Οχι με ένα, αλλά με δύο άλμπουμ επέστρεψε προσφάτως στη δισκογραφία ο Γιόνας Κάουφμαν.

Το πρώτο, ηχογραφημένο κατά τις ημέρες της καραντίνας, έχει τίτλο «Selige Stunde» («Στιγμές χαράς») και περιλαμβάνει ρομαντικά λίντερ που αγαπάει ιδιαίτερα ο τενόρος. Τραγούδια σαν αυτά που ερμηνεύει τώρα στις ανά τον κόσμο εμφανίσεις του και που θα φέρει μαζί του και στην Ελλάδα, στο ρεσιτάλ που θα δώσει την ερχόμενη Παρασκευή 6 Νοεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (στο πιάνο θα τον συνοδεύσει ο Χέλμουτ Ντόιτς, αγαπημένος φίλος και συνεργάτης του εδώ και πολλά χρόνια).

Το δεύτερο CD θα κυκλοφορήσει στις 13 Νοεμβρίου, και αυτό από τη Sony Classical, και θα έχει εορταστικό χαρακτήρα, καθώς θα περιλαμβάνει χριστουγεννιάτικα τραγούδια, παραδοσιακά έργα μεγάλων συνθετών αλλά και επιτυχίες της αμερικανικής ποπ όπως τα «Let It Snow» και «White Christmas».

Εκτός όμως από τον χώρο της δισκογραφίας, ο καλλιτέχνης δίνει δυναμικό «παρών» και στη σκηνή: Αφού ερμήνευσε τον «Ντον Κάρλος» του Βέρντι σε μια (αμφιλεγόμενη σκηνοθετικά) παραγωγή της Κρατικής Οπερας της Βιέννης, στα τέλη του Νοεμβρίου θα ερμηνεύσει τον ποιητή Ροντόλφο στην «Μποέμ» του Πουτσίνι στην Κρατική Οπερα της Βαυαρίας, στο Μόναχο.

Ο Γιόνας Κάουφμαν με τον στενό συνεργάτη του, τον πιανίστα Χελμουτ Ντόιτς, ο οποίος θα τον συνοδεύσει και στην αθηναϊκή εμφάνισή του

Θα ακολουθήσει η χριστουγεννιάτικη περιοδεία του σε Παρίσι, Βιέννη, Μόναχο, Φρανκφούρτη, Ντίσελντορφ, Μανχάιμ και Ανόβερο. Ασφυκτικό το πρόγραμμα του καλλιτέχνη ακόμα και αυτή την εποχή που πολλά θέατρα έχουν αναστείλει τη λειτουργία τους ή έχουν συμπτύξει δραματικά το πρόγραμμά τους.

Ο Κάουφμαν όμως παραμένει περιζήτητος, ένας σουπερστάρ η φήμη του οποίου ξεπερνά τα στενά οπερατικά όρια, όπως επιβεβαιώνει και το «Jonas Kaufmann – A Global Star in Private» που προβλήθηκε προσφάτως από το Amazon Prime.

Πρόκειται για ένα ντοκιμαντέρ μέσα από το οποίο ο καλλιτέχνης μοιράστηκε για πρώτη φορά με τους θαυμαστές του στιγμές από την καθημερινότητά του, όχι μόνο στα στούντιο ηχογραφήσεων αλλά ακόμα και στο σπίτι του, παρέα με την οικογένειά του.

