Η εξέγερση των κίτρινων γιλέκων στη Γαλλία, είναι ένα ακόμα σύμπτωμα της πολιτικής και κοινωνικής κρίσης που ταλανίζει εδώ και καιρό τη γηραιά ήπειρο. Μια μάλλον μικρή αύξηση της τιμής των καυσίμων ήταν αρκετή για να πυροδοτήσει ένα αυθόρμητο και μη καθοδηγούμενο κίνημα οργισμένων πολιτών, που βλέπουν ότι δεν μπορούν να διατηρήσουν ένα μοντέλο ζωής, που μέχρι πρότινος ήταν αυτονόητο.

Είναι φανερό εδώ και καιρό ότι το παραγωγικό μοντέλο της Ευρώπης, πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε το κοινωνικό κράτος των μεταπολεμικών δεκαετιών, δεν ανταποκρίνεται στις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποίησης. Θέσεις εργασίας χάνονται, η ανεργία αυξάνεται, ο κορμός των μικρομεσαίων τα βγάζει πέρα όλο και πιο δύσκολα. Αποτέλεσμα κοινωνικές εκρήξεις, εθνικιστικές ονειρώξεις, αντιμεταναστευτική και ξενοφοβική ρητορική.

Όλες αυτές οι αντιδράσεις τροφοδοτούν παράλληλα και μια απονομιμοποίση του πολιτικού συστήματος. Τα κόμματα που κυβερνούσαν επί δεκαετίες, βλέπουν την απήχηση τους να συρρικνώνεται και να αναδύονται από τη μια ακραίες λαϊκίστικες δυνάμεις κι από την άλλη οργανώσεις και κινήματα χωρίς σαφή πολιτικό προσανατολισμό. Οι κλασικοί διαχωρισμοί αριστεράς-δεξιάς δεν συγκινούν πια, ενώ η ακροδεξιά βρίσκει όλο και πιο πρόσφορο έδαφος για να κάνει αισθητή την παρουσία της.

Ακόμα και στην Ισπανία, όπου μετά την εποχή του Φράνκο δεν είχε εμφανιστεί ακροδεξιά οργάνωση, τώρα κατάφερε για πρώτη φορά να έχει εκπροσώπησε σε τοπικό κοινοβούλιο, σε μια περιοχή που ως τώρα κυριαρχούσε η αριστερά. Σε όλο σχεδόν τον κορμό της Ευρώπης, η αντιπολιτική και η απαξία των κατεστημένων πολιτικών οργανισμών διογκώνεται συνεχώς.

Ο συνδυασμός κοινωνικής και πολιτικής κρίσης δεν είναι προφανώς εύκολο να αντιμετωπιστεί. Εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν και οι δυσκολίες επιτείνονται καθώς όλο και περισσότεροι πολιτικοί αλληθωρίζουν σε λαϊκίστικες συνταγές, που περιγράφουν το πρόβλημα, αλλά δεν έχουν λύσεις.

Ισχυροί πολιτικοί ηγέτες, όπως αυτοί που κυριάρχησαν σε προηγούμενες δεκαετίες δεν φαίνονται στο προσκήνιο, ενώ η εισβολή των νέων τεχνολογιών και των κοινωνικών δικτύων στην καθημερινότητα των πολιτών, αλλάζει δραματικά τα δεδομένα.

Είναι εμφανές ότι η Ευρώπη συνολικά χρειάζεται ένα νέο μείγμα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, μια βαθιά μεταρρύθμιση του παραγωγικού της ιστού, μόνο που δεν είναι εύκολο να διαμορφωθεί και ακόμα δυσκολότερο να γίνει αποδεκτή από την κοινωνία. Είναι εξίσου φανερό όμως ότι οι ηγεσίες της δεν μπορούν να αγνοούν αυτό το διογκούμενο κύμα αντιδράσεων η ακόμα χειρότερα να παραμένουν θεατές της σταδιακής απαξίωσης τους.

Είναι καιρός για γενναίες αποφάσεις κι όχι για διαρκείς συζητήσεις και συμβιβασμούς χωρίς αντίκρισμα…