Στο στόχαστρο της τουρκικής κυβέρνησης μετά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό στην Ελβετία έχει τεθεί πλέον ανοικτά ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς. Η Αγκυρα του επιρρίπτει ευθέως την αποκλειστική, κατ΄ αυτήν, ευθύνη για το ναυάγιο. Ε, λοιπόν, ευτυχώς!

Το σχέδιο «λύσης» του Κυπριακού ήταν αδιανόητο να προχωρήσει – θα επρόκειτο για καθολική εθνική διπλωματική ήττα και της Κύπρου και της Ελλάδας αν δεχόντουσαν να υπογράψουν μια «λύση» με αέναη την παρουσία των τουρκικών δυνάμεων κατοχής στην Κύπρο, τις οποίες ο ίδιος ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών απείλησε ότι θα είναι εκεί για να τις χρησιμοποιήσει, καθώς και με διαιώνιση του συστήματος εγγυήσεων. Αυτό που ζητούσε η Αγκυρα δεν ήταν λύση, ήταν μονομερής κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και μετατροπής της σε τουρκική επαρχία κάτι που, εκτός όλων των άλλων, θα έθετε ουσιαστικά και τους φυσικούς πόρους, τελικά, στη διάθεση της Τουρκίας.

Εχουν δίκιο πάντως οι Τούρκοι που τα «φορτώνουν» στον Κοτζιά: ο ρόλος του, αυτή τη στιγμή, στη διαμόρφωση της στρατηγικής, της τακτικής και των, κρισιμότατων στην περίπτωση αυτή, διεθνών συμμαχιών για την απόκρουση ενός τέτοιου διπλωματικού τέρατος στο Κυπριακό υπήρξε καθοριστικός, όπως το ίδιο υπήρξε και ο ρόλος του στο εσωτερικό, στη διαμόρφωση του αρραγούς εθνικού μετώπου σχετικά με το θέμα, όπως αυτό εκφράστηκε στη Βουλή, στην οποία και ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης κράτησε άψογη εθνική στάση που ασφαλώς του πιστώνεται και εθνικά και πολιτικά. Εμεινε στην ουσία του ζητήματος, στήριξε αποφασιστικά τη στάση Κύπρου και Ελλάδας και δεν μπήκε ούτε στιγμή στον πειρασμό να μετατρέψει το ζήτημα σε αντικείμενο εσωτερικής πολιτικής διαμάχης, κάτι που έχει συμβεί πολλές φορές και με πολύ κακές συνέπιες στο παρελθόν. Η στάση αυτή επίσης δεν είναι αυτονόητη και συνιστά αληθινά εθνική πολιτική. Όλα αυτά συγκροτούν μία πολύ καλή στιγμή.

Επιπλέον, πρέπει εδώ να σημειώσει κανείς ότι υπήρξε πάρα πολύ σημαντικό, θεμελιώδες και πρωτοπόρο έργο, ιδίως ως προς τα θέματα της ελληνικής ΑΟΖ και τη δημιουργία καθοριστικών διεθνών συμμαχιών που τώρα ενεργούν, από την κυβέρνηση Σαμαρά. Εργο που δεν πρέπει κανείς να ξεχνά και το οποίο μετά την Κύπρο και η Ελλάδα θα το βρει σύντομα μπροστά της ως πολύτιμο εθνικό κεφάλαιο.

Επιστρέφοντας στον Κοτζιά, οι Τούρκοι έχουν διπλό δίκιο να είναι έξαλλοι μαζί του, καθώς, για πρώτη φορά στην ιστορία του Κυπριακού από την εποχή του κακώς απορριφθέντος Σχεδίου Ατσεσον – και σίγουρα για πρώτη φορά μετά το 1974 – η απόκρουση μιας τέτοιας «λύσης» δεν συνοδεύθηκε από πιέσεις και «εκφοβισμό» της Ελλάδας και της Κύπρου από τον διεθνή παράγοντα, ο οποίος, αντιθέτως, παρέμεινε στην πραγματικότητα ουδέτερος και σεβάστηκε την κυπριακή και ελληνική άρνηση να υποκύψουν οι δύο χώρες σε τέτοιες τερατώδεις απαιτήσεις. Το γεγονός αυτό, το οποίο μέχρι στιγμής πολλοί ακόμα το παραβλέπουν, έχει καθοριστική σημασία και, ασφαλώς, δεν έγινε στον «αυτόματο πιλότο».

Την ίδια στιγμή, η Τουρκία γνωρίζει καλά ότι η στάση που, ευτυχώς, διαμορφώθηκε στην Ελλάδα και την Κύπρο (σε πλήρη αντίθεση λ.χ. με την εποχή του Σχεδίου Ανάν), είναι αποτέλεσμα μιας εθνικής γραμμής στην οποία ενεργό και ουσιαστική παρουσία έχουν και άλλοι παράγοντες στο ύπατο επίπεδο της χώρας, τους οποίους, όμως, δεν τολμούν να πιάσουν στο στόμα τους. Ξέρουν πάντως καλά τι έχει γίνει και το πώς διαμορφώθηκε, στηρίχθηκε, επικράτησε και πέτυχε τελικά αυτή η στάση, καθώς και η, για πρώτη φορά, κατανόηση ορισμένων σημαντικών παραγόντων στην Ευρώπη για τους πολλαπλούς και σοβαρούς ευρωπαϊκούς κινδύνους μιας τέτοιας «λύσης» – υπάρχουν εκεί κρίσιμες παράμετροι που δεν έχουν, μέχρι στιγμής, γίνει αντικείμενο επαρκούς ανάλυσης στη δημόσια συζήτηση, αλλά που η σημασία τους είναι εξαιρετικά μεγάλη. Τα ξέρουν πολύ καλά – όμως, αυτά, αν και είναι καθοριστικά δεδομένα, για ευνόητους λόγους, δεν είναι της παρούσης.

Η ουσία είναι ότι Κύπρος και Ελλάδα δεν έκαναν πίσω: συνολικά, ενήργησαν αληθινά εθνικά και πάρα πολύ αποτελεσματικά. Ευτυχώς. Θα ήταν εφιαλτικό αντί να ακούμε σήμερα την τουρκική κυβέρνηση να επιρρίπτει ευθύνες στον Ελληνα υπουργό Εξωτερικών για το αποτέλεσμα, να την ακούγαμε να εκφράζει λ.χ. το θαυμασμό της και τον σεβασμό της για την προθυμία του να προχωρούσε μια τέτοια «λύση». Θα ήταν τραγικό. Και μην ξεχνάμε ποτέ ότι δεν θα ήταν καθόλου μα καθόλου δύσκολο να συμβεί κάτι τέτοιο…

Τελικά, με όλα αυτά, οι Τούρκοι, χωρίς να το αντιλαμβάνονται, απένειμαν στον Κοτζιά τα πιο μεγάλα παράσημά τους…