Μια καθημερινότητα που τώρα, ακόμα και για εκείνον που τα θέατρα ερίζουν για την απόκτησή του, έχει γίνει αρκετά δύσκολη στην εποχή της COVID-19. «Η πανδημία επηρεάζει καθημερινά με δραματικό τρόπο τη ζωή των ανθρώπων του θεάματος για έναν κυρίως λόγο», λέει, «επειδή, αν είσαι ερμηνευτής χρειάζεσαι το κοινό, που αυτή την περίοδο το στερείσαι. Δώσαμε, βεβαίως, ψηφιακές συναυλίες, κάποιοι συνάδελφοι βρήκαν την ευκαιρία να κάνουν μερικά ιδιαίτερα πράγματα μέσα από το Διαδίκτυο, όμως το τραγούδι είναι πάνω απ’ όλα μία πράξη επικοινωνίας με το κοινό. Χωρίς την ανταπόκριση των ακροατών-θεατών γίνεται μία μονόδρομη διαδικασία που δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη live παράσταση».

Ανήκετε σε εκείνους που παρέμειναν αρκετά δραστήριοι και κατά τη διάρκεια της καραντίνας.

«Είμαι πολύ χαρούμενος που είχα την ευκαιρία να δώσω μερικά ρεσιτάλ μέσω Διαδικτύου, να ηχογραφήσω αγαπημένα λίντερ και να γυρίσω το ντοκιμαντέρ της Amazon κατά τη διάρκεια του lockdown και μετά, αλλά δεν μπορώ να μην παραδεχθώ πως πραγματικά χαρούμενος αισθάνθηκα μόνο όταν τραγούδησα μπροστά στο κοινό. Αυτό έγινε για πρώτη φορά στη Νάπολι, όταν παρουσιάσαμε για δύο βραδιές, σε μορφή κοντσέρτου, την «Αΐντα» του Βέρντι, στη μεγάλη πλατεία μπροστά στο Θέατρο Σαν Κάρλο. Επειτα έκανα μερικά open air ρεσιτάλ και συναυλίες και επέστρεψα ξανά στην όπερα για τη γαλλική εκδοχή του «Ντον Κάρλος» στη Βιέννη. Γνωρίζω όμως πολύ καλά πως ανήκω στους ευτυχισμένους λίγους που είχαν την ευκαιρία να παίξουν ξανά».

Πιστεύετε πως θα αλλάξει σύντομα ή κατάσταση; Ανησυχείτε για το μέλλον;

«Οι περισσότεροι τραγουδιστές και μουσικοί δεν έχουν καθόλου δουλειά, δεν έχουν κανένα εισόδημα από τον περασμένο Απρίλιο έως σήμερα και φυσικά αυτό είναι κάτι που με στενοχωρεί και με ανησυχεί πολύ. Φοβάμαι πως δεν θα αλλάξουν εύκολα τα πράγματα προς το καλύτερο, πως δεν θα υπάρχουν πολλές ευκαιρίες για τον πολιτισμό και ειδικά για την κλασική μουσική, ούτε καν στη Γερμανία, μια χώρα που δίνει ιδιαίτερη σημασία και που επενδύει στις καλές τέχνες. Φοβάμαι και πως το ευρύ φάσμα επιλογών, που μέχρι σήμερα το θεωρούσαμε δεδομένο εμείς οι καλλιτέχνες, δεν θα υπάρχει πια».

Εσείς πάντως επιστέψατε με δυναμικό τρόπο, όχι με μία αλλά με δύο ηχογραφήσεις. Σας αρέσει, αλήθεια, να ηχογραφείτε; Απολαμβάνετε πραγματικά τη διαδικασία ή το κάνετε κυρίως για λόγους marketing;

«Μου αρέσει πολύ να κάνω ηχογραφήσεις. Γιατί μπορώ να επαναλαμβάνω κάθε λέξη, κάθε νότα, ώσπου να είμαι ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα. Από την άλλη, μου είναι πιο δύσκολο να ηχογραφώ από το να τραγουδώ live, γιατί μου λείπει η επαφή με το κοινό. Αισθάνομαι μεγάλη χαρά όταν τη στιγμή που ηχογραφώ μπορώ να επικοινωνήσω με κάποιον από τους μουσικούς της ορχήστρας ή με κάποιον που κάθεται μέσα στην αίθουσα. Πολύ απλά, έχω ανάγκη από την ανταπόκριση».

