμελώντας έτσι τον προληπτικό έλεγχο ή οι ασθενείς με άλλα νοσήματα να λαμβάνουν μερικώς ή με καθυστέρηση τις θεραπείες τους».

Στο πλαίσιο αυτό, η πιστή τήρηση των μέτρων ατομικής προστασίας – από όλους – είναι επίσης κρίσιμος παράγοντας. Παράλληλα, η εντατικοποίηση των ελέγχων, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τους ανεμβολίαστους εργαζομένους στον τουρισμό και στην εστίαση, αποτελεί ακόμη μια ύστατη προσπάθεια χαλιναγώγησης του εξελισσόμενου κύματος.

Εντείνονται οι συζητήσειςγια τους εκπαιδευτικούς

Οσο συρρικνώνεται η απόσταση έως το επερχόμενο φθινόπωρο, εντείνονται και οι συζητήσεις περί επέκτασης της υποχρεωτικότητας και σε άλλους εργασιακούς χώρους – όπως είναι για παράδειγμα οι εκπαιδευτικοί. Αλλωστε, η πιο επίμονη κυβερνητική αγωνία είναι να μην ανατραπούν τα σχέδιά της για διά ζώσης εκπαίδευση τη νέα χρονιά σε σχολεία και πανεπιστήμια.

Παρ’ όλα αυτά το θέμα της υποχρεωτικότητας των εκπαιδευτικών αντιμετωπίζεται ως ξεχωριστό κεφάλαιο, που όπως όλα δείχνουν θα ανοίξει περί τα τέλη Αυγούστου και εφόσον τα επιδημιολογικά δεδομένα σε συνδυασμό με την εμβολιαστική κάλυψη δεν επιτρέπουν άλλη αναβολή.

Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση ήδη επεξεργάζεται σενάρια στην περίπτωση που η πανδημία επιδεινωθεί προς το φθινόπωρο, που δίνουν παράταση στον αποκλεισμό των ανεμβολίαστων από κλειστούς χώρους (όπως είναι τα εμπορικά κέντρων και τα εστιατόρια), σε μια περίοδο που φουντώνει η κοινωνική πόλωση και οι αντιδράσεις με αφορμή τους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς και τη διαμόρφωση πολιτών «δύο ταχυτήτων».