«Μιαν αυγή είχαν αφήσει τη στεριά,/ τα πανιά τους σαν όραμα απλωμένα,/ και μπροστά τους γελούσαν τα νερά/ και τριγύρω σκιρτούσανε φτερά…»: γνώριμη σε εμάς τους Ελληνες η εικόνα που περιγράφει στο ποίημα «Τα καράβια» ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, κυρίως σε όσους έχουμε καταγωγή από λιμάνια και παραθαλάσσια χωριά. Από χωριά όπως εκείνα που συναντάς το ένα μετά το άλλο στα νησιά μας και σε μια δαντελωτή ακτογραμμή που όμοιά της δεν έχει καμία άλλη χώρα της Ευρώπης και που μας καθιστά, χάρη στα κρυστάλλινα νερά της, έναν από τους πιο δυνατούς θερινούς παραθεριστικούς προορισμούς. Αν όμως εμείς έχουμε μια θάλασσα να την πιεις στο ποτήρι, έχουν και οι άλλες χώρες, όσο και αν υπολείπονται ημών σε παραλίες, τους παραθαλάσσιους θησαυρούς τους: είναι τα μικρά, γραφικά ψαροχώρια τους, που μοιάζουν να βγαίνουν από πίνακες ζωγραφικής και που άριστα συντηρημένα αποτελούν σήμερα ζωντανά μουσεία των τοπικών παραδόσεων αλλά και (ορισμένα εξ αυτών) δημοφιλή θέρετρα με πολύ υψηλές τουριστικές παροχές.

Για παραγάδι με… τους διάσημους

Γεμάτη από τέτοια χωριά, παλιά ψαροχώρια που τώρα ζουν κυρίως από τον τουρισμό, είναι η Ιταλία. Με τις περιοχές της Costa Amalfitana (νοτίως της Νάπολι) και της Cinque Terre (νοτίως της Γένοβας) να συγκεντρώνουν τα διασημότερα. Στην ακτή του Αμάλφι, πάνω στον δρόμο που οδηγεί από το Ποζιτάνο ή, ακόμα πιο πριν, από το Σορέντο έως το Βιέτρι σουλ Μάρε, τα μικρά χωριά που είναι χτισμένα σε απότομες πλαγιές και κατηφορίζουν προς τη θάλασσα (Ποζιτάνο, Πραϊάνο, Ραβέλο, Αμάλφι, Μινόρι, Μαγιόρι κ.λπ.) έχουν μετατραπεί σε κοσμικά θέρετρα που κάθε χρόνο προσελκύουν δεκάδες VIPs, σκαφάτους ή μη. Η αλήθεια είναι πως στην εποχή μας, σε παρόμοια μέρη πιο εύκολα βλέπεις την Μπιγιονσέ και την Τζένιφερ Λόπεζ να απολαμβάνουν παρά θίν’ αλός πίτσα Ναπολιτάνα παρά ψαράδες ψημένους από την αλμύρα και τον άνεμο να σηκώνουν τα δίχτυα τους. Το ίδιο και στα χωριά της Cinque Terre, την πανέμορφη Μαναρόλα και τα Μοντερόσο αλ Μάρε, Βερνάτσα, Κορνίλια και Ριοματζόρε. Πολύ κοντά στη Γένοβα βρίσκεται και το Πορτοφίνο των 450 κατοίκων, το οποίο από φτωχό ψαροχώρι μετατράπηκε σε μία από τις πιο κοσμικές περιοχές της Ιταλίας από τα τέλη του 19ου αιώνα, οπότε άρχισε να παραθερίζει εκεί η ευρωπαϊκή αριστοκρατία.

Μελαγχολία στο Μπαρφλέρ

Χτισμένα από καφε-γκρίζα πέτρα, πιο «σκοτεινά», πιο «αυστηρά», πιο «συνεσταλμένα» από τα φωτεινά και ανάλαφρα σπίτια που έχουν τα ψαροχώρια της Ιταλίας, τα χωριά του Γαλλικού Βορρά, της Νορμανδίας και της Βρετάνης έχουν τη δική τους μελαγχολική γοητεία. Η οποία γίνεται πιο έντονη όταν έρχονται το φθινόπωρο και ο χειμώνας, οπότε και αδειάζουν από τουρίστες. Το Μπαρφλέρ, στο ανατολικό άκρο της χερσονήσου Κοταντέν, είναι από τα πιο γνωστά. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια κωμόπολη του 9ου αιώνα που όμως κατέληξε χωριό των 600 κατοίκων. Ακόμα και σήμερα εξακολουθεί να βασίζει την οικονομία του κυρίως στην αλιεία. Στους γραφικούς δρόμους του σώζονται παμπάλαια σπίτια χτισμένα από γρανίτη, με στέγες από σχιστόλιθο. Ενα από τα σημαντικότερα αξιοθέατά του είναι ο Φάρος της Γκατεβίλ, ύψους 75 μέτρων. Θεωρείται ο τρίτος υψηλότερος παραδοσιακός φάρος στον κόσμο. Χτίστηκε το 1775 και από το 1984 λειτουργεί ως αυτόματος.