Ποιο από τα CD σας είναι λοιπόν το αγαπημένο σας – εάν έχετε αγαπημένο.

«Οποτε με ρωτούν για αγαπημένα CD ή και για αγαπημένους ρόλους, η απάντηση είναι πάντα η ίδια: Η επιλογή μόνο ενός θα αδικούσε τους υπόλοιπους».

Στην όπερα πόσο σημαντική είναι η μουσική και πόσο το δράμα και η θεατρική πράξη; Εχουν, τελικά, την ίδια βαρύτητα;

«Είναι και τα δύο εξίσου σημαντικά, πρέπει να υπάρχει ισορροπία. Αλλά, φυσικά, κανένα δραματικό εφέ δεν είναι αρκετό χωρίς το καλό τραγούδι!».

Η φωνή του λυρικού τραγουδιστή «υπηρετεί» τους στίχους και τη μουσική. Εχετε αισθανθεί ποτέ πως γίνατε σκλάβος της ίδιας σας της φωνής; Του οργάνου που πρέπει να διατηρείτε πάντα σε όσο το δυνατόν καλύτερη κατάσταση;

«Οταν διαβάζω συνεντεύξεις καλλιτεχνών που λένε πως την ημέρα της παράστασης κάνουν απόλυτη αφωνία ή πως ποτέ δεν πηγαίνουν σε μέρη όπου παρατηρείται συνωστισμός, τότε συνειδητοποιώ τι σημαίνει να είσαι σκλάβος της φωνής σου. Φυσικά, κάνω το καλύτερο δυνατό ώστε να παραμένω υγιής, φροντίζω να τρώω, να κοιμάμαι καλά και να επαναφορτίζω τις μπαταρίες μου, αλλά δεν θα μπορούσα ποτέ να παραμείνω σιωπηλός για μία ολόκληρη ημέρα. Αντί η φωνή να είναι το αφεντικό και εγώ ο υποτακτικός της, ο υπηρέτης της, προτιμώ εγώ και η φωνή μου να είμαστε καλοί φίλοι».

Ανάµεσα στους πολλούς ρόλους που έχετε µέχρι στιγµής τραγουδήσει, υπάρχει κάποιος που σας εκφράζει περισσότερο, που αισθάνεστε πως πλησιάζει κατά κάποιον τρόπο τον πραγµατικό εαυτό σας;
«Οι ρόλοι που έχω κλείσει μέσα στην καρδιά μου είναι εκείνοι που εκφράζουν μεγάλο φάσμα συναισθημάτων. Κυρίως αυτοί που χαρακτηρίζονται ως ραγισμένοι και κατεστραμμένοι χαρακτήρες, όπως ο Οθέλλος, ο Ντον Χοσέ από την «Κάρμεν», ο Βέρθερος, ο Ντε Γκριέ από τη «Μανόν Λεσκώ» και ο Πάουλ από τη «Νεκρή πόλη». Αυτοί οι τύποι έχουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και όχι οι υπερήρωες που έπειτα από λίγη ώρα γίνονται βαρετοί επειδή είναι τόσο προβλέψιμα τα συναισθήματα και οι αντιδράσεις τους. Επιπλέον, οι «ραγισμένοι χαρακτήρες» είναι μουσικά και φωνητικά πιο απαιτητικοί από τους άλλους».

Δηλαδή; Ποιος, ας πούμε, από τους ρόλους σας, από τους «ραγισμένους χαρακτήρες» σας, είναι ο πιο δύσκολος;

«Ο Πλάθιντο Ντομίνγκο μού είχε πει κάποτε πως πιστεύει ότι ο Ντε Γκριέ από τη «Μανόν Λεσκώ» του Πουτσίνι είναι πιο δύσκολος από τον «Οθέλλο» του Βέρντι, ο οποίος θεωρείται ό,τι πιο απαιτητικό για τη φωνή του τενόρου. Εχοντας τραγουδήσει και τους δύο ρόλους σε διάφορες παραγωγές, μπορώ να καταλάβω πολύ καλά τι εννοεί. Για εμένα το πιο απαιτητικό πράγμα στον «Οθέλλο» είναι να ελέγχεις τα συναισθήματά σου, επειδή η μουσική του Βέρντι έχει μια δύναμη που μπορεί να σε παρασύρει και να σε κάνει να χάσεις τον έλεγχο του τραγουδιού».

