Μάταια θα περιμένει ο κ. Πρωθυπουργός τη μαζική εκδήλωση επενδυτικού ενδιαφέροντος υπό το καθεστώς ουσιαστικής αρνησιδικίας, που συνιστά η απελπιστικά βραδεία απονομή δικαιοσύνης, όπως περιέγραψα στο «Βήμα της Κυριακής» (5.7.2020). Αρκεί και μόνο να αναφερθεί ότι το Συμβούλιο Επικρατείας δεν διστάζει να αναβάλει αυτεπαγγέλτως για έξι και επτά φορές, δηλαδή για έξι-επτά χρόνια, όπως υπογραμμίζει ο δικηγόρος κ. Μάριος Μπαχάς. Καθώς είναι θεμελιώδους προτεραιότητας η επιτάχυνση των δικών, φιλοξενώ το ακόλουθο, πειστικό νομίζω, σχέδιό του για την αντιμετώπιση του μείζονος αυτού προβλήματος: «Οι επενδύσεις που για την υλοποίησή τους απαιτούν πολλαπλές άδειες καθυστερούν ιδίως τα τελευταία 10 έως 20 χρόνια, γιατί καθεμία από τις άδειες αυτές προσβάλλεται «από όποιον έχει έννομο συμφέρον», δηλαδή από όλους τελικά χωριστά καθεμία. Και τότε, για καθεμία ξεκινά ένας δικαστικός γολγοθάς που δεν έχει τέλος.

Ωσπου να λυθεί το θέμα του γενικού χωροταξικού σχεδιασμού υπάρχει εύκολος τρόπος, χωρίς να αποστούμε από τις επιταγές του Συντάγματος, επίσπευσης κάθε μεγάλης επένδυσης που προϋποθέτει την έκδοση πολλαπλών αδειών. Το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ) σήμερα λειτουργεί άριστα σε όλη την Ελλάδα και έχει αντικαταστήσει ηλεκτρονικά την παραδοσιακή Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Θα μπορούσε λοιπόν να νομοθετηθεί ότι για τις μεγάλες επενδύσεις θα ανοίγει ο επενδυτής ένα «καλάθι» μέσα στο οποίο θα συγκεντρώνει όλες ανεξαιρέτως τις προαπαιτούμενες άδειες, χωρίς καθεμία από αυτές να είναι ατομικά προσβλητή στα δικαστήρια. Οταν δε το «καλάθι» γεμίσει, θα είναι προσβλητή η τελική άδεια λειτουργίας της επιχείρησης και τότε μόνο μαζί με αυτή θα μπορούν να συμπροσβάλλονται και οι λοιπές επιμέρους άδειες. Ετσι περιορίζεται η προσβολή των αδειών αυτών σε μία και μόνο δίκη. Αφετηρία για την προθεσμία προσβολής θα είναι η δημοσίευση της τελευταίας άδειας λειτουργίας στο ΓΕΜΗ.

Παράλληλα, στο Συμβούλιο Επικρατείας να ιδρυθεί χωριστό τμήμα για την εκδίκαση μια και έξω των αδειών αυτών εντός ευλόγου προθεσμίας που θα θέσει ο νομοθέτης (π.χ. τριών μηνών από τη δημοσίευση στο ΓΕΜΗ). Τόσο δε το ΣτΕ όσο και οι διάδικοι θα δικαιούνται μίας μόνο αναβολής με επαναπροσδιορισμό της δίκης από το δικαστήριο εντός το πολύ άλλων τριών μηνών. Τέλος το ΣτΕ θα υποχρεούται να εκδώσει την απόφασή του εντός σύντομου ειδικού διαστήματος από την ημέρα της δικασίμου (π.χ. ενός μηνός). Εάν, δε, παρέλθουν οι ανωτέρω προθεσμίες άπρακτες, η επένδυση θα θεωρείται παραδεκτή και απρόσβλητη. Μάλιστα, μέσα στις ίδιες προθεσμίες των τριών έως έξι μηνών θα υποχρεούται και το αντίδικο ελληνικό Δημόσιο να καταθέσει στο δικαστήριο τον οικείο «φάκελο» με τις γραπτές αιτιολογημένες απόψεις του. Αν δε το παραλείψει ή καταθέσει εκπροθέσμως, και πάλι η επένδυση θα θεωρείται αποδεκτή άνευ ετέρου. Ετσι ο επενδυτής σε χρονικό διάστημα το πολύ επτά μηνών (αντί επτά ετών και βάλε…) θα γνωρίζει κατά πόσον του επιτρέπεται η επένδυσή του ή τι χρειάζεται επιπλέον για να είναι καθ’ όλα νόμιμη».

Νομίζω ότι χωρίς τέτοιες ρηξικέλευθες αντιγραφειοκρατικές ρυθμίσεις δύσκολα θα μπορέσει η κυβέρνηση να αξιοποιήσει αναπτυξιακά τις νέες γενναιόδωρες παροχές της Ευρωπαϊκής Ενωσης.