Από τον Βισκαϊκό στη Μεσόγειο

Πάντα στη Νορμανδία, το Βαρενζβίλ-σουρ-Μερ είναι ένας ακόμα ιστορικός αρχιτεκτονικός θησαυρός της Γαλλίας. Εκεί έζησε για λίγο και ζωγράφισε ο Κλοντ Μονέ, ενώ στο κοιμητήριό του αναπαύεται ο Ζορζ Μπρακ. Χαρακτηρισμένο ως ένα από τα ομορφότερα χωριά της Γαλλίας είναι και το Σεν-Σιλιάκ της Βρετάνης. Στον Νότο της χώρας το Πορ Γκριμό, διαμορφωμένο ως μια μικρή Βενετία από τον αρχιτέκτονα Φρανσουά Σπερί, είναι ένας ακόμα από τους γοητευτικούς (αν και πιο σύγχρονους) ψαράδικους οικισμούς της χώρας. Περνώντας στην Ισπανία, το Καδακές στη Μεσόγειο και το Κουντιγέρο των Αστουριών, στον Βισκαϊκό Κόλπο, είναι δύο χωριά διαφορετικά μεταξύ τους, αλλά εξίσου ενδιαφέροντα· κάτασπρο το πρώτο, πολύχρωμο και με κεραμιδένιες στέγες το δεύτερο. Στο Καδακές γυρίστηκε η ταινία «Μηχανικά πιάνα» του 1965 με τη Μελίνα Μερκούρη, ενώ εκεί έζησαν καλλιτέχνες όπως ο Σαλβαδόρ Νταλί (το σπίτι-μουσείο του οποίου βρίσκεται στο παρακείμενο Πορτ Λιγκάτ), ο Ζουάν Μιρό, ο Πάμπλο Πικάσο και ο Μαρσέλ Ντισάμπ.

Βρετανική γοητεία

Χτισμένα συνήθως μέσα σε κλειστούς, σχεδόν κρυμμένους κόλπους, με τεράστιους κυματοθραύστες να κρατούν τα μανιασμένα κύματα έξω από τον χώρο όπου δένουν οι βάρκες, τα ψαροχώρια της Μεγάλης Βρετανίας, από την ακτογραμμή του Νότου έως τα μονίμως ανταριασμένα βράχια της Σκωτίας, είναι τις περισσότερες φορές πολύ μικρά, μια συστάδα από δέκα-είκοσι σπίτια. Λουλουδιασμένα το καλοκαίρι, παραδομένα σε έντονα καιρικά φαινόμενα τον χειμώνα, διατηρούν εδώ και αιώνες το ξεχωριστό χρώμα τους. Με το Κράιλ, κοντά στο Σεντ Αντριους (στη Βόρεια Θάλασσα), να παραμένει ένα από τα πιο εντυπωσιακά. Πρόκειται για μεσαιωνικό οικισμό με πετρόχτιστα σπίτια και λιθόστρωτους δρόμους. Την προβλήτα του έχει κατασκευάσει ο φημισμένος αρχιτέκτονας φάρων Ρόμπερτ Στίβενσον. Οι κάτοικοί του εξακολουθούν να ασχολούνται με την αλιεία και στα μικρά εστιατόριά του ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει όστρακα, καβούρια, αστακούς και άλλες νοστιμιές της θάλασσας. Λίγο πιο κάτω, στην ίδια ακτογραμμή, το Κράστερ είναι φημισμένο για τα καπνιστά ψάρια του, ιδιαίτερα τις ρέγκες. Τα ψαροχώρια της Κορνουάλης, στο νότιο άκρο της Αγγλίας, συγκαταλέγονται στα ομορφότερα χωριά όχι της Ευρώπης αλλά του κόσμου ολόκληρου. Το Πόρτλοου, το Μάουσχολ, το Πόλπερο, το Μέβαγκισεϊ και το Πορτ Αϊζακ είναι μερικά από εκείνα που συγκεντρώνουν τους περισσότερους επισκέπτες, κυρίως το καλοκαίρι.

