Η Ρωσική Αυτοκρατορία ως μία από τις Μεγάλες Δυνάμεις έπαιξε καθαριστικό ρόλο στην Ελληνική Επανάσταση σε όλα τα στάδιά της, από την προετοιμασία έως την αναγνώριση της Ελλάδας από την Οθωμανική Πύλη ως ανεξάρτητου κράτους.

Το 1770 κατά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1768-1774 η Αυτοκράτειρα Αικατερίνη η Μεγάλη έστειλε στο Αιγαίο την πρώτη αρχιπελαγική αποστολή του ρωσικού στόλου υπό τη διοίκηση του κόμη Αλεξέι Ορλώφ. Οπως έγραψε, ο στόχος ήταν να απελευθερωθούν όλοι οι χριστιανοί ορθόδοξοι από τον τουρκικό ζυγό. Ως αποτέλεσμα της Συνθήκης του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή του 1774 η Ρωσία αναγνωρίστηκε ως προστάτιδα δύναμη για τους ομόθρησκους λαούς της περιοχής. Τα ελληνικά πλοία απέκτησαν το δικαίωμα να πλέουν υπό τη ρωσική σημαία, δημιουργήθηκε ο ελληνικός στόλος, ο οποίος πενήντα χρόνια αργότερα συνέβαλε καθοριστικά στην Επανάσταση.

Πολλοί Ελληνες απέκτησαν τη ρωσική υπηκοότητα και απολάμβαναν σημαντικά προνόμια. Στον ρωσικό Νότο βρήκαν μόνιμο ή προσωρινό καταφύγιο ο Λάμπρος Κατσώνης, ο Ιωάννης Βαρβάκης, η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, που έγινε ναύαρχος του ρωσικού στόλου. Πολλοί Ελληνες υπηρετούσαν στη ρωσική διπλωματική υπηρεσία και στον στρατό. Σχηματίστηκαν το Ελληνικό Σύνταγμα Πεζικού της Κριμαίας και το Ελληνικό Σύνταγμα Πεζικού της Οδησσού.

Το 1809 εντάχθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσίας ο Ιωάννης Καποδίστριας. Μόλις επτά χρόνια αργότερα διορίστηκε υπουργός Εξωτερικών – γεγονός που αναμφίβολα μαρτυρεί τα εξαιρετικά προσόντα του, αλλά και τους ιδιαίτερους δεσμούς της Ρωσίας με τον Ελληνισμό. Ο Καποδίστριας έγινε ο «αγαπημένος Γραμματέας, έμπιστος σύμβουλος και… φίλος του Αυτοκράτορα». Ως αληθινός πατριώτης της Ελλάδας και της Ρωσίας, την οποία αποκαλούσε «θετή» πατρίδα του, ήταν πεπεισμένος ότι η απελευθέρωση των Ελλήνων μπορεί να γίνει μόνο με τη ρωσική στήριξη. Και δικαιώθηκε.

Στην Οδησσό, όπου αναπτύχθηκε δραστήρια ελληνική κοινότητα, το 1814 ιδρύθηκε η Φιλική Εταιρεία. Η ανάδειξη του Αλεξάνδρου Υψηλάντη, ηρωικού στρατηγού του ρωσικού στρατού και υπασπιστή του Τσάρου, ως επικεφαλής της μυστικής οργάνωσης το 1820 ανέβασε κατακόρυφα το κύρος της.

Η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης προκάλεσε τεράστιο κύμα αλληλεγγύης σε όλα τα στρώματα της ρωσικής κοινωνίας. Οι ποιητές μας αφιέρωναν ποιήματα στους «απογόνους των ένδοξων Θεμιστοκλή και Περικλή». Πραγματοποιούνταν έρανοι, συγκροτήθηκαν επιτροπές για την εξαγορά ελλήνων αιχμαλώτων. Πολλοί Ρώσοι πήγαν στην Ελλάδα να πολεμήσουν πλάι-πλάι με τους ορθόδοξους αδελφούς τους, αγόραζαν όπλα και πυρομαχικά, συγκροτούσαν εθελοντικά συντάγματα. Ενα λαμπρό παράδειγμα είναι ο Νικολάι Ράικο, ο οποίος έγινε φρούραρχος του Παλαμηδίου στο Ναύπλιο και μετά της Πάτρας.

Σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τους διωγμούς κατά των χριστιανών στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, το καλοκαίρι του 1821 η Ρωσία διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με την Πύλη. Η ρωσική διπλωματία με κάθε τρόπο επεδίωκε οι Οθωμανοί να τηρήσουν τις συμφωνίες, που έδωσαν δικαιώματα στους ορθόδοξους κατοίκους της. Το 1826 στην Αγία Πετρούπολη υπογράφτηκε το ρωσοαγγλικό πρωτόκολλο υπέρ της αυτονομίας της Ελλάδας.

Οταν ο απαράμιλλος αγώνας των Ελλήνων κατά του τουρκικού ζυγού κινδύνευε με αποτυχία, χάρη στην επιμονή της Ρωσίας, το 1827 στη Συνθήκη του Λονδίνου για το ελληνικό ζήτημα συμπεριλήφθηκε ένα απόρρητο άρθρο για «χρήση των εξαιρετικών μέσων», αν η Πύλη απορρίψει την ειρηνική διευθέτηση με τη μεσολάβηση των Δυνάμεων.

Αυτό οδήγησε στη συγκρότηση ενός ενιαίου στόλου της Ρωσίας, της Αγγλίας και της Γαλλίας, που στις 20 Οκτωβρίου 1827 καταναυμάχησε τον τουρκοαιγυπτιακό στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου. Η ρωσική μοίρα αποτελούνταν από 8 πλοία με 4.000 ναύτες. Οπως μαρτυρούν τα ημερολόγιά τους, διακατέχονταν από ένθερμα φιλελληνικά συναισθήματα. Η ρωσική πρωτεύουσα Πετρούπολη πανηγύρισε τη νίκη με κωδωνοκρουσία.

Η Πύλη όμως δεν έσπευσε να συμμορφωθεί με τις ειρηνευτικές πρωτοβουλίες των Δυνάμεων. Τον Απρίλιο του 1828 η Ρωσία κήρυξε τον πόλεμο στους Οθωμανούς. Ενας από τους βασικούς στόχους της ήταν η δημιουργία ενός βιώσιμου ελληνικού κράτους. Πριν ολοκληρωθούν οι μάχες ο ειδικός απεσταλμένος του Αυτοκράτορα Νικολάου Α’ Μαρκ Βούλγαρης ήρθε στον Πόρο και τον Σεπτέμβριο του 1828 επέδωσε τα διαπιστευτήρια στον Ιωάννη Καποδίστρια, γεγονός που σηματοδότησε την έναρξη των διπλωματικών σχέσεων Ρωσίας – Ελλάδας. Με αυτό το πρωτόγνωρο βήμα η Ρωσία ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.

Οι περίτρανες νίκες του ρωσικού στρατού, που έφτασε μέχρι την Αδριανούπολη, εξανάγκασαν τους Οθωμανούς να υπογράψουν το 1829 τη ρωσοτουρκική Συνθήκη της Αδριανούπολης. Σύμφωνα με το άρθρο 10 της η Πύλη συμφώνησε να παραχωρήσει αυτονομία στην Ελλάδα σε συμμόρφωση με τη Συνθήκη του Λονδίνου για το ελληνικό ζήτημα. Αυτό το γεγονός επισφράγισε την επιτυχία της Ελληνικής Επανάστασης. Χάρη στην ακλόνητη γραμμή της Ρωσίας η ανεξάρτητη Ελλάδα, λαμβάνοντας σημαντική επέκταση των συνόρων της, δεν περιορίστηκε στην Πελοπόννησο, όπως επιθυμούσαν μερικοί.

Για να τιμήσουμε δεόντως τη μεγάλη επέτειο των 200 χρόνων από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης αποφασίσαμε από κοινού με τους έλληνες φίλους να ανακηρυχθεί η φετινή χρονιά το κοινό Ετος Ιστορίας Ρωσίας – Ελλάδας, που θα διεξαχθεί υπό την αιγίδα του Προέδρου της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν και του Πρωθυπουργού της Ελλάδας Κυριάκου Μητσοτάκη. Τα ιστορικά γεγονότα αποτελούν πολύτιμη κληρονομιά για αμοιβαία επωφελή συνεργασία των χωρών μας σήμερα και στο μέλλον.

*Ο κ. Αντρέι Μάσλοβ είναι  πρέσβης της Ρωσίας στην Ελλάδα.