Μετ’ εμποδίων και με καθυστερήσεις κινδυνεύει να εφαρμοστεί σε πολλές χώρες της ΕΕ το πολυαναμενόμενο πρόγραμμα ανάκαμψης από τα οικονομικά δεινά που έχει φέρει στην Ευρώπη η πανδημία του κορωνοϊού.

Αιτία η διοικητική και κατ’ ουσίαν δομική αδυναμία των κυβερνήσεων να υιοθετήσουν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και να εκπονήσουν σχέδια απορρόφησης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Το αισιόδοξο εν προκειμένω για την Ελλάδα είναι ότι δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των προβληματικών χωρών-μελών της ΕΕ, καθώς «έχει την εμπειρία των μνημονίων», όπως παραδέχεται ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.

Εως τον Απρίλιο θα πρέπει οι κυβερνήσεις των 27 κρατών-μελών να έχουν καταθέσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχέδια επενδύσεων και υλοποίησης των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων για την εκταμίευση των πόρων από τα 750 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης που τους αναλογούν.

Στη συνέχεια η Κομισιόν θα εξετάσει ένα προς ένα τα σχέδια που θα αποσκοπούν, ως γνωστόν, στη χρηματοδότηση επενδύσεων που θα προωθούν την καινοτομία και την ψηφιοποίηση και θα διευκολύνουν την «πράσινη μετάβαση» των ευρωπαϊκών οικονομιών. Ολα αυτά αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκδοση δανείων ώστε από τα μέσα του 2021 να ξεκινήσουν οι εκταμιεύσεις και να ολοκληρωθούν το 2023.

Οι αδύναμοι κρίκοι

Ομως έως τώρα έχουν υποβάλει πλήρη σχέδια επενδύσεων για έξοδο από την κρίση μόνο 16 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Εντεκα χώρες δεν έχουν καταφέρει προσώρας να ανταποκριθούν εξαιτίας κυρίως της αδυναμίας τους σε ό,τι αφορά την υλοποίηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων. Η Ιταλία και η Ισπανία προβάλλουν ως οι «αδύναμοι κρίκοι» του φιλόδοξου ευρωπαϊκού σχεδίου.

Πρόκειται για τις τρίτη και τέταρτη αντίστοιχα σε μέγεθος οικονομίες της ΕΕ που πλήρωσαν και εξακολουθούν να πληρώνουν βαρύ ανθρωπιστικό τίμημα στην επέλαση του κορωνοϊού και στις οποίες εξάλλου αναλογούν και τα υψηλότερα κονδύλια από το Ταμείο.

Η χειρότερη επίδοση

Η Ισπανία έχει τη χειρότερη επίδοση σε ό,τι αφορά την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων την περίοδο 2014-2020 με ποσοστό 39%, ενώ το ποσοστό της Ιταλίας είναι κατά τι υψηλότερο (40%), σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν. Το έτος 2019 η Ιταλία είχε το χαμηλότερο ποσοστό απορροφητικότητας κοινοτικών κονδυλίων: μόλις 30,7%, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο.

«Η Ιταλία έχει τη δυνατότητα να απορροφήσει πάνω από 80 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και συνολικά περί τα 208 δισ. ευρώ από την ΕΕ τα επόμενα χρόνια. Ο συνδυασμός δανείων και εγγυήσεων συνιστά μια κολοσσιαία ευκαιρία, προϋποθέτει όμως την προσήλωσή της σε διοικητικές και διαχειριστικές μεταρρυθμίσεις άνευ προηγουμένου για τη χώρα» δήλωσε στους «Financial Times» ο Μαρτσέλο Μεσόρι, καθηγητής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Luiss της Ρώμης.

Από το Ταμείο των 750 δισ. ευρώ στην Ισπανία αναλογούν 72 δισ. ευρώ σε εγγυήσεις που θα πρέπει να εκταμιεύσει έως τα τέλη του 2023 – έως το 2026 η χώρα της Ιβηρικής έχει τη δυνατότητα να εκταμιεύσει πάνω από 140 δισ. ευρώ. Το 70% των κονδυλίων του Ταμείου προορίζονται για επενδύσεις στο περιβάλλον και στην ψηφιακή τεχνολογία.

Αλλά, όπως σημειώνει στους «FT» ο Μανουέλ Ινταλγκό, στέλεχος του ανεξάρτητου Κέντρου Οικονομικής Πολιτικής Esade, «η μεγάλη και αποκεντρωμένη γραφειοκρατία της Ισπανίας που αριθμεί 8.000 διοικητικές αρχές διασπαρμένες σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο σε συνδυασμό με μια δαιδαλώδη νομοθεσία που διέπει τις δημόσιες συμβάσεις απαιτούν διεργασίες μηνών για την εκπόνηση και κύρωση των επενδυτικών σχεδίων».