O Αλέξανδρος Κοτζιάς (1926-1992), επιφανής εκπρόσωπος της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, ήδη με την πρώτη του συγγραφική εμφάνιση στα 27 του χρόνια με το μυθιστόρημα Πολιορκία προξένησε θόρυβο καθώς η αριστερή κριτική, με συνοπτικές διαδικασίες, το ενέταξε αυθαίρετα στη «μαύρη πολιτική λογοτεχνία». Τα τραύματα του Εμφυλίου ήταν νωπά, η ελληνική κοινωνία ήταν (για άλλη μία φορά) χωρισμένη στα δύο, και έτσι ο Κοτζιάς ταυτίστηκε με τον αρνητικό ήρωα του βιβλίου του, το οποίο θεωρήθηκε ύβρις για την Εθνική Αντίσταση. Κι αυτό, παρόλο που ο συγγραφέας υπήρξε ΕΠΟΝίτης στη διάρκεια της Κατοχής και αρχισυντάκτης στο παράνομο περιοδικό Μαθητική Φωνή.

Το 1947 είχε εγκαταλείψει τη Νομική στην οποία εγγράφηκε το 1943, επειδή δεν τον ενδιέφεραν τα νομικά, και το 1961 άρχισε να εργάζεται ως κριτικός βιβλίου στη Μεσημβρινή και στο Βήμα το 1971-72. Το 1969, πρωτοστάτησε στην αντιστασιακή κίνηση της Δήλωσης των 18 Συγγραφέων κατά του καθεστώτος. Το 1975, και έως τη συνταξιοδότησή του το 1981, επιμελήθηκε τη «Φιλολογική Καθημερινή», την οποία και εγκαινίασε. Το 1986, το έβδομο και τελευταίο μυθιστόρημά του Φανταστική περιπέτεια, τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο.

Ο ήρωας, Αλέξανδρος Καπάνταης, υψηλόβαθμος δημόσιος υπάλληλος, έχει εξαργυρώσει, πραγματικές ή πλαστές, αγωνιστικές δάφνες του παρελθόντος, έχει να παρουσιάσει συνδικαλιστική δράση και προοδευτική ιδεολογία. Στην πραγματικότητα, δεν πολέμησε ποτέ στον Γράμμο, πήρε πτυχίο νύχτα και τάχθηκε υπέρ της Χούντας. Είναι επίσης πολυγραφότατος συγγραφέας, που έχει ασχοληθεί με όλα σχεδόν τα είδη του γραπτού λόγου ποιήματα, μυθιστορήματα, σύγχρονες τραγωδίες και έχει τιμηθεί με πλήθος θεσμικά βραβεία. Στην πραγματικότητα, κανείς δεν τον αναγνωρίζει, κανείς δεν τον εκτιμά. Δεν τον αγαπά ούτε η γυναίκα του, δεν τον σέβονται τα παιδιά του, τον ταλαιπωρεί η ερωμένη του.

Την 21η Απριλίου του 1983, τη μέρα που επρόκειτο να βραβευτεί από το υπουργείο Πολιτισμού για το σύνολο της προσφοράς του επί 40 χρόνια στον τόπο, θα βιώσει την πτώση του επινοημένου εαυτού που επί τόσα χρόνια έχτιζε ζώντας εντέλει τη ζωή του σαν «φανταστική περιπέτεια».

Πρόκειται για «μία ημέρα στη ζωή ενός λαμόγιου», όπως είχε γράψει στο Βήμα ο κριτικός Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, «που θα οδηγήσει στην πτώση ενός νοσηρού νεοέλληνα», ενός φελλού από τους πολλούς που κατεξοχήν επέπλευσαν τη δεκαετία του 1980, της πλαστής ευμάρειας που γινόταν φούσκα, σε μια κοινωνία όπου κυριαρχούσαν «οι τυχάρπαστες προσωπικές ή δημόσιες σχέσεις, το τυφλό επαγγελματικό κέρδος, τα πολλαπλά πελατειακά φαινόμενα, η ολοφάνερη έκπτωση των πολιτικών ή των καλλιτεχνικών θεσμών και, πρωτίστως, η πλήρης έλλειψη αυτογνωσίας και η τεράστια ικανότητα για αυτοεξαπάτηση».

Σήμερα, το δεξιοτεχνικό μυθιστόρημα αποδεικνύεται προφητικό και μάλλον πιο επίκαιρο παρά ποτέ. Ο Κοτζιάς στη Φανταστική περιπέτεια αποτύπωσε την παθογένεια της ελληνικής μεταπολιτευτικής πραγματικότητας που με βήματα σταθερά προχωρούσε προς την κρίση καθώς συνήθιζε στην αναξιοκρατία, την παρασιτική νωθρότητα, τη μετριότητα που κατάφερνε να αναρριχηθεί με τις σωστές γνωριμίες και την κατάλληλη δουλοπρέπεια, την ημιμάθεια που πλασαριζόταν για γνώση, την ανάγκη να «φαίνεσαι» σπουδαίος, το να «είσαι ό,τι δηλώσεις».

Ο Αλέξανδρος Κοτζιάς έχει αναδειχθεί με το έργο του ως ο κατεξοχήν συγγραφέας της νεοελληνικής παθολογίας, «επίμονα πολιτικός μυθιστοριογράφος», μεν, κατά τον κριτικό Σπύρο Τσακνιά, απαλλαγμένος ωστόσο από «συναισθηματική καπηλεία και ρηχή πολιτική ρητορεία» – από δύο δηλαδή χαρακτηριστικά γνωρίσματα της δημόσιας σφαίρας σήμερα!