Εχετε παίξει σε αρκετές µοντέρνες παραγωγές. Σας αρέσουν οι καινοτόµες και τολµηρές προσεγγίσεις των νέων σκηνοθετών;
«Οι μοντέρνες παραγωγές μού αρέσουν όταν είναι πραγματικά καινοτόμες και όχι απλώς προκλητικές εις βάρος της μουσικής και του δράματος. Νομίζω πως ένας δημιουργικός σκηνοθέτης πρέπει να χρησιμοποιεί την ενέργεια που υπάρχει στο κάθε έργο με τρόπο ώστε να αγγίξει το σύγχρονο κοινό, όπως άγγιζε και συγκινούσε το κοινό των παλαιότερων εποχών. Ευτυχώς, υπάρχουν και σκηνοθέτες που μπορούν να το καταφέρουν αυτό, που έχουν την ικανότητα να διηγηθούν μια παλιά ιστορία με έναν νέο τρόπο, προκαλώντας το ενδιαφέρον της νέας γενιάς».

Τραγουδάτε επαγγελµατικά περισσότερο από είκοσι πέντε χρόνια. Ποιoς είναι για εσάς ο ορισµός της επιτυχίας;
«Να έχεις την ικανότητα, την ευκαιρία και την καλή τύχη να συνεργαστείς με εκείνους με τους οποίους θα μπορέσεις να κάνεις κάτι πραγματικά ξεχωριστό και άξιο λόγου. Κάτι που θα αγγίξει το κοινό, που θα το κάνει να γελάσει και να κλάψει. Κάτι που θα το θυμόμαστε, και εμείς οι καλλιτέχνες και οι θεατές, ως μία αξέχαστη εμπειρία».

Ασχολείστε και µε τη διδασκαλία, παραδίδοντας σεµινάρια σε νέους τραγουδιστές. Ποια είναι η συµβουλή που θα θέλατε να δώσετε σε έναν νέο που ονειρεύεται καριέρα στην όπερα;
«Στην εποχή προ COVID-19 θα του έλεγα τα λόγια του Σαίξπηρ: «Στον εαυτό σου να είσαι αληθινός. Μην προσπαθείς να γίνεις κάποιος που θαυμάζεις, προσπάθησε να γίνεις η καλύτερη δυνατή εκδοχή του εαυτού σου». Τώρα, μπροστά στην πανδημία που έχει ρίξει τόσο πολλούς καλλιτέχνες στην ανεργία, στη φτώχεια και στην απελπισία, θα του έλεγα: «Ακολούθησε το όνειρό σου, προσπάθησε να το κάνεις πραγματικότητα, γιατί αν δεν προσπαθήσεις μπορεί στο μέλλον να μη συγχωρήσεις ποτέ τον εαυτό σου. Ομως, βεβαιώσου πως έχεις τις δεξιότητες και τα προσόντα που θα σου επιτρέψουν να ζήσεις κάνοντας κάποιο άλλο επάγγελμα, σε περίπτωση που δεν μπορέσεις να ζήσεις ως τραγουδιστής»».

ΙΝFO

«Jonas Kaufmann, Στιγμές Χαράς»: Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης», στις 6 Νοεμβρίου.

Μέγας χορηγός:  Αιγέας (Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία Πολιτιστικού & Κοινωφελούς Eργου, Αθανασίου και Μαρίνας Μαρτίνου).