Στον παγωμένο Βορρά

Τα νησιά Λοφότεν της Νορβηγίας είναι περισσότερο γνωστά για τα δραματικά τοπία τους παρά για τα χωριά τους, πρόκειται εξάλλου για μέρη με σχετικά μικρό πληθυσμό λόγω του σκληρού κλίματός τους. Ωστόσο το Χαμνόι με τα μικρά κόκκινα σπίτια, κάποια εκ των οποίων στηρίζονται πάνω στους βράχους με πασσάλους, είναι ο πιο πολυφωτογραφημένος οικισμός τους. Το παλαιότερο από αυτά χρονολογείται στο 1890. Παρόμοιας αισθητικής είναι το ψαροχώρι που έχει χτιστεί στο νησάκι Μπγιόρνσουντ, με τα δικά του κόκκινα σπιτάκια, έτσι όπως καθρεφτίζονται μαζί με τον ουρανό στη θάλασσα (τις μέρες της γαλήνης) να μοιάζουν με πίνακες ζωγραφικής. Πολλά έχουν μετατραπεί από ψαροκαλύβες σε σύγχρονες εξοχικές κατοικίες. Αλλάζοντας ήπειρο, το Λούνενμπουργκ στη Νέα Σκωτία του Καναδά, που ιδρύθηκε περί τα 1700 και ήκμασε χάρη στην αλιεία και στο εμπόριο, προστατεύεται από την UNESCO ως Μνημείο της Παγκόσμιας Αρχιτεκτονικής. Εκεί λειτουργεί και το Fisheries Museum of the Atlantic.

Πάσσαλοι στο νερό

Ανάμεσα στα ομορφότερα (ή στα πιο ενδιαφέροντα) ψαροχώρια του κόσμου περιλαμβάνονται ακόμα το ολλανδικό Βόλενταμ, από όπου έχουν περάσει ο Ρενουάρ και ο Πικάσο, το Μενέμσα των ΗΠΑ, στο νησί Μάρθας Βίνγιαρντ (αγαπημένος προορισμός, μεταξύ άλλων, της οικογένειας Κένεντι), και το Μαρσασλόκ της Μάλτας, με τα σπίτια με τα σκεπαστά μπαλκόνια και τις χαρακτηριστικές χρωματιστές βάρκες. Το Αο Γιάι της Ταϊλάνδης και τα ψαροχώρια του κόλπου Χα Λονγκ του Βιετνάμ (ο οποίος επίσης ανήκει στον Κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO) αποτελούνται από καλύβες χτισμένες σε πασσάλους που έχουν τοποθετηθεί μέσα στη θάλασσα – εντελώς διαφορετική η όψη των παραθαλάσσιων οικισμών της Ασίας από εκείνη των ευρωπαϊκών. Οι φτωχοί κάτοικοί τους (αν και οι δύο περιοχές έχουν μεγάλη τουριστική ανάπτυξη) καλλιεργούν τη γη και ψαρεύουν. Ζουν όλη τη ζωή τους στη θάλασσα, απολαμβάνοντας την αίσθηση ελευθερίας που χαρίζει με την απεραντοσύνη της, αλλά και δίνοντας καθημερινό αγώνα για την επιβίωση των ίδιων και των οικογενειών τους. Ολα, εξάλλου, τα παραθαλάσσια χωριά κρύβουν πίσω από την ομορφιά τους τούς αγώνες και τις αγωνίες των κατοίκων τους, ανθρώπων που τις περισσότερες φορές δούλεψαν σκληρά, βάζοντας σε κίνδυνο τη ζωή τους για να τα βγάλουν πέρα. Κρύβουν και το πένθος αιώνων, για εκείνους που βγήκαν στα ανοιχτά και δεν γύρισαν ποτέ στο σπίτι. Είναι μέρη άγρια και τρυφερά την ίδια στιγμή, ήρεμα και ειρηνικά όταν λάμπει ο ήλιος και η θάλασσα γίνεται καθρέφτης, και τρομακτικά όταν πυκνώνουν τα μαύρα σύννεφα και δυναμώνει ο αέρας. Είναι τα βαθιά συναισθηματικά μέρη από όπου, για να επιστρέφουμε στα «Καράβια» του Χατζόπουλου με τα οποία ξεκινήσαμε το σημερινό ταξίδι, «…τα μάτια κοιτάζουνε μακρά/ τα καράβια σαν όνειρα χαμένα».